Η Federation της Σαλονίκης - Ο Κ. Μοσκώφ για τη Φεντερασιόν


Από τα 1890 ήδη, όπως γράφει ο Risal, παρατηρείται στην πόλη «μία επιδημία λεσχών». Κάθε καλός νοικοκύρης θέλει να ανήκει σε μία λέσχη· στον θεσμό αυτό, που βρίσκεται στην αρχή της γένεσης των πολιτικών κομμάτων, κάπου ενδιάμεσα μεταξύ της άμορφης συγκέντρωσης του καφενείου, παρακμασμένης μορφής της Αρχαίας Αγοράς, και στις σημερινές συστηματοποιημένες πολιτικές οργανώσεις.

Συχνά δημιουργημένη σαν μαζικός φορέας μιας τεκτονικής στοάς, η λέσχη καλύπτει αργότερα, κάτω από τον χαμιτικό απολυταρχισμό, εθνικής υφής οργανώσεις· μετά τα 1900, με τις απαρχές μιας κοινωνικής συνειδητοποίησης, η λέσχη καλύπτει και διεκδικήσεις μικτής φύσης, κοινωνικής μαζί και πολιτικής. Επισημότερες είναι η «Club de Salonique» και η «Nouveau Club», κοσμοπολιτικές και διεθνείς, και η «Club de l’ Alliance», αποκλειστικά ισραηλιτική.

Αυτού του πνεύματος συμμετοχής στα κοινά φορέας είναι εδώ αρχικά ο ντονμές, ο εξισλαμισμένος εβραίος· κατ’ εξοχή κοσμοπολίτης, με συγκεχυμένες τις ρίζες της κουλτούρας του, έχει την δυνατότητα να αφομοιώσει καλύτερα την ευρωπαϊκή, χάρη στην Alliance γαλλική δηλαδή, παιδεία· έχοντας πετύχει την ολική του ευμάρεια επιζητεί τώρα και πλατύτερα την αυτονομία του· βιάζεται άλλωστε, οξυδερκής καθώς είναι, να χαλιναγωγήσει τις ατίθασες ροπές που όλο και πιο καθαρά διαφαίνονται στην μάζα.

Στις άλλες κοινότητες το νεωτερικό πνεύμα διστάζει ακόμα να διακινδυνεύσει μέσα στα δημόσια πράγματα -εμποδίζεται ίσως και από το σύστημα της πολιτιστικής αυτονομίας- την διοργάνωση κατά πολιτιστικές κοινότητες, του οθωμανικού κράτους. Στο σημείο που κάποια πολιτική δράση αναπτύσσεται, παραμένει πάντοτε μέσα στα κοινοτικά πλαίσια – οι Φαναριώτες και οι απόγονοί τους αποτελούν εξαίρεση που αφορά τις πολύ ψηλές βαθμίδες της χριστιανικής κοινότητας και που, ακόμα, περιορίζεται στην κεντρική καθέδρα, στην Πόλη. Η «επιδημία λεσχών» δείχνει έτσι κάτι καινούργιο, ένα πρώτο στάδιο γενίκευσης της πολιτικοποίησης, μέσα σε όλες τις κοινότητες τώρα.

Η δημοσιογραφία αποτελεί έναν ασφαλή δείκτη μιας τέτοιας ροπής. Ως τα 1896 εκδίδεται στη Θεσσαλονίκη μόνο μία ελληνική εφημερίδα και το οθωμανικό επίσημο δελτίο. Στα 1912 στην Θεσσαλονίκη θα εκδίδονται 16 εφημερίδες: 2 στα γαλλικά, 5 στα ισπανοεβραϊκά, 4 στα ελληνικά, 3 στα τουρκικά, 1 στα βουλγαρικά και 1 στα ρουμανικά -πολλές ακόμα θα έχουν εκδοθεί στο μεταξύ, για να εκλείψουν γρήγορα. Δίπλα στην εφημερίδα «Λ’ Ιντεπαντάν» («Ο Ανεξάρτητος»), όργανο της ισραηλιτικής κοινότητας, εκδίδονται η «Ελ Λιμπεράλ» («Ο Φιλελεύθερος»), συντηρητικής τάσης, η «Ελ Αβενίρ» («Το μέλλον»), σιωνιστική, και το «Αβάντι»· στα γαλλικά η πρώτη, στα ισπανοεβραϊκά οι τρεις άλλες· ανάμεσα στις τέσσερις ελληνικές εφημερίδες το μεγαλύτερο κύρος έχει η «Νέα Αλήθεια»· οι άλλες είναι η νεογέννητη «Μακεδονία», το «Εμπρός» και το «Θάρρος»· η «Λα Λιμπερτέ» («Η Ελευθερία») εκδίδεται μετά τον Οκτώβριο του 1912 στα γαλλικά, σαν όργανο επίσημο της κυβέρνησης· οι ντονμέδες εκδίδουν την «Ασρ», που από καιρό είναι ήδη η μεγαλύτερης κυκλοφορίας επαρχιακή εφημερίδα της Αυτοκρατορίας.

Η οικονομική ανάπτυξη έχει δημιουργήσει το υπόβαθρο, η ευρωπαϊκή παιδεία, μέσα από την Alliance πρώτιστα αλλά και τα ευρωπαϊκά σχολεία, έχει δώσει τις πρώτες πολιτιστικές ωθήσεις. […]

Το νεωτερικό πνεύμα, σαν τάση προωθητική του πολιτιστικού εποικοδομήματος, ωθούμενη από τις εξελίξεις στην υλική βάση, παραμένει ακόμα ασυστηματοποίητο, μετέωρο μέσα στον χώρο της Θεσσαλονίκης. Το κενό το γεμίζουν έτσι άκριτα και μηχανιστικά, ανεμπόδιστα ξένες επιδράσεις· οι ιδεολογίες δανείζουν τα σχήματα και τις λέξεις τους στον άνθρωπο που διψά για εκλογίκευση των γύρω του και για παραπέρα γνώσεις· αυτός θα τις μεταφράσει αναγκαστικά όπως μπορεί, δίνοντας συχνά άλλη σημασία στα σύμβολα. Ο επιστημονισμός, ο δαρβινισμός, συνώνυμος του σοσιαλισμού και του διαβόλου, ο θετικισμός του Αύγουστου Κοντ, ιδεολογία του γαλλικού κατεστημένου της 3ης Δημοκρατίας, γεμίζει έτσι τον χώρο όπου έχουν ξεπεραστεί οι κλασικιστικές ιδεολογίες μέσα στις απαιτήσεις μιας κοινωνίας εκσυγχρονιζόμενης με βήμα γοργό και όπου αδυνατεί να εμφιλοχωρήσει πλέον ο ρομαντισμός, δεμένος αυτός όπως είναι με μια διάθεση φυγής.

Στους ευχαριστημένους από τα γύρω τους ανθρώπους αυτής της γενιάς, είναι αλήθεια, η επαφή με την δυτική παιδεία σπάνια οδηγεί σε μια κοινωνική προβληματική.

Μέσα στην ελληνική κοινότητα της Θεσσαλονίκης όπου -παρ’ όλη την μεταπρατική αλλοτρίωση- συνεχίζει μια τυπική, έστω και φορμαλιστική, επαφή με την παράδοση της λαϊκής ορθοδοξίας, γεννιέται αργά μια προβληματική κοινωνική. Συχνά το πρώτο κινούν εδώ είναι η επαφή με την ρωσική φιλολογία -με τον Ντοστογιέφσκι και τον Τολστόι. Το ίδιο θα συμβεί άλλωστε και στα Βαλκάνια γενικότερα· ο Κ. Ντουμπρογκεάνου – Γκερρέα στην Ρουμανία, ο Μπλαγκόγιεφ στην Βουλγαρία, ο Γ. Κωνσταντινίδης – Σκληρός στο Ελλαδικό Βασίλειο, οι βασικοί κοινωνικοί στοχαστές αυτού του χώρου, εκείνης της εποχής, μέσα από την φιλολογία θα προχωρήσουν στην φιλοσοφία, την κοινωνιολογία και την πολιτική.

Στην Θεσσαλονίκη ένας πρώτος κύκλος επηρεασμένος από την τολστοϊκή σκέψη σχηματίζεται γύρω από τον γιατρό Απόστολο Πολυζόπουλο -είναι οι «βιονομιστές», φυτοφάγοι, ειρηνιστές, ουμανιστικοί σοσιαλιστές, συνδεδεμένοι με τον Πλάτωνα Δρακούλη και την «Έρευνα» αλλά και με τους αναρχίζοντες κύκλους της Βουλγαρίας.

Σημαντικότερη είναι η ισραηλιτική ουμανιστική ομάδα που εμψυχώνει ο Ζ. Νεχαμά -διευθυντής των σχολείων της Alliance, βαθιά επηρεασμένος από την σύγχρονη του γαλλική κουλτούρα άλλα και από τους ισραηλίτες μυστικούς του Μεσαίωνα. Η επιρροή της ομάδας αυτής των «ουμανιστών», όπως αποκλήθηκαν, εκτείνεται σταδιακά, μετά το 1905, και μέσα στους ντονμέδες της Θεσσαλονίκης· η δραστηριότητά τους διοχετεύεται ως και τα 1908 μέσα από τις δύο τεκτονικές στοές «Εργασία και Φως» – «Labor et Lux» και «Επαναστατημένη Μακεδονία» – «Macedonia Risorta», που βρίσκονται σε επαφή με την «Μεγάλη Ανατολή» της Γαλλίας.

Το καλοκαίρι του 1908 σημαδεύει με μια από τις χειρότερες οικονομικές κρίσεις την ζωή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας· οι σοδειές, από πολλά χρόνια μειωμένες, αυτό τον χρόνο είναι ιδιαίτερα φτωχές. Στην ύπαιθρο έχει απλωθεί η αγροτική εκείνη απόγνωση που βρίσκει πάλι την έξαρση της, στιγμιαία, σε ξεσπάσματα βίαια -όπως τόσες άλλες φορές στις εποχές μιας κρίσης στην αργόσυρτη μέσα στις χιλιετηρίδες κίνηση της αγροτικής ζωής. Χριστιανοί ή μουσουλμάνοι, πολυάριθμοι γαιοκτήμονες φοβισμένοι καταφεύγουν στις πόλεις. Η οικονομική κρίση φαίνεται να κατασιγάζει τις μεταξύ των εθνοτήτων αντιθέσεις, δειλά οι μάζες αρχίζουν να αντιμετωπίζουν με ενότητα τον γαιοκτήμονα και το κράτος του -οι διπλωμάτες σημειώνουν με ανησυχία τον κίνδυνο που μια τέτοια τάση παρουσιάζει για την κυριαρχία τους στον νευραλγικό αυτό χώρο. Η νεοτουρκική επανάσταση ξεσπά στις 23 Ιουλίου, στο Μοναστήρι πρώτα, μετά στη Θεσσαλονίκη. Την πρώτη νεοτουρκική κυβέρνηση θα την καθοδηγεί το νεοτουρκικό κομιτάτο από την Μακεδονική πρωτεύουσα όπου θα διατηρήσει την έδρα του -πίσω του θα βρίσκονται πρώτιστα, όπως είδαμε, οι πλούσιοι ντονμέδες της Θεσσαλονίκης. Με την επαναφορά του συντάγματος του 1876 οι λέσχες θα μπορέσουν να μετατραπούν σε κόμματα ανοικτά· είδαμε πως οι κοινότητες θα πολιτευθούν μέσα από την «Ελευθερία και Συνεννόηση», διατηρώντας όμως την αυτονομία τους και τις μερικές τους οργανώσεις. Είδαμε πως το νεοτουρκικό κίνημα αφομοιώνεται σύντομα μέσα στο μεταπρατικό σύστημα όπως αυτό τείνει να επικρατήσει και στο Οθωμανικό κράτος· οι ίδιοι οι Νεότουρκοι γίνονται μετά τα 1909, στην προσπάθειά τους να απαλλαγούν από τον κλοιό των «κλασικών» ηγεμονικών δυνάμεων, οι μεταπράτες, οι πράκτορες του γερμανικού κεφαλαίου [1].

Τα συντηρητικά στοιχεία τόσο της ελληνικής όσο και των άλλων χριστιανικών εθνοτήτων αφού χρησιμοποιήσουν προσωρινά το κάλυμμα της «Φιλελεύθερης Συνεννόησης» ή του Νεοτουρκικού Κομιτάτου συνεχίζουν μετά τα 1909 αυτόνομα την δράση τους· οι έλληνες συσπειρώνονται γύρω από τοπικές οργανώσεις ελεγχόμενες από την «Οργάνωση» που κατευθύνει από την Κωνσταντινούπολη ο Ν. Σουλιώτης – Νικολαΐδης και ο Ίων Δραγούμης· οι βουλγαρόφρονες της υπαίθρου στο «Συνταγματικό Κόμμα» ή Συνταγματική Λέσχη, τους επιλεγόμενους, κατά τα ρωσικά πρότυπα «Καντέ» [2]. Στην ισραηλιτική κοινότητα οι λέσχες θα διατηρήσουν για περισσότερο χρόνο μόνες την πολιτική λειτουργία τους επηρεάζοντας έτσι ή προσπαθώντας να επηρεάσουν το Νεοτουρκικό Κομιτάτο ή την «Φιλελεύθερη Συνεννόηση». Τα μεσαία και μικροαστικά στρώματα των μη μουσουλμανικών κοινοτήτων δεν βρίσκουν βέβαια στις μεγαλοαστικές αυτές οργανώσεις τη δική τους έκφραση. Προσπάθειες για την συγκρότηση ενός προοδευτικού κόμματος γίνονται από τους «Ομοσπονδιακούς» του Σαντάνσκι ή τις φιλελευθερώτερες από τις τεκτονικές στοές της Θεσσαλονίκης. Όμως μέσα στα μικροαστικής τοποθέτησης κοινωνικά στρώματα οι προσπάθειες αυτές προσκρούουν αναπόφευκτα στις εθνικές αντιθέσεις. Μόνον μέσα από τα καινούργια κοινωνικά στρώματα, μόνο μέσα στην εργατική τάξη φαίνεται, αρχίζει ήδη να πραγματοποιείται, ένα κίνημα λαϊκό, που ενοποιεί τις διεκδικήσεις των λαϊκών στρωμάτων και ζητάει την άρνηση του κοινωνικού συστήματος.

Η ΦΕΝΤΕΡΑΣΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ


Μια πρώτη ομάδα επαναστατικού κοινωνικού προβληματισμού σχηματίζεται ήδη από τα 1870 -στο εσωτερικό της οθωμανικής επικράτειας γύρω από τους γάλλους ιδίως και ιταλούς τεχνικούς που εργάζονται στην κατασκευή των σιδηροδρόμων και στα ναυπηγεία του Κασσίμπασσα της Κωνσταντινούπολης. Στα 1871 και στα 1872 στους κύκλους αυτούς μέσα εκδηλώνονται οι πρώτες απεργίες που επεκτείνονται περιφερειακά και σε μερικές εκατοντάδες οθωμανούς, χριστιανούς, ισραηλίτες και μουσουλμάνους εργάτες [3]. Η κίνηση αυτή δεν φαίνεται όμως να συνεχίστηκε στα αμέσως κατοπινά χρόνια στην Κωνσταντινούπολη -αντίθετα φαίνεται πως μια ανάλογη αναταραχή ξέσπασε στα 1880 στους λεβαντίνικους κύκλους της Σμύρνης. Μόνο μετά τα 1890 το κίνημα εμφανίζεται πιο σταθερό -αλλά όχι μαζικό ακόμα. Στην Κωνσταντινούπολη μένει περιορισμένο στα πλαίσια της αρμένικης κοινότητας που επηρεάζεται πιο άμεσα από τους αρμένικους σοσιαλιστικούς κύκλους της Ρωσίας, του Βατούμ, ιδιαίτερα· εκεί έχει αναπτυχθεί ένα από τα δυναμικότερα κέντρα επαναστατικής σοσιαλιστικής δράσης. Στα 1902 βρίσκουμε ορισμέvους Λεβαντίνους της Κωνσταντινούπολης αναμεμειγμένους στις δυναμιτιστικές απόπειρες της Εσωτερικής Επαναστατικής Μακεδονικής Οργάνωσης· ένα τμήμα της οργάνωσης αυτής είχε σαφώς αναρχικό προσανατολισμό. Σε τέτοιο προηγούμενο οφείλεται ίσως η φήμη, που βάζει σε αγωνία τους νοικοκύρηδες της Πόλης στα 1905 πως ναύτες του θωρηκτού Ποτέμκιν, πρόσφυγες στην Τουρκία, μετά την αποτυχία της εξέγερσης τους σκόπευαν να ανατινάξουν τα ανάκτορα του Ντολμά Μπαξέ [4].

Ένα εργατικό κίνημα κάπως μαζικό εμφανίζεται με τις αρχές του αιώνα. Στα 1902 ξεσπά μαζική απεργία στα ναυπηγεία της Κωνσταντινούπολης· στα 1904 απεργούν 8.000 καπνεργάτες στην Καβάλα, 150 υποδηματοποιοί στο Μοναστήρι και 250 στην Θεσσαλονίκη· χιλιάδες υφαντουργοί απεργούν στην Κωνσταντινούπολη, την Θεσσαλονίκη, την Ξάνθη και την Έδεσσα στα 1905· τον ίδιο χρόνο απεργούν και κάπου 800 βυρσοδέψες στην οθωμανική πρωτεύουσα. Στα 1906 απεργούν πάλι οι υποδηματοποιοί -150 στα Βελεσσά, 250 στην Θεσσαλονίκη, 140 στα Σκόπια- οι ραπτεργάτες πάλι στα Βελεσσά, οι ξυλουργοί, οι σιδηρουργοί και πάλι οι υποδηματοποιοί καθώς και οι 450 εργάτες της κεραμοποιίας Αλατίνι στην Θεσσαλονίκη.

Η διεργασία κοινωνικής συνειδητοποίησης των λαϊκών, των εργατικών ιδιαίτερα στρωμάτων, συντελείται έτσι κυρίως μέσα στον πλατύτερο μακεδονικό χώρο· εδώ θα υπάρχει ένα απαραίτητο ελάχιστο προϋποθέσεων -μια κάποια βιομηχανία συγκεντρωμένη, ακόμα μια επαφή πιο άμεση με ανάλογες διεργασίες χωρών περισσότερο έκθετων στην πρώιμη κοινωνική συνειδητοποίηση των λαϊκών τους στρωμάτων, δίχως μεσολάβηση και διαμεσοποίηση της ιδεολογίας από μεταπρατικές παρεκβάσεις.

Ο πρώτος μαρξιστικός κύκλος δημιουργείται στα 1894 στα Βελεσσά· αποτελείται από νέους δασκάλους και εργάτες που επηρεάζονται από συμπολίτες τους μετανάστες στη Σόφια -οι τελευταίοι έχουν οργανωθεί σε σοσιαλδημοκρατικές ομάδες από τα 1892. Ο κύκλος αυτός διαλύεται τέσσερις μήνες μετά. Στα 1895 αναδιοργανώνεται, πάντοτε κάτω από την επιρροή της βουλγαρικής σοσιαλδημοκρατίας, και μάλιστα της αριστερής τάσης της, των λεγόμενων«Στενών», το «Μακεδονικό Επαναστατικό Κέντρο», αλλιώς ονομαζόμενο και «Σοσιαλιστική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση». Το Μακεδονικό Επαναστατικό Κέντρο θα αναπτύξει κυρίως μια ιδεολογική δραστηριότητα· τον ίδιο χρόνο της ίδρυσης του εκδίδει -στη Σόφια- το περιοδικό «Ρεβολούτσια» – «Επανάσταση», σε δέκα τεύχη· το περιοδικό θα επανεκδοθεί στα 1897-1898 με τον τίτλο «Πολιτίτσεσκα Σβόμποντα» – «Πολιτική Ελευθερία». Μια απόπειρα των σλαβομακεδόνων μεταναστών της Σόφιας να επεκτείνουν την δράση τους στον γενέθλιό τους χώρο αποτυχαίνει στα 1898· η αποτυχία αυτή οδηγεί σε ατονία το Μακεδονικό Επαναστατικό Κέντρο. Ανάμεσα στα 1899 και στα 1904 σοσιαλδημοκράτες σαν μεμονωμένες ομάδες θα πάρουν μέρος στην απελευθερωτική κίνηση, αλλά πάντοτε δίχως να μπορέσουν να πάρουν στα χέρια τους την πρωτοβουλία· αυτή την κρατά σε ό,τι αφορά την πιο ανήσυχη «σλαβομακεδονική» εθνότητα η Εσωτερική Επαναστατική Μακεδονική Οργάνωση. Στα 1904 το Μακεδονικό Επαναστατικό Κέντρο μετονομάζεται σε Σοσιαλδημοκρατική Ομάδα των Εργατών των περιοχών Ανδριανουπόλεως και Μακεδονίας. Έχοντας αποκηρύξει, σαν μικροαστικής φύσης πράξεις, τις δυναμιτιστικές απόπειρες της Θεσσαλονίκης και το κίνημα του Ίλιντεν του 1903, οι κύκλοι της Σοσιαλδημοκρατικής Ομάδας κατορθώνουν τώρα να απομονώσουν τα μικροαστικά στοιχεία, και να δοθούν πληρέστερα στην διοργάνωση της εργατικής τάξης. Μια σειρά από απεργίες στα Σκόπια πραγματοποιούνται με εξαιρετική επιτυχία στα 1907.

Τον Οκτώβρη του 1908, λίγο μετά την Νεοτουρκική Επανάσταση, αναδιοργανώνεται στα Σκόπια, για πρώτη φορά σε μακεδονικό έδαφος, το Μακεδονικό Επαναστατικό Κέντρο· θα πάρει τώρα την ονομασία Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο. Τα μέλη του δεν ξεπερνούν αρχικά τα 10· γρήγορα όμως η επιρροή του ξαπλώνεται στα εργατικά στρώματα της βόρειας Μακεδονίας. Τον Ιανουάριο του 1909 έχει διοργανώσει εργατικά συνδικάτα όπου συνυπάρχουν τούρκοι, αλβανοί, έλληνες, σλαβομακεδόνες και βλαχόφρονες εργάτες στα Σκόπια, στα Βελεσσά, στο Μοναστήρι, στην Θεσσαλονίκη, στην Καβάλα και ως την Ξάνθη.

Στα 1908 στην Κωνσταντινούπολη ο Ν. Γιαννιός -δάσκαλος της γαλλικής γλώσσας και γραμματέας για ένα διάστημα του Ψυχάρη- θα διοργανώσει την Ομάδα Κοινωνικών Μελετών με μαρξίζοντα προσανατολισμό. Η ομάδα αυτή έρχεται σε επαφή με τους κύκλους που επηρεάζει στην πόλη το Κέντρο -ιδρύεται έτσι και στην Κωνσταντινούπολη μία οργάνωση με την ίδια ονομασία, αυτόνομη, αλλά ιδεολογικά προσανατολισμένη προς τα Σοσιαλδημοκρατικά Κέντρα της Μακεδονίας.

Το τμήμα της Θεσσαλονίκης του Σοσιαλδημοκρατικού Κέντρου κυριαρχείται από στοιχεία σλαβόφωνα και έχει ελάχιστη επιρροή έξω από την ολιγάριθμη «μακεδονοσλαβική» κοινότητα της πόλης. Στην Κωνσταντινούπολη, αντίθετα, η δράση του Σοσιαλδημοκρατικού Κέντρου πραγματοποιείται μέσα σε πολυεθνικότερα πλαίσια. Δυναμικότερες μορφές της κίνησης εδώ θα είναι -δίπλα στον Γιαννιό- ο Σ. Παπαδόπουλος, ο Ν. Βεζεστένης, ο Ι. Κουντούρης και ο Χουσεΐν Χιλμή. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο της Πόλης θα εκδώσει στα 1909-1910 την εφημερίδα «Εργάτης», σε ελληνική, τούρκικη, βουλγαρική και γαλλική γλώσσα.

Τα Σοσιαλδημοκρατικά Κέντρα έχουν, στα 1910, 33 στελέχη στη Θεσσαλονίκη, 15 στα Σκόπια, 11 στην Κωνσταντινούπολη, μικρότερες ομάδες στις άλλες πόλεις· στην Θεσσαλονίκη επηρεάζουν 4 συνδικάτα, 1 στα Σκόπια· ο αριθμός των μελών είναι βέβαια μικρός-θα πρέπει όμως να έχουμε ύπ’ όψη ότι η οργανωτική τακτική των Κέντρων ήταν θεληματικά «σεκταριστική», στενή, βασιζόταν στην διοργάνωση «επαγγελματιών» επαναστατών και όχι οργανώσεων μαζικών.

Παρ’ όλη την ενότητα της ιδεολογίας τους, τα Σοσιαλδημοκρατικά Κέντρα μένουν όμως αυτόνομα και ισότιμα· δεν υπάρχει ενιαίο κέντρο καθοδηγητικό τόσο στο Βόρειο Ελλαδικό χώρο όσο και στις άλλες περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όπου απλώνουν την δραστηριότητά τους.

Η Νεοτουρκική Επανάσταση οδηγεί σε ένα άλλο επίπεδο το νεογέννητο εργατικό κίνημα· το νεοτουρκικό κομιτάτο στην προσπάθειά του να κινητοποιήσει τις μάζες ενάντια στην αντίδραση -αλλά και στην σύμμαχή της δυτικοευρωπαϊκή ιδίως επιρροή- ανέχεται και υποβοηθά κάποτε τις απεργίες. «Οι απεργοί κυριαρχούν στην πόλη», αναφέρει μια έκθεση του γαλλικού προξενείου συνταγμένη στα τέλη Αυγούστου 1908· οι απεργίες έχουν πάρει τώρα απειλητική μορφή· οι καπνεργάτες πρωτοστατούν στην απεργιακή κίνηση, τους ακολουθούν οι εργάτες του εργοστασίου Ηλεκτρισμού, του φωταερίου, οι τροχιοδρομικοί, οι σιδηροδρομικοί, οι λιμενεργάτες, άλλα και οι υπάλληλοι του δημοσίου.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην προσπάθεια των ευρωπαϊκών προξενείων να μεταφερθούν Γιουρούκοι νομάδες, για να αντικατασταθούν οι απεργοί, το νεοτουρκικό κομιτάτο αντιδρά και δεν ενδίδει παρά μετά από παραστάσεις της Αυστρίας. Ο βαλής της Θεσσαλονίκης Χιλμή Πασάς επεμβαίνει άλλωστε άμεσα στην εργατική αναταραχή παίρνοντας το μέρος των απεργών· επιτυχαίνει μάλιστα να δοθεί, τέλη Νοεμβρίου 1908, πλήρης ικανοποίηση στα αιτήματά τους -η Οθωμανική Τράπεζα διαθέτει μετά από δική του εισήγηση τις αναγκαίες πιστώσεις που θα επιτρέψουν την αύξηση των ημερομισθίων κατά 15 ως 50% σύμφωνα με τις περιπτώσεις.

Η οικονομική κρίση του 1908 αν διευκόλυνε την επιτυχία του Νεοτουρκικού κινήματος, βοήθησε από την άλλη πλευρά την όξυνση της κοινωνικής συνείδησης· μέσα στις νέες συνθήκες ελευθερίας η κοινωνική συνείδηση του πληθυσμού πολιτικοποιείται με την σειρά της. Το εργατικό κίνημα στις μικρότερες πόλεις ιδιαίτερα θα υποταχτεί -με λίγες εξαιρέσεις- στις μικροαστικές εθνικιστικές κινήσεις που προϋπάρχουν· στη Θεσσαλονίκη αντίθετα θα αναπτυχθεί αυτόνομα.

Από τον Αύγουστο ως τον Οκτώβρη του 1908 ένα πρωτόφαντο απεργιακό κύμα απλώνεται σε όλες τις σημαντικές πόλεις του οθωμανικού κράτους -στην Μακεδονία η απεργία είναι γενική, συμμετέχουν κάπου 30.000 εργάτες, το σύνολο ουσιαστικά των εργατών της περιοχής.

Τα εργατικά συνδικάτα πριν τα 1908 είχαν στο σύνολό τους μία συντεχνιακή, φεουδαλική ακόμα μορφή. Όπως παντού, μέσα στον αργά αναπτυσσόμενο κάτω από τον οθωμανικό ζυγό βαλκανικό μικρασιατικό χώρο, πάτρωνάς τους εξακολουθεί, στο κατώφλι αυτό του 20ου αιώνα, να είναι ο δημοφιλέστερος των αγίων της περιοχής· ηγέτης τους ο πιο πετυχημένος δικηγόρος της συνοικίας. Συχνά άλλωστε η συντεχνιακή οργάνωση θα είναι τετμημένη σε ομάδες σύμφωνα με την γεωγραφική προέλευση του επαγγελματία· κάποτε μάλιστα αυτοί οι γεωγραφικής προέλευσης σύνδεσμοι θα είναι οι συσσωματώσεις που θα αντικαθιστούν εντελώς την ίδια την συντεχνιακή οργάνωση κατά επαγγέλματα.

Η διαφοροποίηση επέρχεται κάτω από τις πολλαπλές επιρροές που αναφέραμε μόνο μετά τα 1908. Στο διάστημα αυτό ξεχωρίζουν με την δραστηριότητά τους οι «στενοί» σοσιαλιστές των Σοσιαλδημοκρατικών Κέντρων. Μέσα στην Θεσσαλονίκη όμως, όπου ζει η πλειονότητα της εργατικής οθωμανικής τάξης, η δράση των «στενών» σοσιαλιστών προσκρούει στην ιδιορρυθμία της εθνολογικής σύστασης της πόλης την εποχή αυτή, προσκρούει ιδίως στο γεγονός ότι το πολυπληθές της προλεταριάτο αποτελείται κατά τα 2/3 από ισραηλίτες εργάτες.

Το έδαφος βέβαια καλλιεργείται και μέσα στο ισραηλιτικό στοιχείο από όλες τις προϋπάρχουσες του κινήματος ριζοσπαστικές πολιτικές ομάδες -όλες θα προσπαθήσουν να αυξήσουν την επιρροή τους και να αποκτήσουν θέσεις μέσα στο εργατικό κίνημα, θα διακριθούν όμως για την δυναμικότητα της δραστηριότητάς τους δύο τάσεις. Η πρώτη περιλαμβάνει στοιχεία ντόπια προσκείμενα στους τεκτονικούς κύκλους της Θεσσαλονίκης, η άλλη παλινοστήσαντες από το εξωτερικό, την Βουλγαρία και την Ρουμανία δασκάλους κυρίως, και λίγους εργάτες. Οι τεκτονικοί κύκλοι θα είναι που θα προσχωρήσουν πρώτοι· αμέσως μετά την παραχώρηση του Συντάγματος -αυτή ιδιαίτερα η ομάδα η προσκείμενη στον Ιωσήφ Νεχαμά- θα οργανώσουν τα πρώτα σωματεία με μικτή ακόμα, αρκετά πλατιά μορφή και μετριοπαθείς, συχνά οικονομικές μόνο, διεκδικήσεις. Η αστική ιδεολογική τοποθέτηση των ιδρυτών εδώ θα βαραίνει· οι πολιτικές θέσεις όπου υπάρχουν θα είναι πλατιάς συνεργασίας με τους Νεότουρκους και της κατά εθνότητες οργάνωσης των σωματείων. Η δεύτερη ομάδα αποτελείται από παλιά στελέχη της ρουμανικής και βουλγαρικής σοσιαλδημοκρατίας -αρκετοί πρόσκεινται στους «πλατείς» αντίθετους των «στενών» σοσιαλδημοκράτες της Βουλγαρίας, με θέσεις ποπουλιστικές. Μέσα τους ξεχωρίζει, ο γεννημένος στο Βιδίνι ισραηλίτης δάσκαλος, Αβραάμ Μπεναρόγια. Άλλοι πρόσκεινται στο αγροτικό ή στο αναρχικό κίνημα των δύο βορειότερων βαλκανικών χωρών, όπου είχαν εγκατασταθεί. Οι νεοεγκατεστημένοι ή παλινοστήσαντες στην Θεσσαλονίκη αυτοί, ισραηλιτικής εθνότητας, διανοούμενοι και εργάτες βρίσκονται και προσπαθούν να διοργανώσουν πολιτικά τα πιο εγρήγορα πνεύματα. Το Σεπτέμβρη του 1908 αποφασίζουν να συντονίσουν την δράση τους· ο Α. Μπεναρόγια -σε επαφή και με τον κύκλο του Ι. Νεχαμά- οργανώνει μια λέσχη που στόχο θα είχε τη διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών μέσα στους ισραηλιτικής εθνότητας εργάτες της Θεσσαλονίκης· η λέσχη έχει μεγάλη επιτυχία -τον Απρίλη του 1909 αριθμεί ήδη εκατοντάδες μέλη. Τον ίδιο αυτό μήνα αποφασίζεται η μετατροπή της λέσχης σε πολιτική οργάνωση -γραμματέας εκλέγεται ο Α. Μπεναρόγια· στην καινούργια οργάνωση θα δοθεί η ονομασία Εργατικός Σύνδεσμος Θεσσαλονίκης (Ασοσιασιόν Οβραδέρα ντε Σαλονίκα) [5].

Μια πρώτη μαζική δραστηριότητα του Εργατικού Συνδέσμου Θεσσαλονίκης είναι η διοργάνωση του εορτασμού -για πρώτη φορά- της εργατικής Πρωτομαγιάς στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η εκδήλωση -μια πολυάριθμη μέσα από τους δρόμους της Θεσσαλονίκης παρέλαση- είναι τόσο πετυχημένη ώστε προκαλεί για πρώτη φορά την αντίδραση του παντοδυνάμου τώρα, μετά την καταστολή της χαμιτικής αντεπανάστασης τον Μάρτιο του 1909, Νεοτουρκικού κομιτάτου. Μια σειρά από εργατικά νομοθετήματα ετοιμάζονται, τα γνωστά ως νόμοι του Φερίτ Πασά, που επιζητούν να βάλουν κάτω από κυβερνητικό έλεγχο τα συνδικάτα, απαγορεύοντας συνάμα την απεργία στους δημόσιους υπάλληλους και στους εργαζόμενους των κοινωφελών υπηρεσιών. Η νομοθεσία αυτή είναι ανάλογη με εκείνη των ευρωπαϊκών κρατών· εισηγητής της ήταν η γερμανική πρεσβεία, διοργανωτής τώρα μιας καινούργιας ευρωπαϊκής ηγεμονίας μέσα στην Αυτοκρατορία. Η εργατική αντίδραση στην νομοθεσία παίρνει μεγάλες διαστάσεις -διαδηλώσεις σημειώνονται σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Αυτοκρατορίας κέντρο όμως της αντίστασης είναι η Θεσσαλονίκη· 6.000 εργάτες παίρνουν μέρος σε μια μέσα από τους δρόμους των κάτω ισραηλιτικών συνοικιών διαδήλωση. Όπως όμως μας πληροφορεί η τοπική Προγκρέ, ο ιδεολογικός προσανατολισμός των διαδηλωτών είναι ακόμα συγκεχυμένος: τα συνθήματα «Ζήτω το διεθνές εργατικό κόμμα» διαδέχονται τις ζητωκραυγές για τον Σουλτάνο, τα «Ζήτω το προλεταριάτο» με τα «Ζήτω το Σύνταγμα», και αυτό σε πέντε ή έξι γλώσσες που την εποχή αυτή ομιλεί ο λαός της πόλης. Η επιτυχία της εκδήλωσης δίνει καινούργια ώθηση στην διοργάνωση της εργατικής τάξης -η κυβέρνηση μπρος στην αντίσταση υπόσχεται να περιορίσει το δικαίωμα της απεργίας μόνο ως προς τους δημοσίους υπαλλήλους και αυτούς που εργάζονται σε επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας [6].

Μια δεύτερη μεγάλη εργατική διαδήλωση πραγματοποιείται για την πρώτη επέτειο της νεοτουρκικής εξέγερσης. Στις 23 Ιούλη το απόγευμα, παρά τις συστάσεις του Νεοτουρκικού κομιτάτου να μην προχωρήσουν σε χωριστή εκδήλωση, χιλιάδες εργάτες κατακλύζουν πάλι τους δρόμους της πόλης υπακούοντας στην πρόσκληση τόσο του Εργατικού Συνδέσμου Θεσσαλονίκης, όσο και του Σοσιαλιστικού Κέντρου. Την επομένη, 24 Ιούλη 1909, οι δύο εργατικές οργανώσεις αποφασίζουν να συνενωθούν σε μια «Ομοσπονδία»- είναι η μέρα που γεννιέται η Εργατική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία της Θεσσαλονίκης, γνωστή από τον στην ισπανοεβραϊκή γλώσσα τίτλο της σαν «Φεντερασιόν». Eτσι οι εργατικές οργανώσεις της Θεσσαλονίκης αποφασίζουν να οργανωθούν τώρα σε γεωγραφική πλέον και όχι εθνική βάση -το νέο κόμμα θα θελήσει να είναι το τμήμα Θεσσαλονίκης ενός πανοθωμανικού σοσιαλιστικού κόμματος που, όπως αποφασίζει η νέα οργάνωση, «θα εργαστεί με όλες της τις δυνάμεις ώστε να ιδρυθεί σύντομα» [7].

Στην ιδρυτική συνέλευση της «Φεντερασιόν», που πραγματοποιείται τον Αύγουστο 1909 στη Θεσσαλονίκη τόσο το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο όσο και το αρμενικό «Χεντσάκ» -που είχαν προς στιγμή συγκατανεύσει στην ίδρυση ενός πανοθωμανικού σοσιαλιστικού κόμματος- παλινδρομούν και δεν συμμετέχουν· η νέα όμως οργάνωση έχει ήδη την υποστήριξη μιας συντριπτικής μέσα στην πόλη πλειονότητας. Στην συνέλευση του Εθνικού Ομοσπονδιακού Κόμματος (αριστερά της Ε.Ε.Μ.Ο.), που πραγματοποιείται την ίδια εποχή, η ίδρυση της «Φεντερασιόν» προκαλεί μάλιστα μια βαθιά κρίση -ο Ντιμιτάρ Βλάχωφ, ο γνωστότερος από τους ομοσπονδιακούς ηγέτες, εγκαταλείπει το Εθνικό Ομοσπονδιακό Κόμμα και προσχωρεί στην «Φεντερασιόν»- είναι ο πρώτος σοσιαλιστής βουλευτής που εκπροσωπεί τον βορειοελλαδικό χώρο στο οθωμανικό κοινοβούλιο.

Η «Φεντερασιόν» θέλησε να είναι, αρχικά μόνο, τμήμα ενός κινήματος σοσιαλιστικού οργανωμένου κατά εθνότητες σε ομοσπονδιακή βάση. Το ότι μέσα σε σοσιαλιστικά στοιχεία, στις άλλες εθνότητες, πρυτάνευσε η συγκεντρωτική και αντιομοσπονδιακή άποψη-και ότι μια τέτοια άποψη είναι δεμένη και με ιδεολογικές θέσεις ριζοσπαστικότερες- οδήγησε στην προσχώρηση τους και δημιουργία γύρω από την «Φεντερασιόν» και ενός κύκλου επιρροής πολυεθνικού αποτελούμενου από τα «κεντρίστικων» θέσεων στοιχεία. Έτσι, μέσα από τα πράγματα, και παρά την θέληση της ηγετικής ομάδας των στελεχών της, από τα 1910 ήδη η «Φεντερασιόν», είναι πολυεθνική οργάνωση.

Η «Φεντερασιόν» επιδίωξε όπως είδαμε να καθιερωθεί με την αναγνώριση από την Διεθνή. Η σχετική αλληλογραφία με το γραφείο της Διεθνούς χρονολογείται από την εποχή ακόμα του εργατικού Συνδέσμου Θεσσαλονίκης, τον Ιούνη του 1909. Η αίτησή της αρχικά προσκρούει στην αντίθεση του αρμενικού «Χεντσάκ» και των «Στενών», που κριτικάρουν την «Φεντερασιόν» για την χαλαρή μαρξιστική ιδεολογία της, καθώς και για την ομοσπονδιακή, ως προς την οργανωτική της μορφή, θέση της, που κατηγορούν σαν εθνικιστική. Τελικά στις 7.11.1909 η «Φεντερασιόν» θα αναγνωριστεί από το Διεθνές Σοσιαλδημοκρατικό Γραφείο σαν τμήμα Θεσσαλονίκης ενός μελλοντικού Πανοθωμανικού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Η «Φεντερασιόν» αναθέτει στον Σαούλ Ναούμ, κάτοικο Παρισιού, 11 οδός de la Grande Chaumiere, VI, την μόνιμη εκπροσώπηση της.

Η «Φεντερασιόν» δεν θα μπορέσει να συμμετάσχει η ίδια στο Συνέδριο της Σοσιαλδημοκρατικής Διεθνούς, που συνέρχεται στα 1910 στην Κοπεγχάγη. Σε μία επιστολή της προς το Γραφείο της Διεθνούς, θα επικαλεστεί την ισχνότητα των οικονομικών της, εξαντλημένων από τις δίκες και τις καταδιώξεις -η αλήθεια όμως είναι πώς η ίδια η προπαρασκευαστική επιτροπή του Συνεδρίου είχε υποδείξει την μη συμμετοχή της μακεδονικής οργάνωσης κάτω από την πίεση των βούλγαρων «Στενών», που αμφισβητούν ακόμα την γνησιότητα του σοσιαλιστικού της χαρακτήρα. Η «Φεντερασιόν» δεν θα γίνει αποδεκτή ούτε στο πρώτο βαλκανικό σοσιαλιστικό συνέδριο, που συνέρχεται στο Βελιγράδι.

Το συνέδριο αυτό, που συγκαλείται από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Σερβίας -κατά την απόφαση του Διεθνούς Συνεδρίου της Στουτγάρδης του 1907- αποβλέπει κυρίως στην ενοποίηση του σοσιαλιστικού κινήματος της Βουλγαρίας και στον από κοινού συντονισμό της πολιτικής των σοσιαλιστικών κομμάτων της Βαλκανικής για την «προστασία της ειρήνης, που απειλείται από τις διαμάχες των κυβερνήσεων χειραγωγουμένων από τις Δυνάμεις». Στο Συνέδριο τα Οθωμανικά Σοσιαλδημοκρατικά Κέντρα αντιπροσωπεύονται από 3 εκπροσώπους του τμήματος Σκοπίων, 1 της Θεσσαλονίκης και του Mοναστηριoύ (Β. Γκλαβίνωφ) και 1 της Πόλης.

Στη συνδιάσκεψη των Βαλκανικών σοσιαλιστικών οργανώσεων, που μετά το Συνέδριο συνέρχεται απ’ τις 25-12-1909 ως τις 7-1-1910 στο Βελιγράδι, αντιπροσωπεύουν τις σοσιαλιστικές οργανώσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκπρόσωποι των εφημερίδων «Ραμπότσνικ» (Εργάτης), Σκοπίων, «Εργάτης» (Ιστιράκ) της Κωνσταντινούπολης, «Εφημερίδα του Εργάτη» (Χορνάλ ντε Λαβοραδόρ) της Θεσσαλονίκης. Η πρώτη συνδιάσκεψη των σοσιαλδημοκρατικών οργανώσεων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας συγκαλείται κάτω από την πιεστική ανάγκη ενοποίησης των οργανώσεων, που δρουν στο μακεδονικό χώρο· την πρωτοβουλία για την σύγκληση της είχε το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο Κωνσταντινούπολης και τα δύο αρμένικα σοσιαλιστικά κόμματα. Η συνδιάσκεψη συνέρχεται στη Θεσσαλονίκη στις 1 Γενάρη 1911· μετέχουν 29 αντιπρόσωποι. Η «Φεντερασιόν» εκπροσωπείται από 5 αντιπροσώπους, από 4 το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, 1 το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο Κωνσταντινουπόλεως (τον Στ. Παπαδόπουλο), 5 το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο Σκοπίων, από 1 το Τέτοβο, η Μητροβίτσα, η Γευγελή, το Γκολούσεβο και το Μοναστήρι.

Στη συνδιάσκεψη τα Σοσιαλδημοκρατικά Κέντρα αρκούνται στο να καταγγείλουν την απολυταρχία και να υπογραμμίσουν τις δυνατότητες, που το νεοτουρκικό κίνημα ανοίγει για την ελεύθερη ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, «προϋπόθεση αναγκαία για την χειραφέτηση του προλεταριάτου». Η«Φεντερασιόν», αντίθετα, ενώ θα προχωρήσει στην καταγγελία της Ρωσίας και της Αυστρίας, των δυνάμεων δηλαδή εκείνων, που εξασκούνε δυναμικό, ανοιχτό και φιλοπόλεμο τρόπο την επιρροή τους στον οθωμανικό χώρο και τα Βαλκάνια, θα αρνηθεί να καταγγείλει παράλληλα και γενικότερα την αποικιοκρατική διείσδυση, την Ηγεμονία της Γαλλίας, της Μεγάλης Βρετανίας.

Πριν ακόμα ιδρυθεί η «Φεντερασιόν», ήδη τον Ιούλη του 1909 υπήρχαν στην Θεσσαλονίκη 19 εργατικά συνδικάτα με 7.000 μέλη· 8 από αυτά κατευθύνει ο Εργατικός Σύνδεσμος, 4 το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο, 1 οι Νεότουρκοι (τους λιμενεργάτες του Κερίμ Αγά) και 6 η ελληνική «Οργάνωση». Από τα 12 συνδικάτα που η Ομοσπονδία επηρεάζει στα 1910, μόνο 4 είναι πολυεθνικά, τα αλλά 8 είναι «εθνικά». Έτσι στα 1910 η «Φεντερασιόν» θα επηρεάζει το ισραηλιτικό σωματείο καπνεργατών με 1.000 μέλη, το ισραηλιτικό σωματείο των εμποροϋπαλλήλων με 30-50 μέλη -σε ένα σύνολο 500 συνδικαλισμένων του κλάδου· το ισραηλιτικό σωματείο των εργατών σιγαροχάρτων «Λουξ» με 500 μέλη και της εταιρείας «Αβενίρ» με 100 μέλη· τα βουλγαρικά σωματεία των τυπογράφων με 23 μέλη, υποδηματεργατών με 30 μέλη, χαλκουργών με 20 μέλη και ραπτεργατών με 20 μέλη. Επίσης μέσα σε μικτά σωματεία 40 από τους 300 εργάτες της μεταλλουργίας· 30 από τους 800 λευκοσιδηρουργούς, 50 υφαντουργούς και 40 λατόμους. Όσο και αν προέχει μέσα στην οργάνωση το ισραηλιτικό στοιχείο, ο χαρακτήρας της«Φεντερασιόν» είναι ήδη πολυεθνικός, ο μικρός ελληνικός πυρήνας του μικτού συνδικάτου των ξυλουργών είναι από τους δυναμικότερους, και ακόμα, ένας μουσουλμανικός πυρήνας με κύριο στέλεχος τον Χ. Ικσάν απλώνει την επιρροή της οργάνωσης μέσα στο μουσουλμανικό στοιχείο της πολιτείας. Από τον ουμανιστικό σλαβόφρονα κύκλο μετά τα 1909 είναι αλήθεια πως λίγα μέλη ξεφεύγουν απ’ την ακτινοβολία του Σοσιαλδημοκρατικού Κέντρου -μέσα σ’ αυτούς τους λίγους θα μείνουν ωστόσο ο Ντιμιτάρ Βλάχωφ και ο Άνγκελ Τόμωφ που θα συνεχίσουν ως τα 1913 να συνεργάζονται με την «Φεντερασιόν».

Όσο και αν η «Φεντερασιόν» από τον πρώτο ήδη χρόνο της ύπαρξής της αποτελεί την μόνη πολιτική οργάνωση που επηρεάζει τις μεγάλες εργατικές μάζες, ωστόσο η ακτινοβολία της αυτή δεν ξεπερνάει ακόμα στα 1910 τα όρια της πόλης· μόνο από τον τρίτο χρόνο της ίδρυσης της η «Φεντερασιόν» θα επεκταθεί μέσα από το πολυάριθμο καπνεργατικό σωματείο στην Καβάλα πρώτα, στην Δράμα, στις Σέρρες, στην Ξάνθη, στην Γευγελή μετά· από το τέλος ήδη του 1911 με ενισχυμένο τον πολυεθνικό χαρακτήρα της η «Φεντερασιόν» θα είναι αναμφισβήτητα η σημαντικότερη σοσιαλιστική οργάνωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία υπάρχουν στα 1910 γύρω στο 1.000.000 εργάτες· από αυτούς τα 10% είναι μουσουλμάνοι. Στο σύνολο αυτοί μόνο οι 150.000 είναι συνδικαλισμένοι, 60.000 στη Μακεδονία, 20.000 στην Κωνσταντινούπολη, 8.000 στη Σμύρνη· οι συνδικαλισμένοι έλληνες είναι 40.000, 35.000 οι μουσουλμάνοι, 20.000 οι ισραηλίτες, άλλοι 20.000 οι αρμένιοι· το τρίτο του αριθμού των οργανωμένων εργατών αποτελούν οι καπνεργάτες (50.000), 8.000 οι τυπογράφοι, 10.000 οι σιδηροδρομικοί· 100.000 εργάτες είναι «σοσιαλιστικής συνείδησης».

«Στη Θεσσαλονίκη», γράφει σε άρθρο του ο Α. Μπεναρόγια, «ξεχωρίζουν μέσα στους 30.000 εργάτες οι εμποροϋπάλληλοι· το σωματείο τους ιδρύθηκε τον Σεπτέμβρη 1908 από 550 άτομα, αλλά μέσα σε τρία χρόνια συγκέντρωνε 1.500 άτομα όλων των εθνοτήτων παρ’ όλο που το σωματείο αυτό διασπάζεται με την αποχώρηση των ελλήνων. Δίπλα του το σωματείο καπνεργατών συγκεντρώνει 3.200 ενεργά μέλη, 1.050 άνδρες, 2.150 γυναίκες και ανήλικους από τον αριθμό αυτό 500 είναι έλληνες, 400 μουσουλμάνοι, 200 εξαρχικοί και κάπου 2.000 ισραηλίτες». «…Το καπνεργατικό σωματείο διαιρείται σε 5 τμήματα, 3 στη Θεσσαλονίκη (χριστιανικό, ισραηλιτικό, μουσουλμανικό), 1 στο Κιλκίς και 1 στη Γευγελή. Το συνδικάτο σιγαροβιομηχανίας της Regie έχει 500 μέλη· 90 άνδρες, 410 γυναίκες και ανήλικους· 50 έλληνες, 40 εξαρχικούς, 10 μουσουλμάνους και 400 ισραηλίτες. Το συνδικάτο εργατών υφαντουργίας έχει 110 μέλη, 85 μέλη το τυπογραφικό -διαιρούμενο σε τμήμα εξαρχικό και ισραηλιτικό, το πρώτο πολύ δυναμικό, αποτελούμενο από τους 30 εργάτες των αστικών βουλγαρικών εφημερίδων, ιδρυμένο στα 1909, το δεύτερο με 55 μέλη ιδρυμένο στα 1910… Το συνδικάτο ραπτεργατών ιδρυμένο στα 1908 αποτελείται από 80 μέλη, 60 έλληνες και 20 ισραηλίτες. Άλλα 5 συνδικάτα συγκεντρώνουν 1.500 μέλη, από όλες τις εθνικότητες. Οι εργάτες δουλεύουν από 8,5-11 ώρες το εικοσιτετράωρο, με αμοιβή 15-53 γρόσια (4-12 χρ. δρχ.) οι άνδρες, 1-13 γρόσια (0,25-4 χρ. δρχ.) οι γυναίκες και οι ανήλικοι. Είναι ενδεικτικό, αναφέρει ο Α. Μπεναρόγια, ότι το μεροκάματο ήταν 15 γρόσια για τους άνδρες και 5 γρόσια για τις γυναίκες πριν το 1908, οπόταν και το ωράριο ήταν 12-13 ώρες αλλά ανεβαίνει σε 35 γρόσια για τους άνδρες και 10 γρόσια για τις γυναίκες το 8ωρο μετά την οργάνωση τους».

Η έκδοση ενός δημοσιογραφικού οργάνου είναι ένα πρώτο μέλημα της «Φεντερασιόν»· σ’ αυτήν αποβλέπει η ηγεσία της τόσο για την οργανωτική όσο και για την ιδεολογική της δράση. Η πρώτη εφημερίδα της, η «Χορνάλ ντε Λαβοραδόρ» – «Εφημερίδα του εργαζόμενου», εκδίδεται, όπως είδαμε, από τον Σεπτέμβρη ήδη του 1909, αρχικά σε τέσσερις (ισπανοεβραϊκή, ελληνική, βουλγαρική και τούρκικη) κατόπι σε δύο (ισπανοεβραϊκή και βουλγαρική) γλώσσες, σε τέσσαρα φύλλα με την πρώτη, σε πέντε με την δεύτερη μορφή [8]. Η έκδοσή της, για οικονομικούς λόγους, διακόπτεται τον Απρίλη του1910· θα την διαδεχτεί ένα χρόνο αργότερα η «Εργατική Αλληλεγγύη» – «Σολινταριδάδ Οβραδέρα» με εκδότη τώρα τον γραμματέα της οργάνωσης Α. Μπεναρόγια. Εβδομαδιαία, κατόπι δισεβδομαδιαία, τρισεβδομαδιαία υστερώτερα, φτάνει να κυκλοφορεί στα τέλη του 1911 σε 3.000 αντίτυπα, κατακτώντας έτσι την πρώτη κυκλοφορία στην Θεσσαλονίκη· η έκδοση της θα σταματήσει όμως μετά το κύμα των διώξεων της άνοιξης του 1912.

Την «Χορνάλ ντε Λαβοραδόρ» και την «Σολινταριδάδ Οβραδέρα» θα διαδεχθεί στα 1912, λίγο πριν την απελευθέρωση, το «Αβάντι» – «Εμπρός». Εφημερίδα καθημερινή, θα διευθύνεται αρχικά από τον Α. Μπεναρόγια, και κατά την διάρκεια της εξορίας του, από τον Α. Αρντίττι. Κύριοι συνεργάτες θα είναι ο Νταβίντ Ρεκανάτι, ο Ζ. Χασσόν, ο Ζακ Βεντούρα, ο Α. Κοέν, ο Ε. Σιντή, ο Α. Σασσόν και ο Ζ. Αμαρίλλο. Το «Αβάντι» θα ζήσει πολλά, 24 κάπου χρόνια· θα επιζήσει και αυτής της «Φεντερασιόν» καθιστάμενο μετά τα 1918, και οριστικά μετά τα 1923 -τοπικό, για την ισραηλιτική κοινότητα προορισμένο, δημοσιογραφικό όργανο του Κ.Κ.Ε., κάτω από την διεύθυνση τώρα του Ζ. Βεντούρα, του Ι. Καράσσο και του Ν. Μαμαγκάκη.

Εκτός από τον «Εργάτη» – «Ιστιράκ» του Σοσιαλδημοκρατικού Κέντρου της Κωνσταντινούπολης διευθυνόμενου από τον Ν. Βεζεστένη και τον Χουσεΐν Χιλμή, στην Θεσσαλονίκη κυκλοφορεί ανάμεσα στους σιδηροδρομικούς εργάτες, και η εφημερίδα «Ζουρνάλ ντυ Τραβαγγέρ», όργανο των σιδηροδρομικών της Μικρασίας, εκδιδόμενο στην Σμύρνη, σε γαλλική, τουρκική και ελληνική γλώσσα. Μετά την ίδρυση του Τουρκικού Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, στα 1911 και την παύση, κατόπιν των διώξεων, της λειτουργίας του «Εργάτη», τον διαδέχονται η εφημερίδα «Σοσσιάλ» και «Ινσαριέττ»· εκδίδονται στην Πόλη, κυκλοφορούν περιορισμένα στην Θεσσαλονίκη.

Στο Μοναστήρι το τοπικό Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο εκδίδει ανάμεσα Γενάρη 1909 και Απρίλη 1911 την εφημερίδα «Ραμποτνίτσεσκα Ίσκρα» – «Εργατική Σπίθα»· η κυκλοφορία της ελάχιστη, αποβλέπει κυρίως στην εξάπλωση της επιρροής των «Σοσιαλδημοκρατικών Κέντρων» στην βόρεια Μακεδονία. Τα πέντε πρώτα φύλλα της εφημερίδας συντάσσονται στα βουλγαρικά αποκλειστικά -τα 40 άλλα στα βουλγαρικά και γαλλικά. Από τα τέλη του 1910 η έκδοσή της γίνεται στην Θεσσαλονίκη. Η «Ραμποτνίτσεσκα Ίσκρα» χρονολογικά είναι η πρώτη εργατική εφημερίδα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία· όμως και κατά την περίοδο της έκδοσής της στην μακεδονική πρωτεύουσα η στοιχειοθέτηση της εξακολουθεί να γίνεται στη Σόφια.

Πώς διαμορφώνεται η ιδεολογία της «Φεντερασιόν» τώρα που η οργάνωσή της απλώνεται σε όλη την Μακεδονία; Είδαμε πως ο αρχικός πυρήνας της σχηματίστηκε από τα ουμανιστικά, ζωρεσιανής τάσης, γύρω στον Ι. Νεχαμά εντόπια στοιχεία, και από τον κύκλο του Α. Μπεναρόγια -λαϊκότερης προέλευσης και πιο επηρεαζόμενης από τον μαρξισμό. Οι άλλες ιδεολογικές τάσεις περιθωριακά μόνο και έμμεσα αρχικά θα την επηρεάσουνε, οι πιο ορθόδοξοι μαρξιστές συσπειρώνονται γύρω από τα Σοσιαλδημοκρατικά Κέντρα. Οι λαϊκίστικοι εθνικιστικοί κύκλοι συσπειρώνονται γύρω από το κόμμα του Σαντάνσκι, σε ό,τι αφορά τους εξαρχικούς, γύρω από το Νεοτουρκικό κομιτάτο σε ό,τι αφορά τους μουσουλμάνους, γύρω από τις εθνικές λέσχες τους σε ό,τι αφορά τους έλληνες ή τους εβραίους.

Η σκέψη του Μαρξ γίνεται γνωστή στους ισραηλιτικούς κύκλους της Θεσσαλονίκης από μια επιλογή από το Μανιφέστο και το Κεφάλαιο ιδίως, που δημοσιεύει η «Σολινταριδάδ Οβραδέρα» στις αρχές του 1911, λίγο πριν κλείσει· αυτή θα μείνει η μόνη μαρξιστική τροφή που δίνεται στις εργατικές μάζες της πολιτείας στις εντόπιες γλώσσες. Ο μαρξισμός αυτός της «Φεντερασιόν» δεν είναι όμως παρά ο μαρξισμός του Κάουτσκυ -της «κεντρώας» τάσης· την δική του ερμηνεία θα δώσουν στην μαρξιστική ιδεολογία οι διανοούμενοι της οργάνωσης. Στα 1908 έχει ήδη προχωρήσει η αφομοίωση του προλεταριάτου των αναπτυγμένων οικονομικά χωρών στο καθέκαστα κράτος τους· η εκμετάλλευση των αποικιών, βάση της ευρωστίας αυτών των χωρών, είναι μια κατάσταση αποδεκτή πια από την ίδια την πλειοψηφούσα τάση της Δεύτερης Σοσιαλιστικής Διεθνούς. Αν για τον μέγιστο των αναθεωρητών Μπερνστάϊν, ηγέτη της «δεξιάς» τότε σοσιαλδημοκρατίας, το αποικιακό ζήτημα ταυτίζεται απλά με το πρόβλημα της επέκτασης του πολιτισμού, για τον Ζωρές, και την «κεντριστική» ιδεολογία του Γραφείου της Διεθνούς, ο ιμπεριαλισμός είναι ένα αναγκαίο κακό -φτάνει στο να εξανθρωπίσει κανείς τις αποικιοκρατικές μεθόδους, φτάνει στο να πιέζει η σοσιαλδημοκρατία την αστική τάξη, εξαναγκάζοντάς την σε μια αποικιακή πολιτική «ανθρωπιστική» για να έχει την συνείδηση της ήσυχη. «Οι μακρινές διέξοδοι είναι αναγκαία προϋπόθεση για ψηλότερες εργατικές απολαβές», διακηρύσσει ο Ζωρές στα 1903. «Στους λαούς αυτούς, λαούς-παιδιά, δεν χρειάζεται να τους εμφυσήσουμε παρά μερικές πολύ απλές έννοιες της γαλλικής γλώσσας και ιστορίας, του εμπορίου, της χριστιανικής θρησκείας…», θα γράψει στο Άλμπι στα 1884 και θα διακηρύξει στο Λονδίνο, 12 χρόνια αργότερα: «το ιδεώδες της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής ως προς τις αποικίες θα ήταν να επιβάλλουμε την διεθνοποίηση, την από κοινού εκμετάλλευσή τους». Στις απόψεις του συνοψίζονται οι θέσεις της «ουμανιστικής» μη μαρξιστικής σοσιαλδημοκρατίας πάνω στο θεμελιακό τούτο πρόβλημα. Από το Συνέδριο ήδη του Λονδίνου, στα 1896, η πλειονότητα της Διεθνούς είχε έτσι αποδεχθεί την αποικιοκρατική πολιτική σαν μια αναγκαιότητα φροντίζοντας ωστόσο να καλύψει τις αμφιβολίες και τις τύψεις της για μια τέτοια στάση καταδικάζοντας με ένα αμφίρροπο ψήφισμα «την επέκταση του πεδίου της κεφαλαιοκρατικής εκμετάλλευσης αποκλειστικά για τα συμφέροντα της αστικής τάξης». Η μειονότητα, που ακόμα αντιστέκεται στην αποδοχή μιας τέτοιας θέσης, συγκεντρώνεται γύρω από την αριστερά της γερμανικής και της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας, την Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Λένιν. Όμως και η Ρόζα Λούξεμπουργκ δεν έχει ακόμα διατυπώσει θεωρητικά τις θέσεις της μπρος στο ιμπεριαλιστικό φαινόμενο – ακόμα δεν το θεωρεί πρωταρχικό παράγοντα στις ταξικές αντιθέσεις της εποχής, όπως δεν τις έχει ακόμα συστηματοποιήσει και διατυπώσει και ο ίδιος ο Λένιν. Οι διαφορετικές αυτές θέσεις στα πλαίσια μέσα της Β’ Διεθνούς θα οδηγήσουν στην οριστική διάσπασή της ύστερα από την Οκτωβριανή επανάσταση· ήδη ο ηγέτης της αριστεράς θα έχει διατυπώσει την θέση του για τον κύριο ρόλο του ιμπεριαλισμού στο σύγχρονο στάδιο του καπιταλισμού, καθορίζοντας την αντίθεση ανάμεσα στις αναπτυγμένες και στις υποανάπτυκτες χώρες, το αποικιοκρατικό φαινόμενο, σαν μία από τις τρεις πρωταρχικές αντιθέσεις στην πάλη των τάξεων. Όμως οι θέσεις της μειονότητας θα έχουν αρχίσει να επηρεάζουν όλο και πλατύτερα τμήματα της κεντρώας τάσης ήδη από τα 1905. Η Νεοτουρκική Επανάσταση του 1908 έρχεται, μετά την ρωσική του 1905 και την περσική του 1906, να επιταχύνει μέσα στην σοσιαλδημοκρατία την συνειδητοποίηση του ιμπεριαλιστικού φαινομένου. Καινούργιοι δρόμοι, άλλες προοπτικές φαίνονται τώρα να ανοίγονται, εκεί όπου ο ρεφορμισμός της ηγεσίας είχε ορθώσει αδιέξοδα στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης. Μέσα στην αριστερή πτέρυγα της Διεθνούς που τώρα σχηματοποιείται, οι μπολσεβίκοι, οι «τριμπουνίστ» της Ολλανδίας και αυτοί που λίγο αργότερα θα ονομαστούν στη Γερμανία «Σπαρτακιστές» αποτελούν μια ίδια ενότητα βασισμένη στην μαρξιστική ιδεολογία τους· δίπλα τους μια συγγενική ομάδα με παρόμοιες σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της αποικιοκρατίας θέσεις, θα σχηματιστεί, ακριβώς από τους παλιούς θεωρητικούς της «εξανθρωπισμένης αποικιοκρατίας» τους οπαδούς του ουμανιστικού, μη επιστημονικού σοσιαλισμού του Ζωρές, συνεπαρμένους τώρα από «τον βάρβαρο ασιάτη που φαίνεται να εκπολιτίζεται γρηγορότερα από την ανεπτυγμένη Ευρώπη». Κάτω από την πίεση τόσο της αριστεράς όσο και της κεντρώας τάσης, στο Συνέδριο της Κοπεγχάγης συντελείται έτσι η απαρχή -δειλά ακόμα- μιας ιδεολογικής στροφής στον τρόπο που η διεθνής σοσιαλδημοκρατία αντιλαμβάνεται τον ιμπεριαλισμό σαν συντελεστή των κοινωνικών αντιθέσεων.

Το Συνέδριο στην απόφαση του σχετικά με το Οθωμανικό Κράτος καταγγέλλει την «αποικιακή πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων σαν αιτία της διαμάχης ανάμεσα στις εθνότητες της Αυτοκρατορίας». Η απόφαση της Κοπεγχάγης για την αναγκαιότητα μιας δημοκρατικής συνεννόησης των βαλκανικών χωρών, «μόνης ικανής να τις αντιπαραθέσει αποτελεσματικά ενάντια στην καπιταλιστική και αποικιοκρατική Ευρώπη», μένει όμως μια πλατωνική επίκληση παρμένη κάτω από τις πιέσεις της βαλκανικής σοσιαλδημοκρατίας.

Για τους αστικούς ουμανιστικούς κύκλους η ειρήνη και η συνεργασία των βαλκανικών εθνών είναι η μόνη εγγύηση της φυσικής ύπαρξης της κοινωνίας τους -κάθε εθνικιστική έξαρση γίνεται έτσι θανάσιμα επικίνδυνη και μόνη λύση δυνατή μένει να προτείνεται η αποδοχή της περαιτέρω αφομοίωσης σε μια μελλοντική «εκδημοκρατισμένη Ευρώπη». Ο σοσιαλισμός δεν γίνεται συνειδητός μέσα στον προωθημένο μεταπρατικό κόσμο σαν κίνημα ανυποταξίας, σαν εξέγερση ενάντια στην αδικία του κατεστημένου αλλά σαν κίνημα αφομοίωσης με τον πολιτισμό, με τις προωθημένες θέσεις της Ευρώπης. Έτσι συνεχίζουν να ορθώνονται εμπόδια στην οικοδόμηση μιας ενιαίας, ανάμεσα στις διάφορες εθνότητες, κοινωνικής συνείδησης και η συνειδητοποίηση της κοινωνικής πραγματικότητας, του ιμπεριαλισμού και της κοινωνικής πάλης· πραγματοποιείται από τις ανάλογες ταξικές ομάδες ορισμένων μόνο εθνοτήτων, όσων διαθέτουν, έστω μερικά, μια παραγωγική λειτουργία οικονομική δεμένη με την αυτοτελή ανάπτυξη του εθνικού χώρου τους.

Αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει στους ισραηλιτικούς κύκλους της Μακεδονικής πρωτεύουσας, στους σλαβόφωνους κύκλους της επαρχίας οι βουλγαρικές εκδόσεις του Πλεχάνωφ και οι μαρξιστικές δημοσιεύσεις ιδιαίτερα των «Στενών» επιτρέπανε μια σχετικά πλατιά διάδοση της μαρξιστικής ιδεολογίας.

Οι θεοσοφιστικές και φαβιανές εκδόσεις του Πλάτωνα Δρακούλη, όπως και το ίδιο το περιοδικό του, η «Έρευνα», ελάχιστα ήταν γνωστές στην Μακεδονία έξω από τον ολιγάριθμο – ελληνικό ουμανιστικό κύκλο της Θεσσαλονίκης.

Από την άλλη μεριά στην διανόηση της Θεσσαλονίκης, γαλλομαθή στο σύνολό της αλλά συχνά και πολύγλωσση, κυκλοφορούν πλατιά τα έργα του Ζωρές, όπως και η «Πετίτ Ρεπυμπλίκ» και η «Ουμανιτέ»· επίσης πλατιά διαβάζεται και ο Γκεντ, όπως και ο Κάουτσκυ.

Μια άλλης υφής ιδεολογική επίδραση αναπτύσσεται στην Θεσσαλονίκη γύρω από τον Ζιγιά Γκοκάλπ και το περιοδικό του «Τουρκ Γιουρντού»· στα χρόνια 1909-1910 εκφράζει τα πιο ριζοσπαστικά μουσουλμανικά στοιχεία της Αυτοκρατορίας. Η πολεμική του «Τουρκ Γιουρντού» κατευθύνεται κυρίως ενάντια στην ηγεμονία μέσα στον οθωμανικό χώρο των Μεγάλων Δυνάμεων· είναι η κύρια εστία προώθησής της με γρήγορα βήματα συντελούμενης αφομοίωσης του νεοτουρκικού κινήματος από τον γερμανικό ιμπεριαλισμό· αλλά και στην δημιουργία μέσα στους σοσιαλδημοκρατικούς κύκλους μιας αντιδυτικιστικής συνείδησης.

Στην ανάπτυξη μιας τέτοιας τάσης κυριαρχικής σημασίας θα είναι και η συμβολή του σοσιαλιστικού κύκλου που δρα γύρω από τον Πάρβους, στα χρόνια αυτά εγκατεστημένου στην Κωνσταντινούπολη. Στον Πάρβους, από τα γνωστότερα στελέχη της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, έχει ανατεθεί ανεπίσημα από το Γραφείο της Διεθνούς η εποπτεία και ο συντονισμός της σοσιαλιστικής δράσης, τόσο στα ελεύθερα βαλκανικά κράτη όσο και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Πάρβους έχει αφομοιώσει, επηρεασμένος από την Ρόζα Λούξεμπουργκ, όσα λίγα από τα ηγετικά στελέχη της Διεθνούς, τις θεμελιακές στον περιφερειακό ευρωπαϊκό χώρο αντιθέσεις, αυτές ανάμεσα στα βιομηχανικά αναπτυγμένα κράτη και τους υποανάπτυκτους οικονομικά λαούς της υφηλίου. Η τακτική που ακολουθεί την δράση του είναι ωστόσο εκλεκτικιστική, δίχως σαφείς προοπτικές, «οπορτουνιστική», όπως θα την ονόμαζε μια γνωστή κοινωνιολογική διάλεκτος. Στην κυριαρχούσα ακόμα στον οθωμανικό χώρο ηγεμονία της Γαλλίας και της Αγγλίας, ο Πάρβους αποφασίζει να αντιτάξει την γερμανική πολιτική· είναι φανερό ότι για την επιτυχία του παιγνιδιού του έχει έρθει σε πρόσκαιρη συνεννόηση με την Βίλχεμστράσσε, το υπουργείο εξωτερικών του Πρώτου Ράιχ, με την «Όριεντ Μπάνκ», ακόμα κύριο μέσο συντονισμού της γερμανικής διείσδυσης στον χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας· παρασύρει στην τέτοια πολιτική και την αριστερή, γύρω από τον Α. Χασσόν, πτέρυγα της «Φεντερασιόν».

Η ιδεολογία της «Φεντερασιόν» στα πρώτα αυτά χρόνια της δράσης της χαρακτηρίζεται έτσι από την αντίφαση ανάμεσα στην στρατηγική της από την μια πλευρά, που κατευθύνεται εναντίον των φεουδαλικών καταλοίπων και της θεμελιακής μέσα στο Οθωμανικό Κράτος αντίθεσης από την άλλη πλευρά, ανάμεσα στην εντόπια κοινωνία και την αποικιοκρατική -πολιτικής και οικονομικής υφής- επικυριαρχία της Ευρώπης. Οι ηγέτες της οργάνωσης ποτισμένοι με την φράγκικη κουλτούρα και πολιτισμό βλέπουν με τα μάτια αυτής της αφομοιωμένης στο αποικιοκρατικό σύστημα ριζοσπαστικής Ευρώπης, αδυνατούν να οργανώσουν την βαθύτερη αντίθεση, να ξεσκεπάσουν τον υποτελή χαρακτήρα της ντόπιας αστικής τάξης. Στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης, όπου η ισραηλιτική κοινότητα κυριαρχεί αριθμητικά, η τέτοια παρεκτροπή της ριζοσπαστικής ιδεολογίας οξύνεται· η αλλοτρίωση είναι διπλή, προς την Ευρώπη πρώτιστα αλλά και προς την κοινότητα.

Τα ψηλά τείχη που χωρίζουν τις εθνότητες ενισχύονται όπως είδαμε από την πρόσδεση της καθεμίας και σε διαφορετικό ευρωπαίο προστάτη. Η μεταπρατική αλλοτρίωση δεν είναι λιγότερο έντονη στην ισραηλιτική κοινότητα απ’ ό,τι είναι μέσα στην ελληνική «αστική» τάξη· για τα φιλελεύθερα στοιχεία της ισραηλιτικής κοινότητας η πρόοδος περνά αναγκαστικά από την ολοκλήρωση της αφομοίωσης στην ευρωπαϊκή κουλτούρα. Η επανάσταση έτσι, δεν προτείνεται σαν η μέθοδος της αλλαγής, ούτε υπογραμμίζεται η ιδιαιτερότητα, σαν υποκείμενου πλέον της ιστορίας, της εργατικής τάξης· συχνά ο ιδεολογικός αγώνας περιορίζεται σε μια ειρηνόφιλη και ουμανιστική προσπάθεια καταστολής των εθνικιστικών παθών -χτυπιέται ο εθνικισμός των βαλκανικών εθνοτήτων αλλά και ο σιωνισμός, εθνικισμός της ισραηλιτικής μικροαστικής τάξης.

Ο Α. Μπεναρόγια εκδίδει περισσότερο από δέκα μπροσούρες αυτό τον καιρό πάνω σε θέματα πολεμικής με τα Σοσιαλδημοκρατικά Κέντρα, αλλά και πάνω σε αντισιωνιστικά και αντισωβινιστικά θέματα -είναι η εποχή που ο Μπεν Τσβι και ο Μπεν Γκουριόν εγκατεστημένοι στην Κωνσταντινούπολη διοργανώνουν την σιωνιστική προπαγάνδα μέσα στις ισραηλιτικές κοινότητες της Τουρκίας [9]. Συγχρόνως ο Α. Μπεναρόγια επιβλέπει στην παγίωση της επιρροής της «Φεντερασιόν» μέσα στα συνδικάτα. Για να έχει καλύτερο αποτέλεσμα στην δράση του, εργάζεται πρώτα σαν καπνεργάτης, μετά σαν τυπογράφος· θα είναι ο κύριος οργανωτής έτσι του πολυάριθμου και δυναμικού καπνεργατικού σωματείου της Θεσσαλονίκης όπου αντιμάχεται με επιτυχία τις ρεφορμιστικές θέσεις του Ζακ Αμόν και Ιωσήφ Χασάν.

Άλλος δυναμικός διοργανωτής της «Φεντερασιόν» είναι ο Αλμπέρτο Γιουδά Αρντίττι. Γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας -ο πατέρας του είναι γνωστός χαρτέμπορος- έχει γερή γαλλική μόρφωση, είναι απόφοιτος του γνωστού εκείνη την εποχή Κολεγίου Αλατίνι. Ο Αλμπέρτο Γιουδά Αρντίττι στα πρώτα νεανικά του χρόνια ήταν μία δημοφιλής μορφή του τεκτονικού κύκλου των «Αντίμ». Από τούς λίγους που γνώριζε τα έργα του Λένιν, βάσιζε ωστόσο την κοσμοθεωρία του κυρίως στον Φουριέ, τον Προυντόν και τον Ζωρές. Στην δραστηριότητά του οφείλεται η δημιουργία της κοοπερατίβας «Ποπολάρ»· για όλο αυτό το διάστημα ήταν ο κύριος οικονομικός χορηγός της οργάνωσης.

Ο Αμπραάμ Χασσόν είναι το ηγετικό στοιχείο της πιο επαναστατικής τάσης. Ράπτης ο ίδιος, καταγόμενος από την Στρώμνιτσα, ήταν παλιότερα μέλος των «Στενών». Η τάση Χασσόν αντιμάχεται ιδιαίτερα τα τεκτονικά μέσα στην «Φεντερασιόν» στοιχεία· ο ίδιος ο Α. Χασσόν θα φτάσει να παραιτηθεί, προσωρινά, σαν η οργάνωση αποφασίσει την από κοινού με τούς τέκτονες εκδήλωση συμπαράστασης προς τον ισπανό αναρχικό δάσκαλο Φερέρ του οποίου η σε θάνατο καταδίκη είχε ξεσηκώσει στα 1909 την παγκόσμια κοινή γνώμη [10].

Το φθινόπωρο του 1909 οι θέσεις της «Φεντερασιόν» σκληρύνονται. Υιοθετείται μια πρόταση του Αμπραάμ Χασσόν εναντίον της συνεργασίας των τάξεων και της αυτόνομης μέσα στο σοσιαλιστικό κίνημα διοργάνωσης των εθνοτήτων· την ίδια εποχή η πολεμική εντείνεται ανάμεσα στην «Φεντερασιόν» και στον θεσσαλονικιώτικο τεκτονισμό παρ’ όλες τις συμβιβαστικές προσπάθειες του Ιωσήφ Χασάν, ηγέτη της συντηρητικότερης μέσα στην οργάνωση τάξης. Από τα 1910 άλλωστε θα αρχίσουν να παραμερίζονται από την ηγεσία της «Φεντερασιόν» τα πρώτα -αστικής ιδίως ή μικροαστικής προέλευσης- διανοούμενα ηγετικά της στελέχη. Τώρα θα είναι νέοι άνθρωποι, οι βγαλμένοι στην επιφάνεια από τους απεργιακούς αγώνες του 1908-1909, που θα ζητήσουν να κυριαρχήσουν. Η όλη ιδεολογία της οργάνωσης θα γίνει καθαρότερα μαρξιστική· αυξάνεται το κύρος του επιστημονικού σοσιαλισμού· υποχωρούν κάπως οι ζωρεσιανές επιδράσεις.

Μόνο μετά τα 1909, στην Κωνσταντινούπολη, δίπλα στους ολιγάριθμους έλληνες, ισραηλίτες και βούλγαρους σοσιαλιστές του Σοσιαλδημοκρατικού Κέντρου και στους αρμένιους σοσιαλδημοκράτες του «Χεντσάκ» – θα επεκταθεί η σοσιαλιστική συνείδηση στις πιο ριζοσπαστικές συνειδήσεις της μουσουλμανικής εθνότητας.

Τα στοιχεία αυτά ιδρύουν τον Σεπτέμβρη του 1910 το Οθωμανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Την οργάνωση αυτή, που αρνείται να αναγνωρίσει σαν νόμιμη η νεοτουρκική κυβέρνηση, επηρεάζει ιδεολογικά ο Ρεφίκ Νεβζάτ και ο ζωρεσιανός κύκλος των μουσουλμάνων εξόριστων του Παρισιού· πρόεδρός της θα είναι ο Χουσεΐν Χιλμή, πρώην αξιωματικός της χωροφυλακής που από τον Ιούλη του 1907 εξέδιδε μια ριζοσπαστική εφημερίδα στη Σμύρνη μαζί με έναν άλλο σμυρνιό μουσουλμάνο, τον Μεχμέτ Μεχζέτ, την «Μεββερίτ». Οι «Times» του Λονδίνου μας περιγράφουν τον Μεχμέτ Μεχζέτ σαν «μια πολύ ενδιαφέρουσα μορφή της Σμυρναϊκής κοινωνίας, γνωρίζουσα την Τουρκική, Αραβική, Περσική, Γαλλική, Αγγλική, Γερμανική και Ελληνική γλώσσα, διευθυντή τμήματος πολιτικών υποθέσεων στο βιλαέτι Σμύρνης· ηγέτη της παράνομης τότε νεοτουρκικής κίνησης, που φυλακίστηκε για να αποφυλακιστεί μετά την ανακήρυξη του Συντάγματος που αρνήθηκε να αναλάβει την παλιά θέση του για να αφιερωθεί, ως θα πει, στον λαό».

Ο παρισινός σοσιαλδημοκρατικός κύκλος εκδίδει την πολυγραφημένη και διμηνιαία «Μπεσσεριέτ»· στις 19 Οκτώβρη 1911 ο σοσιαλδημοκρατικός παρισινός κύκλος -6 άτομα συνολικά- θα μετονομαστεί και αυτός σε Οθωμανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Και τα δύο αυτά τμήματα του Οθωμανικού Σοσιαλιστικού Κόμματος ουσιαστικά εκφράζουν τις πανοθωμανικές τάσεις της μετριοπαθούς προοδευτικής μουσουλμανικής διανόησης – δεν αναπτύσσονται σε μαζικά κινήματα, ούτε και καταφέρνουν να επηρεάσουν τις μουσουλμανικές μάζες· έρμαιες αυτές της θεοκρατούμενης ιδεολογίας τους, που και όταν γίνεται αντιολιγαρχική -όπως μέσα στην κίνηση των Μπεκτασήδων- παραμένει ασκητική και αντικοσμική, με τον κύριό της προβληματισμό έξω από τα γήινα και την κοινωνική πάλη.

Έξω από την «Φεντερασιόν», τα Σοσιαλδημοκρατικά Κέντρα μένουν τα πιο αξιόλογα κέντρα δράσης μέσα στην εργατική τάξη. Τα Σοσιαλδημοκρατικά Κέντρα της Μακεδονίας συνενώνονται τον Νοέμβρη του 1909 σε μια ενιαία οργάνωση, με την προοπτική να πάρουν μέρος στο πρώτο σοσιαλιστικό συνέδριο των Βαλκανίων, που έχει συγκληθεί για τον Δεκέμβρη 1909 στο Βελιγράδι [11]. Στην Κωνσταντινούπολη το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο επηρεάζει τα ελληνικά σωματεία των υποδηματοποιών, ραπτεργατών και τυπογράφων· το γαλλικό σωματείο των τυπογράφων -με 350 μέλη-, το αρμενικό σωματείο τυπογράφων και το σωματείο σιδηροδρομικών -διεθνές αυτό- επίσης «ολίγους τούρκους», συνολικά έχει 20-30 μέλη και 500-1.000 συμπαθούντες, μια επιρροή δηλαδή πολύ μικρότερη μέσα στο εκατομμύριο των κατοίκων της πρωτεύουσας από εκείνον της «Φεντερασιόν» στη Θεσσαλονίκη [12].

Στα 1910 εκτός του τύπου της «Φεντερασιόν» εκδίδονται και μία σοσιαλιστική βουλγαρική εφημερίδα στη Θεσσαλονίκη και πέντε σοσιαλιστικές αρμένικες εφημερίδες -τέσσερις του «Ντασνάκ», ανά μία στην Κωνσταντινούπολη, την Ερζερούμ, το Καρς και την Τραπεζούντα· και μια στην Κωνσταντινούπολη, του «Χεντσάκ». Οι σοσιαλιστές βουλευτές είναι επτά· ένας του «Χεντσάκ», πέντε του «Ντασνάκ» και ένας «βούλγαρος», ο Ντ. Βλάχωφ, που εκπροσωπεί όπως είδαμε τις ισραηλιτικές ιδίως σοσιαλιστικές μάζες της μακεδονικής πρωτεύουσας.

Από τον Γενάρη του 1910 η ριζοσπαστική περίοδος στην νεοτουρκική πολιτική τελειώνει· μια σειρά αντεργατικών μέτρων συνδυασμένη με μια σειρά μέτρων εναντίον της αντιπολίτευσης δηλώνει την πλήρη τώρα κυριάρχηση του νεοτουρκικού κινήματος από τα συντηρητικότερα στοιχεία του, την αφομοίωσή του στην γερμανική πολιτική. Αφορμή για την λήψη των καταπιεστικών μέτρων δίνει μια δυναμιτιστική απόπειρα εναντίον του κτιρίου της Βουλής οργανωμένη, όπως αποδείχνεται, από αντιδραστικά στοιχεία· η κυβέρνηση χτυπά δεξιά και αριστερά, την Φιλελεύθερη Συνεννόηση αλλά και τον μικρό κύκλο των σοσιαλιστών μουσουλμάνων· από τον Γενάρη ως τον Ιούλη του 1910 δεκάδες εργατικά στελέχη εξορίζονται.

Για όλη την διάρκεια του 1910 ακόμα και η «σκληρή» νεοτουρκική πολιτική ασκείται μέσα στα συνταγματικά πλαίσια, που η μεταβολή του 1908 έθεσε. Έτσι οι διώξεις ασκούνται με την επίκληση του νόμου που παραχωρεί την δυνατότητα νόμιμης πολιτικής δραστηριότητας μόνο σε οργανώσεις εγκεκριμένες από ένα Ειδικό Δικαστήριο. Περίφημη έγινε η δίκη του καπνεργατικού σωματείου κάτω από μια τέτοια κατηγορία παράνομης δραστηριότητας. Παρά τις προσπάθειες, που τώρα συντονίζει από το Παρίσι με μεγάλη ενεργητικότητα ο Σ. Ναούμ, η «Φεντερασιόν» αναγκάζεται να κλείσει τα γραφεία και τη λέσχη της τον Νοέμβρη του 1910 – στις αρχές Νοέμβρη συλλαμβάνεται και ο Α. Μπεναρόγια με αφορμή την διοργάνωση μιας καπνεργατικής απεργίας στη Γευγελή. Τον ίδιο καιρό οι Νεότουρκοι διαλύουν το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο της Κωνσταντινούπολης -τα ελληνικά στελέχη τους, μέσα σε αυτά και ο Ν. Γιαννιός, συντάκτης του «Εργάτη» και διευθυντής του «Λαού», απελαύνονται στην Ελλάδα· ο διευθυντής του «Εργάτη» Ν. Βεζεστένης φυλακίζεται, ενώ τα μουσουλμανικά στελέχη της οργάνωσης -για δεύτερη φορά αυτά- εξορίζονται στην Ανατολή. Στις διώξεις η αντίδραση του σοσιαλιστικού κινήματος δεν θα είναι ενιαία. Κανείς δεν θα κινητοποιηθεί για να διασώσει το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο της Πόλης· οι αρμένιοι του «Ντασνακσιουτούν» συνεχίζουν να συνεργάζονται στενά με την νεοτουρκική κυβέρνηση.

Ένεκα των δεσμών της γαλλικής μασονικής στοάς, της «Μεγάλης Ανατολής», και των Νεότουρκων -ιδίως εκείνων του κύκλου του Αχμέτ Ριζά της στοάς «Οσμανλί»- το Διεθνές Γραφείο ζητά την συνεργασία των γάλλων ελευθεροτεκτόνων για να σταματήσουν οι διώξεις· ο ίδιος ο Καμίλ Υσμάν, γραμματέας του Διεθνούς Γραφείου, προσπαθεί να υπερνικήσει τους ενδοιασμούς της «Φεντερασιόν» και να φέρει σε επαφή τις καταδιωκόμενες οθωμανικές σοσιαλιστικές οργανώσεις με τον Μαρσέλ Σεμπάτ και τον Φρανσίς ντε Πρεσσανσέ, ηγετικά στελέχη του γαλλικού σοσιαλιστικού κινήματος και συνάμα της γαλλικής μασονίας. Οι συμβιβαστικές προσπάθειες του Γραφείου της Διεθνούς συνεχίζονται σε όλη τη διάρκεια του 1910. Το Γραφείο εμμένει στο να αρνείται μια κινητοποίηση της ευρωπαϊκής γνώμης εναντίον τους, μη θέλοντας να εξαγριώσει τους Νεότουρκους, προσπαθεί ακόμα να αλλάξει την στάση της οθωμανικής κυβέρνησης με φιλικές συστάσεις.

Ο Σαούλ Ναούμ, πάντοτε συμβιβαστικός, θα γράψει από το Παρίσι: «…μου φαίνεται ασύνετο αλλά και αδύνατο να αρχίσουμε τώρα στην Ευρώπη μια καμπάνια ενάντια στους Νεότουρκους. Ασύνετο, γιατί αν έχουμε την ατυχία να αφήσουμε να καταλάβουν ότι δεν είμαστε αρκετά δυνατοί να κινητoπoιηθoύμε στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας, τότε χαθήκαμε. Οι Νεότουρκοι δεν τρομάζουν παρά εμπρός σε αυτούς που νομίζουν δυνατούς. Όλη μας η τακτική εδώ και δύο χρόνια, από τότε που κατάφερα ώστε η «Φεντερασιόν» να ορθοποδήσει, συνίσταται στο να δίνουμε την εντύπωση ότι είμαστε δυνατοί… θα ήταν παράκαιρο να επιτεθoύμε από το εξωτερικό στη Νέα Τουρκία, γιατί αυτή ακόμα δίνει μεγάλη βαρύτητα στην κοινή γνώμη της Ευρώπης. Μόλις το πάρει απόφαση ότι αυτή η κοινή γνώμη της είναι εχθρική, τότε δεν θα διστάζει, δεν θα θέτει πια από μόνη της όρια στην πολιτική της -τούτο θα σημαίνει την εξουδετέρωση των τόσο αδύναμων ακόμα οργανώσεών μας, δίχως να λογαριάσουμε και τους κινδύνους στους οποίους τα στελέχη μας θα εκτεθούν. Αντίθετα, αν καταφέρουμε τους Νεότουρκους να πιστέψουν ότι τους έχουμε εμπιστοσύνη πως θα μας παρέχουν τις δυνατότητες ιδεολογικής δουλείας, που βρίσκουμε στις πολιτισμένες χώρες, τότε θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε να οργανωνόμαστε περιμένοντας καιρούς προσφορότερους…».

Ακόμα τον Φλεβάρη του 1910 η «Ουμανιτέ» προασπίζεται την Νεοτουρκική Επανάσταση χαρακτηρίζοντάς την «σαν ένα γεγονός ευτυχές» και εμμένοντας στο ότι η υπεράσπιση της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας των βαλκανικών χωρών είναι η μόνη εγγύηση για την ειρήνη· όσο για την ομοσπονδιακή ένωση της Βαλκανικής την χαρακτηρίζει σαν «μακρινό ιδανικό».

Η ίδια συμβιβαστική κατεύθυνση, που επιβάλλει το Γραφείο της Διεθνούς φανερώνεται και στον εορτασμό της Πρωτομαγιάς του 1910· τίποτα από τους θριαμβευτικούς πανηγυρισμούς της περασμένης χρονιάς και αυτός ο λόγος που εκφωνεί στην συγκέντρωση ο Γεώργιος Ρακόφσκυ, ιδρυτής του Σoσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Ρουμανίας και κύρια μορφή μέσα στη Διεθνή του βαλκανικού σοσιαλισμού είναι τόσο μετριοπαθής και σώφρονας, ώστε να προκαλέσει την αντίδραση των πιο ριζοσπαστικών στελεχών τόσο της«Φεντερασιόν» όσο και του Σοσιαλδημοκρατικού Κέντρου.

Η τακτική της «Φεντερασιόν» αλλάζει ριζικά μόνο μετά την αποτυχία της συνδιάσκεψης που είχε συγκαλέσει τον Δεκέμβρη 1910 το Σοσιαλδημοκρατικό Κέντρο. Ο Α. Μπεναρόγια, πιο ριζοσπαστικός στις απόψεις του σχετικά με την ενάντια στην κυβέρνηση ακολουθητέα τακτική, ξαναπαίρνει τώρα στα χέρια του την διεύθυνση της οργάνωσης μετά τον αποφυλακισμό του· ωθεί το Διεθνές Γραφείο να ασκήσει πιο δυναμικά την πίεσή του πάνω στις φιλονεοτουρκικές προσωπικότητες. Το Διεθνές Γραφείο συμβουλεύει πάντοτε τη μετριοπάθεια: «πρέπει να συνεννοηθούμε με φιλικό τρόπο», γράφει ο Καμίλ Υσμάν στον Ναούμ, και προτείνει μια συνδιάσκεψη Νεότουρκων και οθωμανικών σοσιαλιστικών οργανώσεων κάτω από την προεδρία του Ζωρές, του Φρανσίς ντε Πρεσσανσέ, προέδρου της Ένωσης Δικαιωμάτων του Άνθρώπου και του Μ. Μπάξτον, προέδρου της βαλκανικής επιτροπής του Λονδίνου. Οι συμβιβαστικές προσπάθειες θα συνεχιστούν άλλωστε ως τον Μάη του 1911, οπόταν μετά την τεράστια λαϊκή κινητοποίηση της πρωτομαγιάτικης εκδήλωσης, περισσότερο αυθόρμητης παρά οργανωμένης, και αντίθετα με τις προσδοκίες του Σ. Ναούμ και του Γραφείου της Διεθνούς, η νεοτουρκική κυβέρνηση, κάτω από την πίεση της γερμανικής πρεσβείας, επαναλαμβάνει τις διώξεις. Ο Α. Μπεναρόγια, για δεύτερη τώρα φορά, συλλαμβάνεται τον Ιούνη, μαζί του και τρεις συνδικαλιστές, ο Λεβή, ο Γιονάς και ο μουσουλμάνος Ισκάν· ο Α. Μπεναρόγια απελαύνεται στην Σερβία.

Και η εντόπια αστική τάξη τώρα συσπειρώνεται. Τόσο οι σιωνιστικοί κύκλοι της πόλης όσο και οι ελευθεροτέκτονες, ακόμα και εκείνοι της στοάς των «Αντίμ» θα υποβοηθήσουν την αντισοσιαλιστική εκστρατεία. Η πρωτομαγιάτικη εκδήλωση είναι ενδεικτική τόσο της εξάλειψης της υπομονής των λαϊκών στρωμάτων, αλλά και της όξυνσης της οικονομικής κρίσης, που ενώ είχε κατασιγάσει κάπως στα 1909-1910, τώρα δυναμώνει. Σε ορισμένους βιομηχανικούς κλάδους η ανεργία έχει γενικευτεί. Στην πρωινή συγκέντρωση συμμετέχουν πάνω από 5.000 άτομα, περισσότερο από 7.000 άτομα διαδηλώνουν το ίδιο απόγευμα στους δρόμους της κάτω πόλης. Μια δεύτερη συγκέντρωση το βράδυ, στην πλατεία Ελευθέριας, δίπλα στο λιμάνι, όπου ομιλητής είναι ο συνεργαζόμενος βουλευτής Ντ. Βλάχωφ, συγκεντρώνει 20.000 άτομα· από τους μουσουλμάνους λιμενεργάτες του Κερίμπεη ως τους έλληνες ελευθεροτέκτονες. Ανάλογα «πολύμορφα βέβαια θα είναι», όπως μας πληροφορεί ο τύπος, και τα συνθήματα που επικρατούν «Ζήτω το Δημοτικό Συμβούλιο που μας έφερε νερό», διαβάζουμε εδώ, «Ζήτω η διεθνής», διαβάζουμε εκεί.

Τις νέες θέσεις των Νεότουρκων τις εκφράζει καθαρά ο λόγος που εκφωνεί στην Θεσσαλονίκη ο Ντζαβίτ Μπέη, υπουργός δημοσίων έργων, στην κατάθεση του θεμελίου λίθου του νέου σιδηροδρομικού σταθμού της πόλης: «…ο σοσιαλισμός και ο συνδικαλισμός πρέπει να συντριβούνε· οι σοσιαλιστές και οι διεθνιστές συνδικαλιστές να διωχτούνε έξω από τη χώρα· ειδικοί νόμοι θα κατατεθούν στην Εθνοσυνέλευση εναντίον τους, γιατί το σοσιαλιστικό και συνδικαλιστικό κίνημα παίρνουν διαταγές από το εξωτερικό· βλάφτουν την ανάπτυξη της εθνικής βιομηχανίας και του εμπορίου· οι σοσιαλιστές είναι οι πιο επικίνδυνοι εχθροί κάτω από τις σημερινές συνθήκες οπόταν η Αυτοκρατορία, πριν από όλα, έχει ανάγκη μιας γρήγορης εκβιομηχάνισης… Όσοι, στο όνομα της ελευθερίας της συνείδησης θέλουν να βάλουν σε κίνδυνο το εμπόριο, όσοι με τις προσπάθειές τους επιζητούν να δώσουν θανάσιμο χτύπημα στην βιομηχανία· όλοι αυτοί να έχουν υπόψη τους πως είναι καταδικασμένοι να εξουδετερωθούνε από την δυναμική και τολμηρή πολιτική της κυβέρνησής μας. […] Όταν στο όνομα της ελευθερίας της συνείδησης, του λόγου και της γνώμης, θελήσουν να διαταράξουν την δημόσια ειρήνη, όταν με τις απειλές τους θελήσουν να σταματήσουν την δουλειά στα εργοστάσια οργανώνοντας απεργίες, όταν με τα καμώματά τους θέλουν να στερέψουν τις πήγες του πλούτου και να φέρουν την αθλιότητα σε πολλές οικογένειες, αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να είναι σίγουροι ότι θα τους πιάσουμε από το αφτί και θα τους πετάξουμε έξω από τη χώρα μας. Τα παράπονα που αυτά τα άτομα θα κάνουν, θα απορριφτούν στο όνομα της τάξης και της ασφάλειας αυτής της χώρας και η φωνή τους δεν πρόκειται να εισακουστεί. […] Αν εσείς οι κεφαλαιοκράτες, για να υπερασπίσετε τα συμφέροντά σας, προχωρήσετε στην διοργάνωση δικών σας συνδικάτων και δείξετε έτσι στους εργάτες πως είσαστε πιο δυνατοί από αυτούς, θα επιτύχετε τότε καλύτερα αποτελέσματα· είναι ξέρετε ένας από τους νόμους της φύσης, όταν οι εργάτες κατανοήσουν, ότι είσαστε τόσο δυνατοί όσο και αυτοί, ότι δεν μπορούν να σας καθυποτάξουν, θα αποδεχθούν τότε αναγκαστικά να σας υπακούνε. Αλλά δεν πρέπει, όπως και νάναι, να ξεχνούμε ότι δεν είναι δίκαιο να καταχραστούμε αυτή την υπακοή. Αντίθετα είναι καθήκον κοινωνικό, καθήκον για την συνείδησή μας μία τέτοια υπακοή να ανταμείβεται.

…Aν οι βιομήχανοι και οι έμποροι… αντίθετα με τις ιδέες που πρυτάνευαν στον μεσαίωνα, πάψουν να θεωρούν την εργατική τάξη σαν ένα κοπάδι πρόβατα, σαν μία στρατιά σκλάβων, αλλά θεωρήσουν αντίθετα πως κάθε εργάτης είναι ένας άνθρωπος, μία δύναμη, που ζει από την εργασία της, θα εξυφάνουν τότε αδιάσπαστα δεσμά ανάμεσα στις δύο αυτές τάξεις του λαού και θα επιτύχουν έτσι τις προσπάθειές τους, ενώ συνάμα θα διευκολύνουν και την μελλοντική ευτυχία της χώρας…».

Οι Νεότουρκοι από τα 1910 χάνουν την μεγάλη τους δύναμη, που στα δύο πρώτα χρόνια της εξουσίας τους είχαν στην Θεσσαλονίκη· στις δημοτικές εκλογές νικιούνται κρατώντας μόνο μία έδρα στο δημοτικό συμβούλιο· η δύναμή τους, περιορισμένη πάντοτε σε ορισμένους κύκλους της μουσουλμανικής μόνο ψηλής γραφειοκρατίας και διανόησης, λιγοστεύει ακόμη μετά την αποσύνδεση των, αρχικά συμμαχικών τους, προοδευτικών κύκλων των χριστιανικών εθνοτήτων και των ισραηλιτών της πόλης. Η τρομοκράτηση των αντιπάλων ήταν έτσι τώρα ανάγκη για την πολιτική τους επιβίωση· την δικαιολογούν άλλωστε με το ιακωβίνικο πνεύμα τους – μόνο έτσι θα έσωζαν την Αυτοκρατορία. Στις βουλευτικές εκλογές η σκληρή αυτή πολιτική θα έχει τα αναγκαία αποτελέσματα· το Κόμμα της Ένωσης και Προόδου εξασφαλίζει την πλειοψηφία άνετα σε όλη την επικράτεια· παρά το λαϊκό έρεισμα της «Φεντερασιόν», οι Νεότουρκοι κερδίζουν όλες τις έδρες της Θεσσαλονίκης.

Το λαϊκό κίνημα ωστόσο δεν αποδυναμώνεται…

Η συγκέντρωση της Πρωτομαγιάς του 1912 -παρ’ όλο που είναι απαγορευμένη- συγκεντρώνει κάπου 1.200 εργάτες· κάπου 7.000 είναι οι απεργοί της ίδιας ημέρας -το 60% των βιομηχανικών εργατών της πόλης. Μια δεύτερη εκδήλωση το βράδυ της ίδιας μέρας, στους κήπους του Μπέχτσιναρ, συγκεντρώνει χιλιάδες πρόσωπα.

Η οικονομική κρίση βρίσκεται πάλι σε νέα φάση. Τώρα συνδυάζεται με την εξέγερση των ορεσιβίων της Αλβανίας. Η γαλλική πολιτική υποδαυλίζει την κατάσταση προκαλώντας μια νομισματική κρίση μεσώ της Οθωμανικής Τράπεζας, που ελέγχει.

Οι Νεότουρκοι αναγκάζονται, προσωρινά, να ενδώσουν- σχηματίζεται μια νέα κυβέρνηση, που ελέγχεται από τα ανάκτορα και από τους συντηρητικούς κύκλους της «Φιλελεύθερης Συνεννόησης».

Η ΦΕΝΤΕΡΑΣΙΟΝ, Η Β’ ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ


Οι αντιθέσεις στη «Φεντερασιόν» από την μία πλευρά και τους παλιούς ιδεολογικούς πάτρωνές της από την άλλη οξύνονται για μια φορά ακόμα, όταν ο Ζ. Ζωρές και ο Λαγκαρντέλ επιμένουν να υποστηρίζουν στην «Ουμανιτέ» την νεοτουρκική πολιτική, λίγες μέρες μόλις πριν την πτώση της κυβέρνησης του νεοτουρκικού Κομιτάτου. Όσο και αν γίνεται συνείδηση στους ηγετικούς κύκλους της γαλλικής σοσιαλδημοκρατίας η νεοτουρκική πρόσδεση στην γερμανική πολιτική, πρυτανεύει ακόμα μέσα τους ο φόβος ότι μια πτώση της Ένωσης και Προόδου θα σήμαινε την παραπέρα αποδυνάμωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την αύξηση έτσι του κινδύνου μιας ενδοευρωπαϊκής αναμέτρησης για τον διαμελισμό της.

Η όξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα στις αναπτυγμένες χώρες κάνει ολοένα και δυσκολότερο το καθήκον που έχει θέσει σαν πρωταρχικό μέλημά της η Διεθνής τα χρόνια αυτά -την προάσπιση της παγκόσμιας ειρήνης, την απομάκρυνση του φάσματος που κατατρέχει τους λαούς του να γίνουν, σύμφωνα με την συνθηματολογία της εποχής, «τροφή για τα κανόνια της κεφαλαιοκρατίας» [13]. Ο ρωσο-ιαπωνικός πόλεμος στα 1904-1905, η κρίση της Boσvίας στα 1908 έδειξαν την αδυναμία του διεθνούς εργατικού κινήματος να πειθαναγκάσει τις κυβερνήσεις των κρατών στην διατήρηση της ειρήνης, έδειξαν όμως συνάμα, ότι κάτω από την ατελή έστω πίεση της κινητοποιημένης εργατικής τάξης ήταν δυνατό οι τέτοιες συρράξεις να περιοριστούν σε μία κλίμακα περιθωριακή για την Ευρώπη. Το 1911 μια άλλη παρόμοια κρίση οδηγεί στην κινητοποίηση της Διεθνούς· ο ιταλο-τουρκικός πόλεμος και η κατάληψη από την Ιταλία των οθωμανικών κτήσεων στη βόρεια Αφρική απειλούν για μια άλλη φορά την γενίκευση του πολέμου. Το Γραφείο της Διεθνούς αποτυχαίνει να κινητοποιήσει αποφασιστικά την πολυάριθμη, αλλά ρεφορμιστική στην ηγεσία της, ιταλική σοσιαλδημοκρατία -πετυχαίνει όμως, να προλάβει οποιαδήποτε επέκταση του πολέμου, με την κινητοποίηση της πλειονότητας των 5 εκατομμυρίων οργανωμένων εργατών της Ευρώπης.

Η κατεύθυνση που το Γραφείο της Διεθνούς δίνει από τις Βρυξέλλες προς τις εργατικές οργανώσεις στο εσωτερικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποβλέπει στον ίδιο σκοπό -την αποτροπή της επέκτασης στα ευρωπαϊκά εδάφη του πολέμου ανάμεσα στην Τουρκία και την Ιταλία, με την άσκηση μιας πίεσης προς την κυβέρνηση για διαπραγματεύσεις· την προάσπιση της ειρήνης, την αποτροπή του πολέμου που θα απέφερε σίγουρα ο διαμελισμός της Αυτοκρατορίας, η αποτροπή μιας γενικής σύγκρουσης στο μοίρασμα πάνω της λείας – τώρα ανάμεσα στους λαούς και τα κράτη της Ευρώπης.

Μέσα στο κλίμα διώξεων που επικρατεί από έναν ήδη χρόνο οι σοσιαλιστικές οργανώσεις της Τουρκίας δυσκολεύονται να συμμορφωθούν με τις αποφάσεις της Διεθνούς. «Δεν μας φαίνεται πως οι αποφάσεις του Συνεδρίου της Διεθνούς είναι εφαρμοστέες κάτω από τις σημερινές περιστάσεις στον τόπο μας», αποφαίνεται η «Φεντερασιόν», με κάποια πικρία για τον ενθουσιασμό με τον οποίο η πλειονότητα της ιταλικής σοσιαλδημοκρατίας αντιμετωπίζει τον πόλεμο στη Λιβύη, την αποικιοκρατική επέκταση.

Η πικρία της «Φεντερασιόν» αυξάνει και από την αμηχανία της μπρος στην αδυναμία της να δράσει· το σοβινιστικό πνεύμα έχει κυριαρχήσει και στην πλούσια ιταλική κοινότητα της Θεσσαλονίκης. Κάθε στιγμή απειλούνται επεισόδια, που εύκολα η Ιταλία θα μπορούσε να μεταχειριστεί για αφορμή επέμβασής της στην Μακεδονία. Η «Φεντερασιόν» έτσι, θα θελήσει αρχικά να αποφύγει κάθε ανοιχτή αντιϊταλική εκδήλωση -θα αναγκαστεί όμως γρήγορα να υποχωρήσει μπρος στην πίεση της λαϊκής της βάσης και να οργανώσει μία σε ανοικτό χώρο συγκέντρωση. Η διαδήλωση συγκεντρώνει περισσότερο από 6.000 πρόσωπα· ομιλητής θα είναι ο Ντ. Βλάχωφ, κύριο θέμα του η ανάγκη συσπείρωσης των εθνοτήτων στα Βαλκάνια, ώστε να αντιμετωπισθεί από κοινού η αποικιοκρατική επέκταση. Την ομιλία του Ντ. Βλάχωφ, που γίνεται στα τουρκικά, ακολουθεί μια σε παρόμοιο πνεύμα ομιλία του Στεργίου στα ελληνικά, του Αρντίττι στα ισπανοεβραϊκά, του Ζαβέν στα γαλλικά και του Λ. Τόμωφ στα βουλγαρικά. Όμως η απόφαση της συγκέντρωσης που χαρακτηρίζει «πειρατική» την ιταλική εισβολή, προκαλεί την αμηχανία της διοίκησης της «Φεντερασιόν» -η Ευρώπη δεν μπορεί έτσι αδιάντροπα ομαδικά να κακοχαρακτηριστεί αυτή, «το φως του κόσμου…».

Η απειλή μιας βουλγαρικής επέμβασης στον πόλεμο, στο πλευρό της Ιταλίας, αντιμετωπίζεται με μια κινητοποίηση ανάλογη· η «Φεντερασιόν» θα προτείνει την ανταλλαγή ομιλητών σε δυο συγκεντρώσεις, που ζητεί να οργανωθούν συγχρόνως -μία στη Σόφια, δεύτερη στη Θεσσαλονίκη- ώστε να συνδεθούν αμεσότερα οι λαϊκές μάζες στην κινητοποίησή τους ενάντια στον πόλεμο.

H αμηχανία της ηγεσίας οξύνεται καθώς θα αυξηθεί, μετά τις πολεμικές ενέργειες της Ευρώπης, η εξάρτηση του Νεοτουρκικού κομιτάτου από την γερμανική πολιτική. Τώρα μόνο, όταν η ευθυγράμμιση της νεοτουρκικής πολιτικής με την γερμανική πολιτική φαίνεται και αναντίρρητα έκδηλη, τώρα θα αρχίσει να γίνεται αποδεκτή από το Γραφείο της Διεθνούς η θέση πως «οι νεότουρκοι αδυνατούν να βαδίσουν αποφασιστικά στον δρόμο της προόδου». Ο ιταλο-τουρκικός πόλεμος σημειώνει έτσι την απαρχή της ριζικής αλλαγής στην πολιτική των δυνάμεων της Αντάντ έναντι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τώρα ο «Λαός» – «Λε πεπλ» των Βρυξελλών, όργανο ημιεπίσημο του Γραφείου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, αρχίζει μια αρθρογραφία όπου υποστηρίζει το αναπόφευκτο του διαμελισμού της Τουρκίας, με την διαίρεσή της σε σφαίρες επιρροής.

Στην δεύτερη συνδιάσκεψη των σοσιαλιστικών οργανώσεων της Βαλκανικής, που συνέρχεται στο Βελιγράδι από τις 17 ως τις 29 Οκτώβρη 1911, αυτή τη φορά είναι οι «Στενοί» της Βουλγαρίας και τα Σοσιαλδημοκρατικά Κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που δεν θα συμμετάσχουν αρνούμενα να παρακαθίσουν δίπλα στην «Φεντερασιόν». Αλλά για ανταγωνιστικούς προς τους «Στενούς» λόγους, δεν θα θελήσουν τώρα να συμμετάσχουν και οι «Πλατιοί» σοσιαλδημοκράτες της Βουλγαρίας. Στην ημερήσια διάταξη της συνδιάσκεψης είναι η προετοιμασία ενός Πανβαλκανικού σοσιαλιστικού συνεδρίου, καθώς και η ως τότε λήψη των προσωρινών, αλλά επειγόντων μέτρων που απαιτούν οι περιστάσεις, για την αποφυγή του πολέμου και την συνεργασία ανάμεσα στις εθνότητες της περιοχής. Η συνδιάσκεψη δεν θα έχει μεγάλη επιτυχία -πριν όμως τερματίσει τις εργασίες της, θα αποφασίσει την σύγκληση μιας άλλης συνδιάσκεψης το συντομότερο δυνατό, όπου θα συμμετέχουν και οι βουλγαρικές οργανώσεις. Στη συνδιάσκεψη αυτή του Βελιγραδίου θα αποφασιστεί ωστόσο να μπει στο πρόγραμμα όλων των Βαλκανικών Σοσιαλδημοκρατικών Κομμάτων «η ίδρυση μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας, αναγκαίας για την πρόοδο της περιοχής». Η Πανβαλκανική Συνδιάσκεψη πήρε απόφαση να προετοιμάσει μια πάνδημη συγκέντρωση, για να εκλαϊκεύσει τις αποφάσεις της· ομιλητής στην συγκέντρωση της «Φεντερασιόν», που οργανώνεται στις 4 Νοέμβρη 1911, θα είναι πάλι ο Γκ. Ρακόφσκυ. Στις αποφάσεις της συγκέντρωσης για την αναγκαιότητα της ίδρυσης μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας τονίζεται η θέληση των σοσιαλιστών να «αγωνιστούν ενάντια στην ιμπεριαλιστική πολιτική κάθε καπιταλιστικής Δύναμης, καθώς και ενάντια στον πόλεμο, εμπόδιο στην ανάπτυξη της δημοκρατίας». Με την ευκαιρία της έλευσης του στην Θεσσαλoνίκη ο Γκ. Ρακόφσκυ οργανώνει μια σειρά διαλέξεις, που αποτελούν, με την ιδεολογική ζύμωση που προκαλούν, σταθμό στην ιδεολογική πορεία της «Φεντερασιόν».

Τον Φλεβάρη του 1912 συλλαμβάνεται, για τρίτη τώρα φορά, ο Α. Μπεναρόγια· μετά από μια σύντομη αποφυλάκιση θα απελαθεί στην Ελλάδα, από όπου και θα πάει στην Γαλλία. Στο Παρίσι ο γραμματέας της «Φεντερασιόν» θα ρθεί σε επαφή με τον Ζωρές και θα συζητήσει μαζί του διεξοδικά, όπως θα γράψει ο ίδιος, τα προβλήματα του σοσιαλισμού στην Τουρκία.

Ο Αβραάμ Μπεναρόγια επιστρέφει από την εξορία τον Ιούλη του 1912· η παρουσία του διευκολύνει την εξομάλυνση των εσωτερικών αντιθέσεων ανάμεσα στα ριζοσπαστικότερα στοιχεία τα γύρω από τον Αβραάμ Χασόν, τον Ιωσήφ Αμόν, το καπνεργατικό σωματείο από την μια πλευρά, τα συντηρητικότερα στοιχεία γύρω από τον Ιωσ. Χασσάν από την άλλη· η ριζοσπαστική τάση που είχε αυξήσει στο διάστημα της απουσίας του Μπεναρόγια την επιρροή της, δέχεται να συμβιβαστεί με τους συντηρητικούς, για να προλάβει μια άκαιρη διάσπαση της οργάνωσης.

Την ίδια εποχή ο Πάρβους από την Πόλη, μαζί με τον Ντ. Βλάχωφ και την «Φεντερασιόν», θα αναπτύξουν ιδιαίτερη δραστηριότητα, για την από κοινού κάθοδο των οθωμανικών σοσιαλιστικών οργανώσεων στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές. Η προσπάθειά τους θα αποτύχει όμως· αντιδρούν τα δύο αρμένικα σοσιαλιστικά κόμματα, αλλά και η συντηρητικότερη πτέρυγα της «Φεντερασιόν», που διατηρούν ακόμα επιφυλάξεις για το σκόπιμο μιας οριστικής ρήξης με την νεοτουρκική κίνηση.

Η προεκλογική εκστρατεία για την δεύτερη αυτή οθωμανική Εθνοσυνέλευση διεξάγεται μέσα σε ένα κλίμα τρομοκρατικό· η κυβέρνηση απαγορεύει τις δημόσιες συγκεντρώσεις, με το πρόσχημα πιθανών ταραχών· ο αντιπολιτευόμενος τύπος -μέσα στις άλλες εφημερίδες και η «Σολιδαριδάδ Οβραδέρα» – κλείνονται με την κατηγορία, ότι υποκινούν την διχόνοια· η λέσχη της «Φεντερασιόν» κλείνεται και αυτή, με τα ίδια προσχήματα. Σε μια επιστολή της στο Γραφείο της Διεθνούς η διοίκηση της οργάνωσης μας περιγράφει έτσι το κλίμα αυτό: «Η προπαγάνδα που η «Φεντερασιόν» πραγματοποίησε είχε σημαντικά αποτελέσματα· οι ανεπίσημες συμφωνίες μας με τις διάφορες άλλες αντιπολιτευτικές οργανώσεις μας έχει εξασφαλίσει την νίκη. Βλέποντας ότι είχαμε τις μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας σε αυτές τις βουλευτικές εκλογές, βλέποντας ότι η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού της Θεσσαλονίκης υποστήριζε την «Φεντερασιόν» μας, το Κόμμα της Ένωσης και Προόδου μεταχειρίζεται όλα τα μέσα για να μας καταπολεμήσει. Έχoντας την εξουσία στα χέρια του, παραβιάζοντας σοβαρά τους νόμους που ρυθμίζουν τα των συγκεντρώσεων, δυσκόλεψε πολύ την προπαγάνδα μας, απαγορεύοντας τη σύγκληση προεκλογικών συγκεντρώσεων. Μη μένοντας σ’ αυτά, το κόμμα της εξουσίας, παραβιάζοντας τα συνταγματικά θεσπίσματα, φυλάκισε τα καλύτερα στελέχη μας και εξόρισε τρία από αυτά στη Δράμα. Τώρα προσπαθούν να συλλάβουν τους συντάκτες του δημοσιογραφικού μας οργάνου, της «Σολιδαριδάδ Οβραδέρα». Σύμφωνα με τις πληροφορίες μας, σκοπεύουν έτσι να φυλακίσουν το σύνολο της διοίκησης της «Φεντερασιόν» και κάνουν ό,τι είναι δυνατό, για να διακόψουν οριστικά την έκδοση της εφημερίδας μας και, ακόμα, για να κλείσουν την λέσχη μας. Οι εκλογές σε ορισμένες περιφέρειες ήδη αρχίσανε. Αυτές οι τελευταίες έχουν καθορισθεί, κατά τέτοιο τρόπο, που να ευνοείται το μουσουλμανικό στοιχείο. Οι επιτροπές ελέγχου αποτελούνται αποκλειστικά από μέλη του Κομιτάτου Ένωσης και Προόδου. Οι εκλογικοί νόμοι παραβιάζονται ολοκληρωτικά και χρησιμοποιείται ανοικτά η εκλογική νοθεία. Θα σας αποστείλουμε σχετικά, μετά τις εκλογές, μία λεπτομερειακή έκθεση. Η πίεση των αρχών πάνω στην κίνησή μας αυξάνει από ημέρα σε ημέρα. Ο πληθυσμός έχει τρομοκρατηθεί και το μεγαλύτερο μέρος των εκλογέων απέχει.

Είναι απόλυτη ανάγκη να αρχίσετε μία εκστρατεία στον τύπο του εξωτερικού και σας παρακαλούμε να κάνετε τις αναγκαίες ενέργειες, ώστε αυτές οι πράξεις να πάρουν τέλος, αν τούτο σας είναι δυνατό· αν όχι, τότε να καταγγείλουμε ανοικτά πια τους Νεότουρκους, γνωστοποιώντας στον πολιτισμένο κόσμο τα μέσα που χρησιμοποιούν και τον τρόπο, με τον οποίο αντιλαμβάνονται το σύνταγμα».

Η «Φεντερασιόν» συμφωνεί με την πρόταση της γαλλικής σοσιαλδημοκρατίας, για την δίχως αναβολή σύγκληση του συνεδρίου της Διεθνούς, μέσα στα 1913. Προτείνει ακόμα να προστεθεί στην ημερήσια διάταξη ο συντονισμός της σοσιαλιστικής δράσης, ενάντια στον κίνδυνο του πολέμου και πάνω στο ειδικό πρόβλημα της Μέσης Ανατολής.

Η πρόταση της οργάνωσης της Θεσσαλονίκης, για επείγουσα κλήση του Γραφείου της Διεθνούς, τον Οκτώβρη του 1912, προσκρούει όμως στις αντιθέσεις ανάμεσα στο γερμανικό και το γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα· όταν με τα πολλά συγκληθεί το Γραφείο στις Βρυξέλλες, ο βαλκανικός πόλεμος έχει πια ξεσπάσει. Για την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία τώρα, ο «ζεστός» αυτός πόλεμος που επιτέλους ξεσπάει έχει γίνει αναπόφευκτος· η Αυτοκρατορία έχει αποδείξει πια την αδυναμία της να αναπτύξει τις αναγκαίες υλικές και πολιτιστικές υποδομές, που θα επιβοηθήσουν την απρόσκοπτη επέκταση σ’ αυτήν του πολιτισμού και της οικονομίας της Ευρώπης. Ο Άντλερ, ηγέτης του αυστριακού σοσιαλισμού περιορίζεται να διακηρύξει, ότι μπρος στο αδήριτο αυτού του πολέμου στα Βαλκάνια θα πρέπει να συγκεντρωθούν όλες οι προσπάθειες στην αποφυγή μιας επέκτασης των επιχειρήσεων στην Αυστρία και τη Ρωσία, και παραπέρα, σε όλη την Ευρώπη. Οι αυστριακοί σοσιαλιστές, ιδιαίτερα των σλαβικών περιοχών, φτάνουν να προσεταιριστούν τον εθνικό-απελευθερωτικό χαρακτήρα αυτού του πολέμου· ο ίδιος ο Άντλερ θα ζητήσει από το Γραφείο της Διεθνούς να διακηρύξει πως «εύχεται την αυτονομία των σλαβικών λαών της Βαλκανικής». Ακόμα και αυτοί οι εξτρεμιστές της ειρήνης, ο Ζ. Ζωρές και ο Βαϊγιάν, αποδέχονται τώρα μια τέτοια σύγκρουση σαν πρόσφορη στην απελευθέρωση των πληθυσμών.

Στις 24 και 25 Νοέμβρη 1912 συνέρχεται στην Βασιλεία το έκτακτο συνέδριο της Διεθνούς. Μπρος στα γεγονότα οι σύνεδροι περιορίζονται σε πλατωνικές διακηρύξεις για την ειρήνη, που δεν πρόκειται πια να ξαναρθεί· η τροπή του πολέμου έχει όλους ευνοήσει: την ρωσική, την γαλλική και την βρετανική διπλωματία – από τη δική της γωνιά, έκπληκτη κάπως, μένει στο βάθος ευχαριστημένη και η αυστριακή και η γερμανική πολιτική. Ο καθένας τους προχώρησε τα πιόνια του μέσα από τα πρακτορεία του της Βαλκανικής. Η Αντάντ είχε από καιρό άλλωστε εγκαταλείψει τον μεγάλο οθωμανικό της ασθενή. Η Αυστρία και η Γερμανία παίζουν, και αυτές ακόμα, από καιρό το διπλό παιγνίδι -σύμμαχοι της Βουλγαρίας αλλά και της Τουρκίας. Αν αποδείχτηκαν προστάτες αλυσιτελείς της γερασμένης Αυτοκρατορίας, ποντάρουν τώρα, που φαίνεται πως τίποτα πια δεν την εμποδίζει να πεθάνει, στην Βουλγαρία, την Πρωσία της Ανατολής. «Οι γοτθικές στοές του καθεδρικού της Βασιλείας αντηχούν από τις ενθουσιώδεις ιαχές», θα γράψει ένας οξύνους παρατηρητής, «οι σύνεδροι αλληλοσυγχαίρονται για τον όμορφο ειρμό των λόγων τους, διακηρύσσουν πως οι μέρες τούτες στις όχθες του ακόμα γαλάζιου Ρήνου θα μείνουν ανεξίτηλες στην μνήμη τους», κρυφογελούν όμως, χωνεύουν εύκολα με τις ειδήσεις της νίκης των συμμάχων τους. Το status quo δεν αλλοιώθηκε, δεν διαταράχτηκε ακόμα η ησυχία των αρχόντων λαών της Ευρώπης.

Οι σοσιαλιστές της Βαλκανικής στέκονται και αυτοί αναποφάσιστοι, διστακτικοί και διχασμένοι μπρος σε τούτο τον πόλεμο. Ο αναθεωρητικός μαρξισμός της Διεθνούς τους είχε πείσει πως η πρόοδος είναι δεμένη με την ειρήνη, πως η πολιτική της σοσιαλδημοκρατίας πρέπει να είναι η εξομάλυνση των αντιθέσεων, η με την λογική και τον εκπολιτισμό επικράτηση βαθμιαία μιας νέας κοινωνίας με εναρμονισμένες, σταδιακά εξουδετερωνόμενες, τις κοινωνικές καταπιέσεις. […] Ακόμα για τους σοσιαλδημοκράτες φαίνεται πως η έλευση ενός μεσσία κοινωνικού είναι υπόθεση του απώτερου μέλλοντος. Αποπροσανατολισμένα, παρασυρόμενα από τα συναισθήματα και τα πάθη τους, ωθούμενα από τους ιδεολογικούς τους πάτρωνες της Ευρώπης, τα επαναστατημένα πνεύματα της Βαλκανικής θα προσχωρήσουν και αυτά στην γενική ροπή. Μόνο στο Βελιγράδι, στην Φιλιππούπολη και στον θεσσαλικό Βόλο θα σημειωθεί κάποια αντίδραση για τον πόλεμο, θα δημιουργηθούν επεισόδια. Στον Βόλο οι σοσιαλιστές του Εργατικού Κέντρου θα πιαστούν αναμεταξύ τους· μεγαλύτερες συγκρούσεις θα γίνουν στην βουλγαρική πρωτεύουσα όπου το πλήθος επιτίθεται στους «Στενούς» που πεισμωμένοι εμμένουν στην αντιπολεμική τους θέση.

Η «Φεντερασιόν» δεν προλαβαίνει πια τα γεγονότα -αυτά, απόρροια τώρα μιας συγκυρίας διεθνούς, ξεφεύγουν από την αναγκαιότητα όπως την προκαθορίζει ο στενός χώρος της πόλης· η ηγεσία της οργάνωσης καταφεύγει στις πολλές φορές διακηρυγμένες ειρηνόφιλες επαγγελίες της Διεθνούς, στην παλιά πρόταση των Κέιρ, Χάρντυ και Βαϊγιάν για την αντιμετώπιση της πολεμικής απειλής με την διεθνή γενική απεργία του προλεταριάτου. Προσφυγή απελπισμένη και δίχως καμία προοπτική -η συντηρητική ηγεσία της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας έχει επανειλημμένα αντιταχτεί στην αποδοχή μιας τέτοιας αρχής που θα έθετε, όπως δικαιολογείται, σε κίνδυνο κατάκτησης τα γερμανικά κράτη, όπου -σε αντίθεση με την Γαλλία ή την Ρωσία- τα εργατικά συνδικάτα ήταν πανίσχυρα και όπου εκεί μονάχα ήταν σίγουρο πως η απόφαση της Διεθνούς θα εφαρμοζόταν από τους εργάτες…

Η «Φεντερασιόν» θα αντιδράσει έτσι χαλαρά και αυτή στον πόλεμο. […]

Τα γεγονότα κεραυνοβόλα κάνουν μόνα το μεγάλο βήμα, διευκολύνουν τον δρόμο, καταλύοντας την αμηχανία της σοσιαλδημοκρατικής ηγεσίας. Ο χώρος, οι παραγωγικές του δυνάμεις, τα άτομα -όπως εντός του έχουν διαμορφωθεί- βιάζονται να μείνουν με τις πραγματικές τους διαστάσεις. Η Ασία απομακρύνεται. Στις 26 Οκτώβρη 1912 η Θεσσαλονίκη είναι ελληνική.

Υποσημειώσεις.


1. Το γεγονός ότι η Νεοτουρκική επανάσταση συνδυάζεται με μια σειρά από απεργίες αποδείχνει τον έμμεσο τουλάχιστο συντονισμό της δράσης των δύο κινημάτων· την πρωτοβουλία βέβαια την έχουν ακόμα οι Νεότουρκοι που χρησιμοποιούν την εργατική αναταραχή για να ασκήσουν πίεση τόσο στο πολιτικό οθωμανικό κατεστημένο όσο και στα αναποφάσιστα ακόμα τμήματα της οθωμανικής αστικής τάξης. Έχουμε σημαντικές πληροφορίες για μια τέτοια συνεργασία· έτσι οι διπλωματικές μας πηγές αναφέρονται στην ομιλία του Ενβέρ Μπέη στη Σμύρνη που αντιστέκεται στις στρατιωτικές δυνάμεις τις σταλμένες από τον Βαλή για να εμποδίσουν τους σιδηροδρομικούς, που βρίσκονται σε απεργία, να επηρεάσουν και τους λοιπούς εργάτες της πόλης. Στην Θεσσαλονίκη το ίδιο το Νεοτουρκικό κομιτάτο θα διακηρύξει σε απόφαση του «τους εργάτες ελεύθερους να εξασκήσουν τα απεργιακά τους δικαιώματα»· το ίδιο κομιτάτο θα αντισταθεί στiς προτροπές του αυστριακού προξενείου να απαγορευτεί στους απεργούς το να εμποδίσουν τούς απεργοσπάστες συνάδελφους τους να εργαστούν.

2. Όργανο των ριζοσπαστών του Ομοσπονδιακού Λαϊκού Κόμματος είναι η «Nαρόvτνα Bόλια» («Λαϊκή Θέληση»). Όργανο της αστικής Λέσχης είναι το «Οτέτσεστβο Πράβο) («Δίκαιο της Πατρίδας») και η «Mπολγκαρίγια», με γαλλική έκδοση την «Μπελομόρετς» («Αιγαίο»). Η Φεντερασιόν εκδίδει το «Ραμποτνίτσεσκυ Βέστνικ» -την «Εφημερίδα του Εργάτη»- δίμηνη βουλγαρική έκδοση της «Χορνάλ ντε Λαβοραδόρ».

3. Μια ποπουλιστικής επίδρασης οργάνωση, η «Φιλεργατική Εταιρία» (Αμελεπερβέρ Τσαμιετί) ανιχνεύεται τα χρόνια τούτα, ίσως σαν πρώτη προσπάθεια σύνταξης των εξεγερμένων αυτών πνευμάτων.

4. Στις 22 Ιουλίου 1905 μετά από μία αποτυχημένη απόπειρα κατά του Αβδούλ Χαμίτ, η αστυνομία ανακαλύπτει την ύπαρξη μιας αναρχικής πολυεθνικής τώρα οργάνωσης -καθοδηγείται από ένα επιτελείο 30 αρμένηδων, 1 βούλγαρου και 1 ισραηλίτη, όλων οθωμανών. Η κίνηση αυτή δεν εξουδετερώνεται με τις συλλήψεις· μια δεύτερη απόπειρα ακολουθεί, όπου συμμετέχουν και αναρχικοί κύκλοι του Βερολίνου.

5. «5-6 ισραηλίται καπνεργάται με τον γραμματέα τους Σαμουήλ Σααδί, ολίγοι τυπογράφοι με τον Μπεναρόγια, εμποροϋπάλληλοι τινες μεταξύ των οποίων ο Αλ. Ντάσσα, ραπτεργάται με τον Αβ. Χασόν, 30 περίπου εν συνόλω τον αριθμόν, συνέπηξαν την πρώτην εργατικήν λέσχην μεταξύ των ισραηλιτών. Εις εν καφενείον έναντι του Διοικητηρίου έγιναν δύο-τρείς προκαταρκτικαί συσκέψεις και τέλος εις το άνω πάτωμα ενός αλβανικού μαγειρείου επί της οδού Εγνατίας ενοικιάσθη δωμάτιον προς εγκατάστασιν των γραφείων αυτής. Έμβλημα της λέσχης υπήρξε χειρ εργάτου κρατούσα σφυρί», γράφει Ο Αβ. Μπεναρόγια. Πληροφορίες προφορικές από πρωτεργάτες της εποχής αυτής επιμένουν ωστόσο ότι πρoϋπήρχε της «Λέσχης» μία σοσιαλιστική ομάδα. Δεν είναι ξεκαθαρισμένο επίσης ακόμα αν ταυτίζεται χρονικά η γένεση της «Λέσχης» αυτής, όπως την αποκαλεί ο Αβ. Μπεναρόγια, και της οργάνωσης της γνωστής σαν «Ασοσιατιόν Οβραδέρα ντε Σαλονίκα» ή αν η «Λέσχη» αποτελεi μια πλατύτερη, ίσως την ιδρυθείσα από τον Σεπτέμβρη του 1908, μορφή της οργάνωσης αυτής.

6. Οι απεργίες στο οθωμανικό κράτος (1900-1910):

ΕΤΟΣΚΛΑΔΟΣΠΟΛΗΑρ. εργατών κλάδουΑρ. Απεργών
1902ΝαυπηγείαΚων/λη2.0000500
1903ΝαυπηγείαΚων/λη2.000500
1904ΚαπνάΘεσ/νικη, Καβάλα10.0005.000
1904ΑρτοποιείαΜοναστήρι500300
1904ΥποδηματοποιείαΜοναστήρι500200
1905ΥφαντουργείαΚων/λη, Θεσ/νικη5.0002.000
1905ΒυρσοδεψίαΚων/λη2.000500
1906ΥποδηματοποιείαΒέλες200150
1906ΡαπτικήΣκόπια200150
1906ΞυλουργείαΘεσ/νικη500300
1906ΚεραμικήΘεσ/νικη500300
1906ΣιδηρουργείαΘεσ/νικη300150
1907Όλοι οι κλάδοιΣκόπια2.0001.000
1908ΤυπογραφείαΚων/λη500400
1908ΛιμενεργάτεςΚων/λη, Θεσ/νικη5.0005.000
1908ΣιδηροδρομικοίΠανεθνική15.00015.000
1908ΤροχιοδρομικοίΘεσ/νικη250250
1908ΦωταέριοΘεσ/νικη200200
1908Άλλοι κλάδοιΘεσ/νικη500300
1908ΚαπνεργάτεςΘεσ/νικη1.0001.000
1909ΥφαντουργείαΘεσ/νικη1.000800
1910ΣιδηροδρομικοίΘεσ/νικη, Σκόπια1.5001.500
1910ΚαπνάΘεσ/νικη5.0003.000
1910ΠαγοποιείαΘεσ/νικη300200

7. Τα γραφεία της «Φεντερασιόν» βρίσκονται στην οδό Σχολείων, απέναντι από το κτίριο των «Θυγατέρων της Ισραηλιτικής Ένωσης Θεσσαλονίκης».

8. Οι ακριβείς τίτλοι της εφημερίδας είναι «Χορνάλ ντε Λαβοραδόρ» στα ισπανοεβραϊκά, «Ραμπότσιντσκι Βέσνικ» στα βουλγαρικά, «Εφημερίς των εργατών» στα ελληνικά και «Αμελέ Γκαζετεζί» στα τουρκικά. Την ισπανοεβραϊκή έκδοση διευθύνει ο Αβ. Μπεναρόγια με τον Δ. Μενασσέ, την βουλγαρική ο Α. Τόμωφ. Άλλος συνεργάτης είναι ο Νταβίντ Ρεκανάτι.

9. Έτσι μισόν αιώνα αργότερα, ο Αβ. Μπεναρόγια, όψιμος και τραγικός σιωνιστής, θα κατηγορείται ακόμα σαν πολέμιος της σιωνιστικής κίνησης της οθωμανικής Θεσσαλονίκης. Βλ. «Veritad», Τελ Αβίβ, 15.3.1965.

10. Ο Αβ. Μπεναρόγια, άρρωστος και απών κατά την λήψη της απόφασης συμμετοχής, αποδοκιμάζει την τέτοια συνεργασία. Προσωπική του επιστολή της 24.4.1967.

11. Σοσιαλδημοκρατική Εργατική Οργάνωση Θεσσαλονίκης. Ξενοδοχείο Γιλντίς, έναντι του Τοπχανέ.
Στο Διεθνές Γραφείο.
Θεσσαλονίκη, 30/17 Δεκέμβρη 1910.
Σύντροφοι, γνωρίζετε ότι στην Τουρκία υπάρχουν εδώ και μερικά χρόνια μικρές σοσιαλδημοκρατικές ομάδες και εμείς θέλουμε να ενώσουμε σε ενιαία οργάνωση αυτές τις ομάδες. Για τον σκοπό αυτό ανακοινώνουμε ότι κατά την διάρκεια των εορτών των Χριστουγέννων του μήνα αυτού, από τις 25 ως τις 27 Δεκεμβρίου θα συγκαλέσωμε μία συνδιάσκεψη στη Θεσσαλονίκη όπου θα πάρουν μέρος όλες οι σοσιαλδημοκρατικές ομάδες και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες. Καθιστούμε λοιπόν αυτό γνωστό στο συνειδητό προλεταριάτο. Ζήτω η Σοσιαλδημοκρατική Διεθνής: Με σοσιαλδημοκρατικούς χαιρετισμούς, γραμματέας Ν. Ντεβετσίεφ.
Υ.Γ.: Σύντροφοι, αυτό το γράμμα δεν είναι εύκολο να το κατανοήσετε αλλά παρ’ όλα αυτά θα θελήσετε να μας συγχωρήσετε.

12. Στην Κωνσταντινούπολη -μας πληροφορεί μια αναφορά του Σοσιαλδημοκρατικού Κέντρου Κωνσταντινούπολης- στα 1910 λειτουργούν 322 εργοστάσια 40 κλάδων με 32.000 εργάτες, καθώς και εργοτάξιο επισκευής σιδηροδρομικών οχημάτων· στην Θεσσαλονίκη 20 εργοστάσια 11 κλάδων με 10.000 εργάτες· μια σημαντική βιομηχανία μεταξωτών έχει αναπτυχθεί στην Ανδριανούπολη (4 εργοστάσια και 1 εργοτάξιο οχημάτων με 350 εργάτες)· στις μικρές πόλεις της Θράκης υπάρχουν σημαντικοί αλευρόμυλοι με 80-200 εργάτες. Στην Ισκετσέ (Ξάνθη) απασχολούνται στην επεξεργασία των καπνών 6.000 εργάτες, 5.000 στη Δράμα, 16.000 στην Καβάλα· στα Σκόπια, στο Γευγελή, στο Κιλκίς, στα Βοδενά (Έδεσσα), στις Σέρρες, στη Νάουσα λειτουργούν στο καθένα από 1 ως 4 βιομηχανίες καπνού, υφαντικής μεταξουργίας, αλευροποιίας· στο Μοναστήρι 5 εργοστάσια από τα όποία 4 υφαντουργεία με 250 εργάτες το καθένα.

13. Την θέση αυτή της Διεθνούς πάνω στην προτεραιότητα του αγώνα για την ειρήνη την χαρακτηρίζει η δήλωση του Βαϊγιάν στο ιδρυτικό συνέδριο του 1889 ότι «η ειρήνη είναι αναγκαίος όρος για την χειραφέτηση της εργατικής τάξης». Αυτή την προτεραιότητα, επεκτείνοντάς την τώρα και στις εσωτερικές σχέσεις, θα έχει υπ’ όψη του ο ίδιος ο αρχηγέτης της συντηρητικότερης παράταξης μέσα στην Διεθνή, ο Ε. Μπερνστάιν, όταν πιστοποιεί με ικανοποίηση, στα 1908 πώς: «ο ρεβιζιονισμός νικήθηκε στα συνέδρια από την δύναμη της παράδοσης αλλά νίκησε στην πρακτική της σοσιαλδημοκρατίας». Η ειρηνιστική μονομανία, έντεχνα άλλωστε, αποκλείει και την δυνατότητα της εθνικοαπελευθερωτικής πάλης. Στα 1913 θα διακηρύξει ο Ζωρές: «Εμείς οι σοσιαλιστές, θεωρούμε καθήκον της (γαλλικής) διπλωματίας, δίχως βίες, δίχως αποικιακές αναμετρήσεις, να απαιτεί, μέσα στα όρια του δικαίου που δίνει στην χώρα μας η δύναμη της παραγωγής της, ένα τμήμα των μακρινών εξόδων στην Κίνα ή άλλου· πρέπει να εξασφαλιστεί η ειρηνική διείσδυση της βιομηχανίας μας εκεί, προϋπόθεση αναγκαία για την ψηλότερη στάθμη των μισθών και ημερομισθίων της εργατικής (μας) τάξης…».

~*~

Ο Αβ. Μπεναρόγια για τη Φεντερασιόν

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΕΝΤΕΡΑΣΙΟΝ


Το εβραϊκό εργατικό κίνημα Θεσσαλονίκης, για το οποίο λίγα ή τίποτε είναι γνωστά στον ευρύτερο εβραϊκό κόσμο, παρουσιάστηκε στους αναγνώστες αυτού του εντύπου το 1945. Η έρευνα του Joshua Starr, όσο το επέτρεψαν οι διαθέσιμες πηγές, για τον πολιτικό ρόλο της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας αποτελεί μία αξιόλογη μελέτη ενός κινήματος, στην ηγεσία του οποίου κατείχα μία σημαντική θέση. Περισσότερες λεπτομέρειες θα μπορούσαν να βρεθούν στη σειρά των 35 άρθρων, τα οποία δημοσιεύθηκαν σε μία ελληνική εφημερίδα (Ταχυδρόμος, 1931), και τα οποία καταπιάνoνται με την ιστορία του σοσιαλισμού στην Ελλάδα από το 1908 έως το 1928. Στην διάρκεια της δεύτερης απ’ αυτές δεκαετίας, η Σοσιαλιστική Ομοσπονδία συνέχισε να υπάρχει πάνω σε νέα βάση, σαν τοπικό τμήμα του ελληνικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, με το οποίο συνδέθηκα σαν ιδρυτής μέχρι την διαγραφή μου το 1924 από την διευθύνουσα κομμουνιστική ομάδα.

Στα άρθρα μου δεν επεχείρησα να αναλύσω τη θέση της Ομοσπονδίας στα πλαίσια της τοπικής εβραϊκής κοινότητας, ούτε να περιγράψω διάφορες έξω από την πολιτική δραστηριότητες, τις οποίες υποστήριξε αυτή η οργάνωση. Το συνεργατικό κίνημα, η κοινωνική μέριμνα και οι πολιτιστικές εκδηλώσεις, που συνδέονταν με την Ομοσπονδία, δεν έχουν λιγότερο ενδιαφέρον από το πολιτικό της ιστορικό. Όλα αυτά δημιουργούν μία ιστορία, η οποία πρέπει πλέον να ειπωθεί, και ελπίζω να το κάνω σε μία μελλοντική ευκαιρία. Εν τω μεταξύ, υπάρχουν αρκετά σημεία σε συμφωνία με το σχέδιο πού έκανε ο Starr, στο οποίο προσφέρω μερικές παρατηρήσεις.

(1) Στις αρχές του 1910, ο Αλμπέρτο Αρδίτι, ήταν ένας από τους αγωνιστές της Ομοσπονδίας και μεταξύ των πιο δημοφιλών της προσωπικοτήτων, αλλά δεν ήταν Πρόεδρος, γιατί δεν υπήρχε τέτοιος τίτλος. Ο Αρδίτι ήταν απόφοιτος του λυκείου που διατηρούσε η Alliance Israelite Universelle, και μαθητής του Joseph Nehama. Θεωρώ την είσοδο του στην Ομοσπονδία (1910) από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικές μου γνωριμίες· προσχώρησε μόνον ύστερα από επανειλημμένες συναντήσεις μαζί μου. Έχοντας τον πιο δραστήριο ρόλο στο συνεργατικό κίνημα, σαν αποτέλεσμα, ο Αρδίτι ήταν ο συνδετικός κρίκος για μία ομάδα διανοούμενων, στους οποίους συμπεριλαμβανόταν ο Δαβίδ Ρεκανάτι (Ε. Rod), ο οποίος προσχώρησε νωρίτερα· και ο Ζοζέφ Χαζάν, ο οποίος ήλθε την ίδια περίοδο. Αρχίζοντας σαν υπάλληλος σε μία εμπορική εταιρεία, ο Αρδίτι, έγινε γρήγορα ανεξάρτητος έμπορος, ένας από τους σημαντικότερους στην Θεσσαλονίκη, αλλά δεν εγκατέλειψε ποτέ τις φιλελεύθερες αντιλήψεις του. Βρήκε το θάνατο στο Άουσβιτς.

(2) Ο Ζοζέφ Χαζάν, γρήγορα ύστερα από την προσχώρησή του, έγινε δεύτερος γραμματέας και με διαδέχθηκε σαν γενικό γραμματέα όταν ήμουν στην εξορία το 1911. Ο Χαζάν ήταν ένας από τους ιδρυτές της Ομοσπονδίας και το ηγετικό πνεύμα στο συνεργατικό κίνημα. Ο Χαζάν ήταν διαφωνών ο οποίος επιχείρησε να προωθήσει μια οργάνωση, πιο μετριοπαθή από την Σοσιαλιστική Ομοσπονδία και μετά αφιερώθηκε στο συνεργατικό σαν μια πρακτική εναλλακτική λύση. Κι αυτός πέθανε στο Άουσβιτς.

(3) Στην περίοδο της συγκέντρωσης διαμαρτυρίας για την υπόθεση Φερέρ (1909), κεντρική μορφή δεν ήταν ο Χαζάν αλλά ο Αβραάμ Χαασόν, ραφτεργάτης γεννημένος στην Στρουμνίτσα (Μακεδονία). Ο Χαασόν είχε μικρή μόρφωση και βρισκόταν κάτω από την επιρροή των σοσιαλιστών πολιτικών εξόριστων από τη Βουλγαρία· απ’ αυτό και η αντίθεσή του στην ομοσπονδιακή αρχή και στην συνεργασία με τους ελεύθερους τέκτονες. Και εγώ ήμουν αντίθετος σε μια κοινή συγκέντρωση με τους ελεύθερους τέκτονες, αλλά για άλλους λόγους· επικαλέσθηκα μια ξεχωριστή σοσιαλιστική συγκέντρωση με την προοπτική να προωθηθεί η επιρροή της Ομοσπονδίας. Κατάκοιτος από ασθένεια, όμως, υποχώρησα σ’ εκείνους πού υποστήριζαν μια κοινή συγκέντρωση, και εκ μέρους της Ομοσπονδίας μίλησε ο Αλμπέρτο Ντάσσα. Ο Ντάσσα ήταν μέλος της ομάδας διανοουμένων, η οποία ίδρυσε τον Εργατικό Σύνδεσμο, πρόδρομο της Ομοσπονδίας· στη συνέχεια μετανάστευσε στη Γαλλία. Δια μέσου του Χαασόν, ο σεκταρισμός ορισμένων βουλγάρων σοσιαλιστών επηρέασε μερικά μέλη της Ομοσπονδίας και προκάλεσε εκτενείς συζητήσεις.

(4) Είναι αναγκαίο να διορθώσω μερικές παρανοήσεις σχετικά με τα πρώτα μου χρόνια. Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη και μυήθηκα στο σοσιαλισμό στη Βουλγαρία, προσχωρώντας στην ομάδα των «στενών». Το 1907, όταν η ομάδα αυτή έσπασε σε «φιλελεύθερους» (ή δημοκράτες) και «συντηρητικούς» (ή κεντρώους), έγινα ένας από τους φιλελεύθερους αγωνιστές. Πρέπει παρ’ όλα αυτά, να αναγνωρίσω ότι διατήρησα μεγάλο σεβασμό για τους «συντηρητικούς» σοσιαλιστές ηγέτες της Βουλγαρίας, τους πρώτους μου δασκάλους. Την ίδια περίοδο, το ανεξάρτητο πνεύμα της δουλειάς μου στην Θεσσαλονίκη, ιδιαίτερα μεταξύ των εβραίων εργατών, προκάλεσε οξεία αντιπάθεια μεταξύ των συντηρητικών σοσιαλιστών της Βουλγαρίας, τόσο όσο και μεταξύ των τοπικών συμπατριωτών τους και των Ελλήνων σοσιαλιστών της Κωνσταντινούπολης. Κάθε άλλο παρά «συντηρητικός», καθοδηγούμουν μόνο από τη σοσιαλιστική μου συνείδηση και την κατανόηση των τοπικών συνθηκών. Οι «συντηρητικοί», όπως ο Γιανιός, οι οποίοι μετακινήθηκαν από την τουρκική πρωτεύουσα στην Αθήνα το 1910, και ο Στέφανος Παπαδόπουλος, ο οποίος ήρθε στην πρώτη από την Βουλγαρία, δεν με συγχώρησαν ποτέ για την ανεξάρτητη συμπεριφορά μου, ούτε για την επιμονή μου ότι έπρεπε να λαμβάνονται υπόψη οι εθνικές διαφορές.

Η αποτελεσματικότητα της αρχής της ενσωμάτωσης στην Σοσιαλιστική Ομοσπονδία αναπτύχθηκε στην Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη της Ευρωπαϊκής Τουρκίας (1911), η οποία έγινε στην Θεσσαλονίκη. Ο Παπαδόπουλος, αν θυμάμαι καλά, αντιπροσώπευσε τους Έλληνες εβραίους της Κωνσταντινούπολης, και η συζήτηση επιδοκίμασε έμμεσα την αναγνώριση τοπικών συνθηκών και εθνικών ομάδων σαν τη βάση της σοσιαλιστικής δραστηριότητας στην Τουρκία. Οι Σέρβοι, Τούρκοι και Εβραίοι αντιπρόσωποι υποστήριξαν αυτή την αρχή, η οποία ήταν επίσης αποδεκτή από τους γεννημένους στην Τουρκία Βούλγαρους, και οι Έλληνες δεν ήταν απόλυτα αντίθετοι.

Το 1907-1908 δίδασκα σε ένα εβραϊκό σχολείο. Ακολουθώντας την επανάσταση του1908 έγινα τυπογράφος με την προοπτική να προετοιμάσω τον εαυτό μου για να υπηρετήσω σαν εργατικός Οργανωτής. Hταν ο ίδιος λόγος πού με ανάγκασε αργότερα να εγκαταλείψω τις νομικές σπουδές. […] Ύστερα από μερικά χρόνια σαν τυπογράφος, ήμουν εργάτης στα καπνά για δυο χρόνια, έτσι, αποκτώντας την εμπειρία που χρειαζόμουν σαν πρώτος και τελευταίος γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας (1909-11 και 1917 και μετέπειτα). Θεωρώ τυχερό τον εαυτό μου που κέρδισε στη σοσιαλιστική υπόθεση μερικούς αξιόλογους συνεργάτες όπως οι Δαβίδ Χαγουέλ (πέθανε στο Άουσβιτς), Ά. Ντάσσα, Δαβίδ Μεναχέ (δραπέτευσε από το Άουσβιτς), Δ. Ρεκανάτι, Ά. Αρδίτι, Ζ. Χαζάν, Χαΐμ Χαγουέλ (μετανάστευσε στη Γαλλία), Ζακ Αμαρίλιο (διαδέχθηκε τον Χαζάν σαν γραμματέας), Χαΐμ Μπενρουμπί (σήμερα στην Αθηνά) και άλλους. Στην σοσιαλιστική οργάνωση νεολαίας και σε άλλα τμήματα, συνεισέφεραν οι Σαμουήλ Σααδί Λέβυ, Σαμουήλ Γιονά, Σαμπετάυ Λέβυ, Σαμουέλ Αμόν, Μωυσή Μοντιάνο και άλλοι εργάτες, οι περισσότεροι των οποίων πέθαναν στο Άουσβιτς.

(5) Ο δρόμος για την ίδρυση της Ομοσπονδίας δεν προετοιμάστηκε μόνον από την βουλγαρική σοσιαλιστική ομάδα αλλά από μία «Λέσχη Σοσιαλιστικών Σπουδών» την οποία οργάνωσα μέσα στους εβραίους. Η πρώτη και τελευταία εμφάνιση της έγινε μόλις πριν την αντεπανάσταση του Χαμίντ και διαλύθηκε τη στιγμή που έφυγα σαν εθελοντής στο στρατό. Το 1909, ύστερα από την επιστροφή μου στην Θεσσαλονίκη, ίδρυσα τον Εργατικό Σύνδεσμο, ο όποίος αργότερα εξελίχθηκε στη Σοσιαλιστική Ομοσπονδία. Όπως αναφέρθηκε από τον Στέφανο Παπαδόπουλο, κατατάχθηκα στον στρατό του Μαχμούτ Σεβκέτ Πασά, όχι για πολιτικούς αλλά για καθαρά προσωπικούς λόγους, και έγινα για την απόφασή μου, αντικείμενο υπερβολικής κριτικής από Βούλγαρους και Έλληνες σοσιαλιστές, και το ίδιο από ένα Σέρβο. Οι κριτικές αυτές, παρέβλεπαν την ανάγκη νομιμοποίησης της κατάστασής μου στην Τουρκία ώστε να παίξω τον ρόλο για τον όποίο προετοίμασα τον εαυτό μου. Επιπλέον, δεν υπήρχε, όπως είπα, σοσιαλιστική οργάνωση στην Ευρωπαϊκή Τουρκία με την οποία να συνταχθώ και αναγκαστικά έπρεπε να οδηγηθώ από τα προσωπικά μου συναισθήματα και κριτήρια. Ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθεί οποιουδήποτε είδους σοσιαλιστική ή δημοκρατική δράση εάν παλινορθωνόταν η απόλυτη μοναρχία. Εξ άλλου, εάν υπήρχε ένα σοσιαλιστικό κόμμα της Ευρωπαϊκής Τουρκίας, κάθε δημοκράτης θα έπρεπε να υποστηρίξει τους Νεότουρκους εναντίον των ανακλήσεων του συντάγματος από τον Σουλτάνο. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι ήμουν θύμα οποιασδήποτε αυταπάτης σ’ ό,τι αφορά το καθεστώς των Νεότουρκων.

Η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ


Η Βόρεια Ελλάδα συνέβαλε κι αυτή στην επεξεργασία της σοσιαλιστικής ιδέας στην Ελλάδα. Συνέβαλε μάλιστα πολύ περισσότερο στη διαμόρφωση του σοσιαλιστικού κινήματος σ’ ένα πανελλαδικό ενιαίο κίνημα, με παράλληλο πανελλαδικό συνδικαλιστικό κίνημα. Θα ήταν παράλειψη να μη σημειωθούν αυτά τα ιστορικά στοιχεία. Από την εποχή της τουρκοκρατίας υπήρχε στη Θεσσαλονίκη μια Σοσιαλιστική Ομοσπονδία (Φεντερασιόν), η οποία με τη σοσιαλιστική (πολιτική και δημοτική δράση), με τους δημοσιογραφικούς αγώνες, με τη μορφωτική και συνεταιριστική της δράση, με τις νεολαίες της και με την ορθή σοσιαλιστική κατεύθυνση απέσπασε όχι μόνο τη προσοχή των εργαζόμενων μαζών της Βόρειας Ελλάδας, αλλά και τη διεθνή αναγνώριση.

Φυσικά δεν είναι δυνατό μέσα στα περιορισμένα όρια ενός μικρού σημειώματος να περιγραφεί όλη η ιστορία της Φεντερασιόν με τη τόση μεθοδική και συστηματική σοσιαλιστική δράση της. Μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία αυτής εγράφησαν από τον υποφαινόμενο με το ψευδώνυμο Δ.Φ. το 1931 σε 35 άρθρα δημοσιευθέντα στον «Ταχυδρόμο» Θεσσαλονίκης. Εδώ θα αρκεστούμε μόνο στη περιγραφή του ιδιαίτερου ρόλου της στη συγκέντρωση και ενιαία εμφάνιση του σκόρπιου σοσιαλιστικού κινήματος της Ελλάδας, ρόλου που είναι τόσο πιο τιμητικός για τη Φεντερασιόν, όσο η Σοσιαλιστική αυτή Ομοσπονδία, αποτελούμενη από την εποχή της Τουρκοκρατίας κυρίως από Ισραηλίτες, δεν δίστασε αμέσως μετά την απελευθέρωση να προσαρμοσθεί στο νέο περιβάλλον και, παρά τις δύσκολες περιστάσεις (πόλεμος, στρατιωτικός νόμος, λογοκρισία κλπ) να μπει επικεφαλής και να αναλάβει το έργο της σύνδεσης των σοσιαλιστικών δυνάμεων της χώρας.

Όπως το εκδηλώνει η ίδια η ονομασία της, η σοσιαλιστική αυτή οργάνωση πίστευε ότι ένα σοσιαλιστικό κίνημα στη τότε Ευρωπαϊκή Τουρκία θα έπρεπε να οργανωθεί πάνω σε ομοσπονδιακές βάσεις: μια Σοσιαλιστική Ομοσπονδία με τμήματα χωριστά, συνδεδεμένα όμως σε ενιαία διοίκηση, για κάθε εθνότητα. Το ζήτημα αυτό απασχόλησε αρκετά τότε τους σοσιαλιστές της Θεσσαλονίκης, και ακόμα τους βαλκανικούς. Οι βούλγαροι σοσιαλιστές (στενοί) έβρισκαν τότε πως η ομοσπονδιακή αυτή βάση δεν ήταν αρκετά ορθόδοξη, μαρξιστική και ήταν κάπως οπορτουνιστική. Οι σέρβοι όμως και οι ολίγοι Έλληνες, καθώς και οι λιγότεροι Τούρκοι δικαίωσαν τους ισραηλίτες σοσιαλιστές στην Α’ Σοσιαλιστική Συνδιάσκεψη της Ευρωπαϊκής Τουρκίας στη Θεσσαλονίκη.

Αλλ’ ήλθε ο βαλκανικός και έπειτα ο ελληνο-βουλγαρικός πόλεμος. Η Βόρεια Ελλάδα δεν ήταν πια Ευρωπαϊκή Τουρκία. Η Σοσιαλιστική Ομοσπονδία έπαψε πραγματικά να είναι… Ομοσπονδία. Προσαρμόσθηκε με γρήγορο ρυθμό στις νέες συνθήκες, μεταβλήθηκε σε τοπική σοσιαλιστική οργάνωση, ήλθε σε επαφή αμέσως με τους Έλληνες σοσιαλιστές του στρατού, στρατιώτες και αξιωματικούς, Επτανησιώτες και Αθηναίους. Στη διάσταση που υπήρχε ανάμεσα σε μερικούς (στην Αθήνα κυρίως) προσέφερε τις συντροφικές υπηρεσίες για συνεννόηση και ένωση. Αμέσως μετά τον πόλεμο ήλθε σε επαφή με τα σοσιαλιστικά κέντρα Βόλου, Αθήνας, Πειραιά, Κέρκυρας. Οργάνωσε Συνδιασκέψεις, που εξαιτίας του στρατιωτικού νόμου, είχαν έναν στενό (ανεπίσημο) χαρακτήρα και τέλος, το 1918 πήρε τη πρωτοβουλία της σύγκλιση του Α’ Πανελλαδικού Σοσιαλιστικού Συνεδρίου στην Αθήνα που ίδρυσε το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (Νοέμβριος 1918).

Παράλληλα επεδίωξε και την ενοποίηση του σκόρπιου συνδικαλιστικού κινήματος, ίδρυσε το Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης και συνέβαλε στη σύγκλιση της Διάσκεψης των τριών Ε.Κ (Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη) και του Α’ Πανελλαδικού Εργατικού Συνεδρίου που ίδρυσε τη Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (Σεπτέμβριος 1918).

Για μια στιγμή φάνηκε πως με σύστημα και μέθοδο μπήκαν γερές οι βάσεις μιας σωστής πορείας στο σοσιαλιστικό, αλλά και στο συνδικαλιστικό κίνημα της χώρας. Δυστυχώς όμως, συνταρακτικά διεθνή γεγονότα όπως η διαίρεση των σοσιαλιστών και κομμουνιστών και άλλα, συνδεδεμένα με τη Ρωσική Επανάσταση και με τη γνωστή πορεία της, καθώς και εσωτερικά γεγονότα όπως η Μικρασιατική καταστροφή και η εισροή των προσφύγων πού σύντομα άλλαξε όλο το «υλικό» της εργαζόμενης Ελλάδας, μπέρδεψαν την αρχική πορεία. Οι δικτατορίες, τα κινήματα, η 4η Αυγούστου, η κατοχή και τα κατοπινά μπέρδεψαν ακόμα περισσότερο αυτή τη πορεία, την οποία το Σοσ. Κόμμα ΕΛΔ προσπαθεί από το 1945 να επαναφέρει στον κανονικό δρόμο. Και σήμερα τα ιστορικά εκείνα γεγονότα του 1918 παραμένουν παραμορφωμένα ή λησμονημένα.

Κατά διαφόρους έπειτα περιόδους ακούσθηκε η κατηγορία πως οι σοσιαλιστές της Φεντερασιόν δεν υπήρξαν καλοί σοσιαλιστές, γιατί γίνηκαν «αφομοιωτικοί», δηλαδή Έλληνες σοσιαλιστές. Η κατηγορία αυτή ακούσθηκε τότε από «αριστερούς» σοσιαλιστές, μερικοί από τους οποίους είναι οι σημερινοί οπαδοί των αποφάσεων της 5ης Ολομέλειας του ΚΚΕ και άλλοι απ’ αυτούς είναι οι σημερινοί «δεξιοί» «σοσιαλιστές» που βρίσκουν πως δεν… ξεχωριζόμαστε αρκετά από τους κομμουνιστές. Σήμερα αυτή η κατηγορία φαίνεται πόσο γελοία ήταν τότε.

Για να κλείσουμε αυτό το μικρό ιστορικό σημείωμα θα προσθέσουμε δύο σημεία ακόμα: Το ένα είναι ότι τα περισσότερα μέλη της Φεντερασιόν εγκατέλειψαν τις τάξεις του Σοσιαλιστικού Εργατικού δηλ. του Κομμουνιστικού κόμματος, όταν το 1921 η Κομιντέρν υπέβαλε στα σοσιαλιστικά κόμματα τους περίφημους 21 όρους για να γίνουν δεκτά σ’ αυτήν, και το άλλο είναι ότι τα περισσότερα από τα παλαιά στελέχη της Φεντερασιόν εξοντώθηκαν και αυτά από τους χιτλερικούς στα κρεματόρια του Άουσβιτς. Κάποτε να αποτίσουμε φόρον τιμής στη μνήμη μερικών απ’ αυτούς.

~ * ~

Εκδόθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Ιούλη του 2004.

Πηγή: AZ News

Κοινοποιήστε το:

 
Copyright © ANTIZITRO. Designed by OddThemes