«Ένας Ναζί ταξιδεύει στην Παλαιστίνη»


Αν και μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Σιωνιστές προσπαθούν να μας πείσουν με περίσσιο ζήλο για την απάνθρωπη στάση των εθνικοσοσιαλιστών της Γερμανίας, τελικά και εδώ η ιστορική πραγματικότητα διαφέρει αρκετά από εκείνη που μαθαίνουμε στα σχολεία.

Του Βασιλείου Ι. Κετσεκιουλάφη*

Οι Σιωνιστές επέλασαν με τον μοντέρνο μύθο του κράτους του Ισραήλ σαν «απάντηση του Θεού στο Ολοκαύτωμα» κατά της υπόλοιπης ανθρωπότητας, σαν να ήταν το Ισραήλ το μοναδικό καταφύγιο από την χιτλερική βαρβαρότητα. Ακόμη και τον αριθμό των θυμάτων χρειάστηκε να φουσκώσουν. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αναμνηστική πλακέτα στο Auschwitz, που μέχρι και πρότινος (1994) έγραφε «τέσσερα εκατομμύρια θύματα». Η καινούργια πλακέτα δηλώνει σήμερα, ότι τα θύματα ήσαν «περίπου ενάμισι εκατομμύριο», επί τω πλείστον Εβραίοι. Αυτό σημαίνει δηλαδή, ότι ούτε ο αριθμός των θυμάτων δεν είναι ακριβής, εφόσον από τα τέσσερα εκατομμύρια μειώθηκε απότομα στα 1,5 εκατομμύρια, που και αυτός ο αριθμός είναι χονδρικός, εφόσον αναφέρεται η λέξη «περίπου», αλλά επίσης ότι δεν ήταν όλα τους Εβραίοι, αλλά τα περισσότερα απ’ αυτά. Πόσοι και ποιοι ήταν αυτοί οι Εβραίοι, παραμένει μέχρι και σήμερα ένα «άλυτο μυστήριο» στην μεταπολεμική βιομηχανία του «Ολοκαυτώματος».
Οι Σιωνιστές ωστόσο, ήθελαν και κατάφεραν να κάνουν πιστευτό στην ανθρωπότητα ότι εκείνοι όχι μόνο ήταν παρόντες, αλλά ότι έπαιξαν και τον κύριο πρωταγωνιστικό ρόλο στη «μεγαλύτερη γενοκτονία της ιστορίας», «ενώ άφησαν να λησμονηθούν τα εξήντα εκατομμύρια Ινδιάνοι, τα εκατό εκατομμύρια Μαύροι (κάθε έναν συλληφθέντα Αφρικανό ακολουθούσαν 10 νεκροί), ακόμα και η Χιροσίμα και το Ναγκασάκι και τα 75 εκατομμύρια αυτού του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σαν ο χιτλερισμός να αποτελούσε ένα μεγάλο πογκρόμ και όχι ένα έγκλημα κατά του συνόλου της ανθρωπότητας. Μήπως είμαστε αντισημίτες όταν λέμε ότι οι Εβραίοι επλήγησαν πάρα πολύ σκληρά, αλλά δεν ήταν οι μόνοι, και παραπέμπουμε στο ότι η τηλεόραση σήμερα μιλάει μόνο για εκείνους, αλλά όχι για τα άλλα θύματα; Επιπλέον, για να τελειοποιήσουν την συγκάλυψη, εφοδίασαν την μαζική δολοφονία που έλαβε πραγματικά χώρα, με ένα όνομα που δανείστηκαν από την θεολογία και κατά κάποιο τρόπο έπρεπε να το αποδώσουν στο σχέδιο του Θεού, έτσι όπως για παράδειγμα συνέβη με τη σταύρωση του Χριστού»[1].
Ποια όμως ήταν στην πραγματικότητα η σχέση του Σιωνισμού με τον Ναζισμό; Η απάντηση στην ερώτηση αυτή είναι ότι ο Σιωνισμός με τον Ναζισμό είχαν τις ίδιες βάσεις και αρχές.
Οι απανταχού Εβραίοι, κατευθυνόμενοι από τους ομοφύλους τους στις Η.Π.Α. είχαν κηρύξει πολύ πριν ανέβει ο Hitler στην εξουσία, τον πόλεμο εναντίον της Γερμανίας. Ο Αντισημιτισμός ήταν το φυσικό επακόλουθο αυτής της εχθρικής ενέργειας. Μάλιστα η ανάληψη της εξουσίας στη Γερμανία από τον Hitler στις 30 Ιανουαρίου 1933 εγκαινίασε την επίσημη πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης, που δεν ήταν τίποτ’ άλλο από τον αντισημιτισμό. Από τη στιγμή που βρέθηκε το σύνολο της κρατικής μηχανής στα χέρια των Ναζιστών, ήταν σε θέσει να ασκήσουν μια βασιλεία του τρόμου, σύμφωνα με τα εβραιομπολσεβίκικα πρότυπα. Οι οργανωμένες τρομοκρατικές επιθέσεις συνοδεύονταν από διοικητικά μέτρα που είχαν ως σκοπό να διαχωρίσουν φυλετικά τους Εβραίους από την υπόλοιπη γερμανική κοινωνία. Σύμφωνα με τους καινούργιους νόμους όσοι δημόσιοι υπάλληλοι ήταν Εβραίοι, που δεν πολέμησαν για την Γερμανία, ή έχασαν στο πόλεμο έναν πατέρα ή έναν γιο, βρέθηκαν εκτός υπηρεσίας. Εβραίοι φοιτητές δεν επιτρέπονταν να είναι εκπρόσωποι των φοιτητών. Την ίδια μέρα δηλαδή στις 12 Απριλίου 1933 απαγόρευσε η κυβέρνηση την συμμετοχή Εβραίων πολιτικών συντακτών στις συνεντεύξεις τύπου. Στις 20 Μαρτίου ανακοινώθηκε η απόλυση όλων των Δικαστών και Εισαγγελέων εβραϊκής καταγωγής από τα γερμανικά δικαστήρια. Κάτι που ολοκληρώθηκε στις 31 Μαρτίου. Την ίδια μέρα το πρωσικό κοινοβούλιο έστειλε υπόμνημα στον υπουργό παιδείας με το οποίου ζητούσε την απόλυση όλων των Εβραίων δασκάλων, όσο και την μείωση των Εβραίων φοιτητών. Στο Μόναχο από το νέο σχολικό έτος (το Σεπτέμβριο) θα απαγορεύονταν η είσοδος σε εβραιόπουλα η εγγραφή σε χριστιανικά σχολεία, ούτε Εβραίοι σχολικοί ιατροί θα επιτρέπονταν να εξετάζουν χριστιανόπουλα.[2]
Η αντίδραση του Σιωνισμού στα σκληρά μέτρα των Ναζιστών ήταν να επικροτήσει τα ναζιστικά μέτρα. Τελικά και το σιωνιστικό κίνημα πίστευε ότι οι Εβραίοι δεν θα έπρεπε να αποτελούν κομμάτι μιας ειδωλολατρικής κοινωνίας. Το γεγονός αυτό εξηγεί γιατί η άνοδος του Ναζισμού είχε ως αποτέλεσμα την σημαντική ενίσχυση του Σιωνισμού μεταξύ των Γερμανοεβραίων. Εξηγεί επίσης, πως ένας πεπεισμένος Ναζί όπως ο Adolf Eichmann είχε καλές σχέσεις με Σιωνιστές, και μπορούσε μάλιστα να αυτοχαρακτηριστεί ως φιλοσιωνιστής, παρόλα που παρέμενε ταγμένος στην ναζιστική ιδεολογία.[3]
Ο Eichmann δεν ήταν ο μόνος που έπερνε στα σοβαρά αυτό το «φιλοσιωνισμό». Οι Γερμανοεβραίοι πίστευαν ότι θα έφτανε αν αντικαταστούσαν την «αφομοίωση» με μια νέα διαδικασία «ανομοίωσης», και συνέρρεαν στις τάξεις του σιωνιστικού κινήματος.[4]
Στην υπό εξέταση εποχή, πολλοί Γερμανοί Σιωνιστές, όπως ο Tuchler υπήρξαν υποστηρικτές των Ναζί και τοποθετούσαν τους εαυτούς τους και ενέδιδαν κατηγορηματικά σε αυτό που έβλεπαν ως ακεραιότητα και καλή βούληση της πολιτικής του NSDAP, σχετικά με τον εβραϊκό επαναπατρισμό. Αυτό το κόμμα εξάλλου, προήγαγε τους πολιτικούς τους στόχους.
Μέχρι και το 1934 τα SS είχαν γίνει το πιο φιλοσιωνιστικό στοιχείο στο ναζιστικό κόμμα. Μάλιστα, άλλοι ναζιστές τους αποκαλούσαν «μαλθακούς» έναντι των Εβραίων. Ο Βαρόνος, μέλος του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος, και αξιωματούχος των SS, Leopold Itz von Mildenstein, που υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσιωνιστές της Γερμανίας, μόλις είχε επιστρέψει από την εξάμηνη επίσκεψή του στην Παλαιστίνη, όπου είχε ταξιδέψει μαζί με τον Kurt Tuchler, ένα διοικητικό μέλος της Σιωνιστικής Ομοσπονδίας της Γερμανίας, αμφότεροι συνοδευόμενοι από τις συζύγους τους.
Όντας επικεφαλής του τμήματος της Υπηρεσίας Εβραϊκής Ασφάλειας των SS, άρχισε να μελετά εβραϊκά και να συλλέγει κάθε τι σχετικό με τον Εβραϊσμό, όπως κείμενα, έγγραφα, τραγούδια, φωτογραφίες κ.λπ. Όταν ο συνταξιδιώτης του, ο Εβραίο-Σιωνιστής Kurt Tuchler επισκέφτηκε το γραφείο του το 1934, ο πρώτος, (ο «Ναζιστής»)  τον υποδέχτηκε με μελωδίες και εμβάσματα γνωστών εβραϊκών συνθέσεων και μάλιστα στην διαπασών.  Υπήρχαν διάφοροι χάρτες και στατιστικοί πίνακες καρφιτσωμένοι στους τοίχους, που έδειχναν την ραγδαία αύξηση της δύναμης του Σιωνισμού στην Γερμανία.
Ο von Mildenstein ήταν γνωστός για την τήρηση των λόγων του: δεν αρκέστηκε στο να γράφει μονάχα ευνοϊκά κείμενα για τους Σιωνιστές, για όλ’ αυτά που βίωσε και είδε στις σιωνιστικές αποικίες στην Παλαιστίνη, αλλά κατάφερε επίσης να πείσει τον Goebbels να δημοσιεύσει την μακροσκελή του έκθεση, σε μια πρωτοφανή για τα γερμανικά δεδομένα της εποχής σειρά δώδεκα άρθρων στην καθημερινή του εφημερίδα “Der Angriff” («η Επίθεση») –που αποτελούσε το ηγετικό προπαγανδιστικό όργανο του ναζισμού– από τις 26 Σεπτεμβρίου, έως και τις 9 Οκτωβρίου 1934.
Η εξάμηνη επίσκεψη και παραμονή του στους Σιωνιστές της Παλαιστίνης, αποκάλυψαν στον αξιωματούχο των SS «την οδό για τη θεραπεία μιας μακραίωνης πληγής στο σώμα του κόσμου: το εβραϊκό ζήτημα». «Ήταν πραγματικά εκπληκτικό ότι όταν υπήρχε καλό έδαφος κάτω από τα πόδια του, ο Εβραίος ξαναζωντάνευε: Η χώρα τον μετέτρεψε αυτόν και το είδος του μέσα σε μια δεκαετία. Αυτός ο καινούργιος Εβραίος θα αποτελέσει έναν καινούργιο λαό», θα έγραφε σε ένα από τα 12 άρθρα της σειράς που δημοσιεύτηκε στην «Επίθεση». Έτσι η ευνοϊκή έκθεση του von Mildenstein δημοσιεύτηκε την πιο κατάλληλη στιγμή, όπου τόσο οι Γερμανοί Σιωνιστές, όσο και οι Ναζί εστίαζαν τις συλλογικές τους προσπάθειες στον προσηλυτισμό για τον επικοισμό της Παλαιστίνης από Εβραίους Σημίτες. Μάλλιστα ο von Mildenstein υπήρξε ένας από τους υποστηρικτές του Eichmann που τον ήθελαν επικεφαλή του τμήματος επαναπατρισμού.
Για να επιβραβεύσει και να μνημονεύσει την αποστολή του Βαρόνου, ο υπουργός προπαγάνδας της Γερμανίας, Goebbels, παρήγγειλε την κοπή ενός μεταλλίου δύο όψεων: με την σβάστικα στην μία πλευρά και το αστέρι του Δαβίδ –το σύμβολο του Σιωνισμού– στην άλλη.[5]



Το αναμνηστικό αυτό μετάλλιο γράφει στην όψη όπου βρίσκεται ο εβραϊκός αστέρας του Δαβίδ, και συγκεκριμένα γύρω από αυτόν, την φράση: «Ένας Ναζί ταξιδεύει στην Παλαιστίνη», που αποτελούσε και την κύρια επικεφαλίδα της σειράς των άρθρων στην «Επίθεση». Στην άλλη πλευρά, με το σύμβολο της ινδικής σβάστικας ή το αρχαίο ελληνικό «γαμμάδιον» ή «τετραγάμμα» –που υιοθετήθηκε ως σύμβολο της Ναζιστικής Γερμανίας– στην επάνω πλευρά, χαράχτηκε από κάτω η φράση: «Και διηγείται γι’ αυτό (το ταξίδι) στην ‘Επίθεση’».
Το μετάλλιο χαράχτηκε από το Τρίτο Ράιχ για να τιμήσει την συνεργασία και την υποστήριξη του Σιωνιστικού Εβραϊκού Πρακτορείου, για τη προσφορά του, να απαλλαγεί η Γερμανία από τους Εβραίους, κάτι που ονόμαζαν „Judenfrei“ («ελεύθερη από Εβραίους»). Τα SS σύναψαν γραπτές συμφωνίες με την σιωνιστική αυτή οργάνωση για να εξασφαλίσουν ότι οι Εβραίοι στη Γερμανία, ή στις περιοχές που βρίσκονταν υπό γερμανικό έλεγχο, θα αναγκάζονταν να μεταναστεύσουν, να πουλήσουν τα υπάρχοντά τους, τα έσοδα θα καταθέτονταν σε γερμανικούς τραπεζικούς λογαριασμούς, που θα ήταν στη διάθεση του εβραϊκού πρακτορείου για την αγορά αγαθών και υπηρεσιών από τη Γερμανία, εάν και εφόσον ο απελαθείς συμφωνούσε να εγκατασταθεί στη Παλαιστίνη.
Στον νέο μετανάστη της εβραϊκής ελεγχόμενης περιοχής της Παλαιστίνης και στην οικογένειά του, θα δίδονταν θέσεις εργασίας, συνήθως σε Kibbutz[6] –αυτό δηλαδή που αργότερα «συμπτωματικά» η Μπολσεβίκοι «εφεύραν» και ονόμασαν Kolkhoz, εφόσον το πρώτο Κιμπούτς ονόματι Degania Alef ιδρύθηκε το 1909 στο βόρειο Ισραήλ– όπου θα γίνονταν εργάτες αγροκτημάτων – με το τρακτέρ και τον αγροτικό εξοπλισμό του, αγορασμένο από τη Γερμανία, αλλά ιδιοκτησίας του Εβραϊκού Πρακτορείου. Ήταν μια δύσκολη επιλογή για τον Εβραίο που μισούσε τις γεωργικές εργασίες και το δυσάρεστο κλήμα στην Παλαιστίνη – αλλά εάν από αυτό εξαρτιόταν η ζωή του και εκείνη της οικογένειάς του, συχνά την δεχόταν.
Κατά συνέπεια, οι Σιωνιστές ενθάρρυναν το ναζιστικό καθεστώς να κάνει την ζωή των, υπό τον έλεγχό του, Εβραίων όσο το δυνατόν πιο ανυπόφορη, τρομακτική και άθλια. Η επιλογή ήταν είτε στρατόπεδο συγκέντρωσης είτε Παλαιστίνη. Πολλές χιλιάδες επέλεξαν την Παλαιστίνη. Όπως μαθαίνουμε από διάφορες εβραϊκές πηγές, η Γερμανία απαλλάχτηκε από τους Εβραίους και γνώρισε πρωτοφανή οικονομική ανάπτυξη και η εβραϊκή Παλαιστίνη –που τότε ήταν μια κομμουνιστική οντότητα– παραλάμβανε τους εποίκους που απεγνωσμένα αναζητούσε, εφόσον τους χρειαζόταν για να μπορέσει να υπερτερήσει αριθμητικά εκείνο των αυτοχθόνων λαών που ήσαν και ιδιοκτήτες της γης.[7]
Η δημοσίευση ενός άρθρου του ιστορικού Jacob Boas, ενός Εβραίου επιζόντα των γερμανικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, που γεννήθηκε στο στρατόπεδο Westerbork, με τίτλο “A Nazi Travels to Palestine” («Ένας Ναζί ταξιδεύει στην Παλαιστίνη»), στο αγγλικό επιστημονικό περιοδικό “History Today”, στις αρχές του 1980, υπήρξε η αιτία να δημιουργηθεί μεγάλος θόρυβος σχετικά με το περιοδικό αυτό. Η τεράστια δημοσιότητα, επέδρασε σαν σοκ στους συντάκτες του περιοδικού, τινάζοντας όχι μόνο την κυκλοφορία του περιοδικού στα ύψη, αλλά και την τιμή του στη μαύρη αγορά, εφόσον «κάποιοι» φρόντισαν  για την άμεση εξάντλησή του. Ασχέτως από την «μεγάλη ζήτηση» που είχε το θέμα και την ακαριαία εξάντληση του εντύπου που φιλοξένησε το άρθρο, οι συντάκτες «συμπτωματικά» δεν έκαναν, από τότε, καμία άλλη αναφορά στο συγκεκριμένο θέμα, φοβούμενοι μάλλον μήπως χάσουν την σιωνιστική τους εύνοια.
Υπάρχει μεγάλη βιβλιογραφική αναφορά σε ότι αφορά την «συμφωνία της μεταφοράς των Εβραίων» από Εβραίους κυρίως συγγραφείς, οι περισσότεροι από τους οποίους βρέθηκαν στο μάτι του σιωνιστικού κυκλώνα, μόνο και μόνο επειδή προσπάθησαν να μεταφέρουν κάποιες ιστορικές αλήθειες. Ένα εξ αυτών είναι και το “The Transfer Agreement”, του Εβραίου Edwin Black. Τα φερέφωνα των Σιωνιστών στις Η.Π.Α. δεν δίστασαν να ζητήσουν από τους γονείς του συγγραφέα, σε μια συνέντευξη, να αποκηρύξουν τον γιο τους.[8] Την ίδια τύχη επιφύλαξαν Σιωνιστές ταραξίες σε μια ομιλία του μαρξιστή-τροτσκιστή Αμερικανοεβραίου Lenni Brenner, συγγραφέα του βιβλίου «Σιωνισμός στην εποχή των δικτατόρων», στην Αγγλία λίγα χρόνια μόλις μετά την δημοσίευση του άρθρου του Jacob Boas.
Για να γυρίσουμε όμως στο θέμα μας, με άλλα λόγια οι Σιωνιστές υποστήριζαν σθεναρά την απάνθρωπη και βάναυση μεταχείριση των ομοφύλων τους σ’ ολόκληρη την Ευρώπη, από την κυβέρνηση του Hitler. Το ναζιστικό καθεστώς από την άλλη χάραξε αυτό το μετάλλιο προς τιμήν της αγαστής συνεργασίας του με τους Σιωνιστές, στο να απαλλαγεί η Ευρώπη από τους Εβραίους, διατηρώντας παράλληλα τις ζωές τους.
Αν και κυκλοφόρησαν, όπως είδαμε και παραπάνω, πολλά βιβλία για την βάρβαρη μεταχείριση των Εβραίων της Ευρώπης από τη ναζιστική Γερμανία, μια σημαντική πτυχή αυτού του θέματος παραμένει σε μεγάλο βαθμό άγνωστη στη δημοσιότητα: η σχέση μεταξύ του σιωνιστικού κινήματος και της ναζιστικής Γερμανίας. Ο ιστορικός ερευνητής μπορεί να βρει πάμπολλες διάσπαρτες πληροφορίες σχετικά με αυτό το θέμα, όμως δεν έχουν ακόμη συγκεντρωθεί σε μία ενιαία και ολοκληρωμένη μελέτη. Κι αυτό, στην κυριολεξία «για τον φόβο των Ιουδαίων».
Οι Σιωνιστές λοιπόν, την εποχή που ο Χίτλερ ανέλαβε την καγκελαρία της Γερμανίας, κυριολεκτικά απολάμβαναν μια έξαρση στήριξης από τους Γερμανοεβραίους. Ο ιδρυτής και εκδότης της εφημερίδας „Der Stürmer («Ο Επιθετικός - Ο Επελαύνον») Julius Streicher από την άλλη, ήθελε να διώξει τους Εβραίους από τη Γερμανία. Όμως οι Ναζί δεν ήταν σαφείς για το πώς θα κατόρθωναν κάτι τέτοιο, χωρίς να διαταράξουν την ήδη καταθλιπτική και ταλανιζόμενη γερμανική οικονομία, και ούτε ήξεραν ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις στις διεθνείς σχέσης της χώρας. Οι περισσότεροι από τους Εβραίους της Γερμανίας δεν έβλεπαν τον λόγο γιατί να μεταναστεύσουν στην φτωχή και προβληματική Παλαιστίνη, αφήνοντας πίσω τους το βιός τους και την πατρίδα τους, σε μία χώρα στην οποία είχαν πλέον εγκατασταθεί για τα καλά. Δεν ένιωθαν Εβραίοι - Ισραηλίτες,  αλλά Γερμανοεβραίοι.
Η δεκαπενθήμερη εφημερίδα της Σιωνιστικής Ομοσπονδίας, “Jüdische Rundschau, έζησε μία άνοδο της κυκλοφορίας της από περίπου 10.000 αντίτυπα σε 38.500 φύλλα προς το τέλος του 1933. Επίσης είναι γνωστό ότι οι σιωνιστικές οργανώσεις χρηματοδότησης λάβαιναν την περίοδο 1935-1936 από έναν κατά πολύ μειωμένο και εξαθλιωμένο πληθυσμό τρεις φορές περισσότερο χρήμα απ’ ότι το 1931- 1932.[9]
Ο Σιωνισμός επωφελήθηκε αναμφίβολα από το γεγονός της ανόδου του Hitler που οδήγησε στην καταστροφή των ισχυρότερων αντιπάλων του για την ιδεολογική ηγεσία μεταξύ των Γερμανοεβραίων. Κάτι που μεταφράζονταν στο ότι μόνο όσοι δεσμεύονταν με το εβραϊκό στοιχείο, θα μπορούσαν να υπερασπιστούν τα εβραϊκά τους δικαιώματα, αλλά και ότι μόνο οι Σιωνιστές ήταν σε θέση να προσεγγίσουν τους Γερμανούς Ναζιστές, καλή τι πίστη ως «ειλικρινείς εταίροι». Η Γερμανοεβραία πολιτική θεωρητικός Hannah Arendt, έρχεται να προσθέσει ότι: «Τις μέρες εκείνες ήταν μέρος της καθημερινότητας, μόνο Σιωνιστές να έχουν κάποια ευκαιρία να διαπραγματευτούν με τις γερμανικές αρχές, για τον απλό λόγο ότι ο κύριος εβραϊκός αντίπαλός τους, η Κεντρική Ένωση Γερμανών Πολιτών Εβραϊκού Θρησκεύματος, στην οποία άνηκε τότε το 95% των Γερμανοεβραίων, όριζε στο καταστατικό της ότι βασική αποστολή της ήταν ‘ο αγώνας ενάντια στον αντισημιτισμό’· ξαφνικά βρέθηκε να είναι μια εξ ορισμού ‘ανατρεπτική’ οργάνωση…»[10]. Και συνεχίζει παρακάτω: «Κατά τα πρώτα χρόνια φάνηκε στους Σιωνιστές η κατάληψη της εξουσίας από τον Hitler κυρίως ως ‘η αποφασιστική ήττα της αφομοίωσης’. Ως εκ τούτου μπορούσαν οι Σιωνιστές τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα να συνάψουν κάποια μη-εγκληματική συνεργασία με τις ναζιστικές αρχές, ‘η Σιωνιστές επίσης πίστευαν ότι η ανομοίωση’ μαζί με την μετανάστευση στην Παλαιστίνη νεαρών Εβραίων, και όπως ήλπιζαν, καπιταλιστών, θα μπορούσε να αποτελέσει ‘μία δίκαιη λύση και για τις δύο πλευρές’. Ταυτόχρονα πολλοί Γερμανοί αξιωματούχοι ήταν αυτής της άποψης»[11].
Αυτή η «μη-εγκληματική» συνεργασία μεταξύ του Ναζισμού και του Σιωνισμού κατά τα πρώτα χρόνια, θα αποδεικνυόταν στην πραγματικότητα σαν ένα αδύναμο ξεκίνημα, που θα άνοιγε την πόρτα σε μία πολύ ευρύτερη και σοβαρότερη συνεργασία, η οποία αποδεικνυόταν με την εξέλιξη της ναζιστικής πολιτικής όλο και λιγότερο «μη-εγκληματική». Ακόμα και πριν γίνει ο Hitler καγκελάριος, είχαν τα κοινά συμφέροντα μεταξύ του Σιωνισμού και του Ναζισμού ήδη επεκταθεί σύμφωνα με την αρχή της ανομοίωσης των Γερμανοεβραίων και οδήγησαν στην υποστήριξη ενός κεντρικού σημείου του σιωνιστικού προγράμματος από τους Ναζί: την αποδημία των Εβραίων προς την Παλαιστίνη. Γι’ αυτό το λόγο πραγματοποίησαν ήδη στις 20 Ιουνίου 1932 πορεία «τριακόσιοι Ναζιστές μέσα στους δρόμους του Βρότσλαβ και τρομοκρατούσαν Εβραίους περαστικούς φωνάζοντας ‘αφήστε τους Εβραίους να πάνε στην Παλαιστίνη’»[12].
Αυτή η πολιτική της προτροπής των Εβραίων να πάνε στην Παλαιστίνη, είχε την προσωπική ευλογία του Hitler. Παρόλο που όταν παλαιότερα έγραφε τον «Αγώνα μου», δεν πίστευε ότι οι Σιωνιστές πραγματικά σχεδίαζαν να ιδρύσουν κράτος, μετά την κατάληψη της εξουσίας άλλαξε τη γνώμη του για εκείνους και τους πήρε στα σοβαρά.
«Ήταν οι Σιωνιστές που προθυμοποιήθηκαν ν’ απαλλάξουν την Γερμανία από τους Εβραίους της […] Και δεδομένου ότι ο στόχος αυτός ήταν υψίστης σημασίας, έπρεπε ο Hitler με τον γνωστό πραγματισμό του να συμβιβαστεί με τα ίδια του τα δόγματα.
Οι στόχοι, έτσι θα αποφασιζόταν στην Wilhelmstraße, που είχε θέσει αυτή η κατηγορία στον εαυτό της (των Εβραίων που ήταν κατά την αφομοίωση και την αναδιοργάνωση των ομοθρήσκων τους σε μία εθνική πατρίδα), στην πρώτη σειρά των οποίων βρίσκονταν οι Σιωνιστές, είναι εκείνοι που ακολούθησαν αληθινά τη γερμανική πολιτική σε σχέση με τους Εβραίους.
Οι μόνοι Εβραίοι με τους οποίους τελικά θα έπρεπε να συνεργαστούν τα διάφορα όργανα του Τρίτου Ράιχ, ιδιαίτερα το Υπουργείο Εξωτερικών και το Υπουργείο Οικονομίας, ήταν στην πραγματικότητα οι Σιωνιστές και Παλαιστίνιοι Εβραίοι»[13].
Οι Σιωνιστές υποστήριζαν ότι το status των Γερμανοεβραίων θα πρέπει να ρυθμίζεται σε ομαδικό επίπεδο, και έτσι ζήτησαν την κυβερνητική βοήθεια για την προώθηση της μετανάστευσης. Ο von Mildenstein πρότεινε να γράψει κάτι ευνοϊκό για τον Σιωνισμό και το έργο του στην Παλαιστίνη, συμφωνώντας μάλιστα με την ιδέα να επισκεφτεί τους Σιωνιστές της Παλαιστίνης, συνοδευόμενος από τον Εβραίο Kurt Tuchler. Αλλά η ζωή στην Παλαιστίνη ήταν δύσκολη, γεμάτη απειλητικά προβλήματα, από τους Παλαιστινίους Άραβες που αντιστέκονταν στον σιωνιστικό εποικισμό. Ήταν φανερά εντυπωσιασμένος και έβλεπε πλεονεκτήματα τόσο για τη Γερμανία, όσο και για τα SS, που θα παρουσιάζονταν ως εκείνα που θα πρότειναν μια από τις σημαντικότερες πολιτικές γραμμές.
Ο von Mildenstein έβλεπε  στον εβραϊκό εποικισμό στην χώρα (κάτι που φαίνεται καθαρά στη δημοσίευση της έκθεσής του στην εφημερίδα “Der Angriff”), μια μορφή αναγέννησης της ναζιστικής τοποθέτησης σχετικά με το «αίμα και γη», καθώς και ως έναν τρόπο ν’ απαλλαγεί η Γερμανία από τους Εβραίους.
Η ευνοϊκή αυτή στάση των SS έναντι των Σιωνιστών, έδωσε στους δεύτερους προνόμια σε σχέση με άλλες εβραϊκές ομάδες, βοηθώντας το κίνημα της νεολαίας τους, και δίνοντάς τους το δικαίωμα να φορούν στολές, και να φέρουν την κυανόλευκη σιωνιστική σημαία.
Σήμερα βέβαια αποκρύπτονται εσκεμμένα τέτοιες ιστορικές αλήθειες, ασχέτως εάν ακόμη και ο Yitzhak Schamir, ως γνωστόν έβδομος πρωθυπουργός του Ισραήλ (1983-1984 και 1986-1992)[14] κάποτε υπήρξε κατάσκοπος του χιτλερικού εθνικοσοσιαλιστικού κράτους και συμμάχησε με τους Γερμανούς, μέχρι που τον συνέλαβαν οι Βρετανοί σαν συνεργάτη των Γερμανών και τρομοκράτη, γράφοντας στα απομνημονεύματά του: «σε αντίθεση με την γενική παραδοχή, οι περισσότεροι Ισραηλινοί μετανάστες δεν ήταν επιζώντες του Ολοκαυτώματος, αλλά Άραβες Εβραίοι που κατάγονταν από την γύρω περιοχή» [15]. Δηλώσεις όμως που αποδεικνύουν την αδιαφορία των Σιωνιστών σε ότι αφορούσε τους ομοφύλους τους Εβραίους της Κεντρικής Ευρώπης είχαν κάνει αρκετά πρωτοκλασάτα ονόματα ας αναφέρουμε μερικά:
Ο Chaim Weizmann, ο οποίος θα γινόταν ο πρώτος Πρόεδρος του Ισραήλ, δήλωνε ήδη από το 1937, ότι είχε μια αρκετά σαφή παράσταση για την τύχη που περίμενε τους Εβραίους της Ευρώπης και επίσης παρουσίαζε με σαφήνεια την πολιτική που θ’ ακολουθούσαν οι Σιωνιστές. Σημείωνε ότι: «οι ελπίδες των έξι εκατομμυρίων της Ευρώπης εστιάζονται  στη μετανάστευση. […] Ερωτήθηκα: ‘Μπορείτε να μεταφέρετε έξη εκατομμύρια Εβραίους στην Παλαιστίνη;’ Απάντησα: […] Από τα βάθη της τραγωδίας θέλω να σώσω δύο εκατομμύρια νέους […] Οι γέροι θα το ανεχθούν. Θα αποδεχτούν την μοίρα τους, ή και όχι. Αυτοί ήσαν σκόνη, οικονομική και ηθική σκόνη σε έναν απάνθρωπο κόσμο […] Μόνο οι νέοι πρέπει να επιβιώσουν […] Θα πρέπει να το αποδεχτούν»[16].
Ένας από τους ηγέτες τους, ο Yitzhak Greenbaum, που διορίστηκε πρόεδρος μιας επιτροπής που υποτίθεται ότι διόρισαν οι Σιωνιστές για την διάσωση των Εβραίων της Ευρώπης, είπε ότι τίποτα, ούτε καν η διάσωση των Εβραίων της Ευρώπης θα πρέπει να βάλει σε δεύτερη μοίρα το στόχο της δημιουργίας του κράτους του Ισραήλ. Δήλωσε ότι: «Αν έρθετε με δύο σχέδια – τη διάσωση των μαζών των Εβραίων στην Ευρώπη ή την σωτηρία της χώρας – θα επιλέξω χωρίς δισταγμό τη σωτηρία της χώρας. Όσο περισσότερο γίνεται λόγος για τη δολοφονία του λαού μας, τόσο περισσότερο ελαχιστοποιούμε τις προσπάθειές μας για την ενίσχυση και τη λειτουργία της εβραιοποίησης της χώρας. Αν υπήρχε σήμερα μια δυνατότητα να αγοράσουμε δέματα με τρόφιμα (για τους λιμοκτονούντες υπό την ναζιστική κυριαρχία Εβραίους), που θ’ αγοράζαμε με χρήματα της ‘Keren Hayesod (“United Jewish Appeal” - «Ηνωμένη Εβραϊκή Έκκληση»), για να τα αποστείλουμε μέσω Λισσαβόνας, θα το κάναμε; Όχι! Ποτέ!»[17]. Είναι παράξενο που σχεδόν κανένας δεν ρώτησε αν ένας άνθρωπος με τέτοιες απόψεις ήταν ο κατάλληλος σε μία οργάνωση, που θεωρητικά ήταν υπεύθυνη για την διάσωση. Επίσης σημαντικό είναι το γεγονός ότι ο γιός του Yitzhak Greenbaum, Eliezer υπήρξε γνωστός συνεργάτης των Ναζί στο Ausschwitz. Ο Εβραίος συγγραφέας και επιζών του Ausschwitz Yehiel De-Nur, που έγινε γνωστός με το ψευδώνυμο Ka-Tzetnik 135633, ανέφερε στο βιβλίο του: «Ο Eliezer Greenbaum χάρη στην τακτική του να δραστηριοποιηθεί ως πληροφοριοδότης και να δείξει κτηνωδία – σε βαθμό που εξέπληξε ακόμα και τους Γερμανούς – προβιβάστηκε στο αξίωμα του διοικητή κτιριακής εγκατάστασης»[18].
Ο Ραβίνος Chaim Michael Dow Weissmandl, που υπήρξε κοσμήτορας του Ιδρύματος Nitra Yeshiva, και συγγραφέας του «αντισιωνιστικού» βιβλίου Min HaMeitzar, όπου περιγράφει τις εμπειρίες του από τον πόλεμο, γράφει: «Πρέπει να έχουμε θύματα ομοεθνών μας, στον πόλεμο έτσι ώστε όταν τελειώσει ο πόλεμος, να φανεί ότι εμείς ήμασταν οι αδικημένοι, έτσι όταν ζητήσουμε να αναγνωρίσουν το κράτος του Ισραήλ, όλος ο κόσμος με μια φωνή να πει ‘ναι’, δικαιούνται επιτελούς μια πατρίδα οι Εβραίοι […] Σας γράφουμε, για να σας υπενθυμίσουμε τον μοναδικό παράγοντα που δεν πρέπει να σας διαφεύγει, δηλαδή: πως τελικά οι Σύμμαχοι θα κερδίσουν τον πόλεμο. Μετά από την νίκη τους, τα εδαφικά σύνορα θα επαναπροσδιορισθούν, όπως έγινε μετά από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε, θα είναι πλέον ανοιχτός ο δρόμος για τους σκοπούς μας. Προς το παρόν, με τον πόλεμο να πλησιάζει προς το τέλος του, πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε να αλλάξουμε το Eretz Yisrael (= παραδοσιακό - βιβλικό Ισραήλ) σε Medinat Yisrael (= εκσυγχρονισμένο Ισραήλ) και πολλά βήματα έχουν ήδη γίνει προς την κατεύθυνση αυτή. Συνεπώς, οφείλουμε να κλείσουμε τα αυτιά μας στις εκκλήσεις και τις κραυγές που εκπέμπονται από την Ανατολική Ευρώπη. Θυμηθείτε αυτό: όλοι οι σύμμαχοι έχουν υποστεί απώλειες, οπότε, αν και εμείς δεν προσφέρουμε ανθρώπινες θυσίες, πώς θα κατακτήσουμε το δικαίωμα να καθόμαστε στο τραπέζι των συσκέψεων όταν τα εδαφικά σύνορα θα επαναπροσδιορίζονται; Για τον ίδιο λόγο, αποτελεί απερισκεψία και θράσος να διαπραγματευόμαστε το χρήμα ή τις προμήθειες ως ανταλλάγματα για Εβραϊκές ζωές. Πώς τολμούμε να ζητάμε από τις συμμαχικές δυνάμεις να παζαρέψουν χρήματα για ζωές, ενώ οι ίδιοι ήδη υφίστανται βαριές απώλειες καθημερινά;
Έτσι, σε ό,τι αφορά τις μάζες, εμείς λέμε «RAK B’DAM TIHJE LANU HAAREZ» (= Το Eretz Yisroel –παραδοσιακό Ισραήλ- θα είναι δικό μας, μόνο αν πληρώσουμε με αίμα), αλλά, σε ό,τι αφορά τον στενό κύκλο μας, λέμε: «ATEM TAJLU». Ο αγγελιοφόρος που φέρει αυτήν την επιστολή θα σας εφοδιάσει με χρήματα προς τον σκοπό αυτό». [...]
Άρα, αυτό που εννοούσαν ήταν: ‘Εσείς οι δεκαπέντε – είκοσι του κόμματος, να διαφύγετε από την Τσεχοσλοβακία και να σώσετε τα τομάρια σας. Το τίμημα του Eretz Yisroel είναι το αίμα των ανδρών και γυναικών, των παλιών σοφών και των βρεφών – ΟΧΙ όμως το δικό σας αίμα! Ας μην χαλάσουμε αυτό το σχέδιο, δίνοντας στον Άξονα την δυνατότητα να σώσει Εβραϊκές ζωές. Όμως για σας, σύντροφοι, σας εσωκλείω τα μεταφορικά για την διαφυγή σας’.
Τι εφιάλτης! Ο Σιωνιστής πράκτορας ‘διπλωμάτης’ έρχεται στην Τσεχοσλοβακία και μας λέει: ‘Είναι πολύ κρίσιμη αυτή η ώρα. Αλλά συγκριτικά, δεν είναι καθόλου κρίσιμη για όλους εσάς τους παγιδευμένους Εβραίους, αφού υπάρχει μια κατάσταση ανάγκης πολύ μεγαλύτερων διαστάσεων, ήτοι, το BINYAN HA-ARETZ (= το έπαθλο που λέγεται Medinat Yisrael – το εκσυγχρονισμένο Ισραήλ). Χύστε το αίμα σας με χαρά, μιας και το αίμα σας είναι φθηνό. Χάρη στο αίμα σας, η Γη (του Ισραήλ) θα είναι δική μας!’...»[19].
Ο Σιωνιστής David Ben-Gurion, που διετέλεσε πρώτος Πρωθυπουργός του Ισραήλ, αναφέρει τα εξής ουμανιστικά λόγια: «Αν ήξερα ότι ήταν δυνατό να σωθούν όλα τα παιδιά της Γερμανίας μεταφέροντάς τα στην Αγγλία, και μόνο τα μισά μεταφέροντάς τα στη χώρα του Ισραήλ, θα επέλεγα το τελευταίο, γιατί μπροστά μας δεν βρίσκονται μόνο οι αριθμοί αυτών των παιδιών, αλλά η ιστορική αναγνώριση του λαού του Ισραήλ»[20].
Τέλος, θα αποτελούσε σημαντική παράληψη εάν δεν αναφέραμε το βιβλίο του ραβίνου Moshe Shonfeld, “The Holocaust Victims Accuse («Τα θύματα του Ολοκαυτώματος Κατηγορούν»). Οι καταγγελίες που γίνονται από τα θύματα του Ολοκαυτώματος, στο βιβλίο αυτό στρέφονται κατά των Σιωνιστών, το Σιωνιστικό Κίνημα, τις Σιωνιστικές Οργανώσεις και το Σιωνιστικό Πρακτορείο με εκατοντάδες παραδείγματα, όπως η λιμοκτονία των Εβραιόπουλων της Πολωνίας, για την οποία οι ευθύνες βαρύνουν αποκλειστικά τους Σιωνιστές.



[1] Βλ. Friedrich-Wilhelm Marquardt, “Theologie nach Auschwitz“· Albert H. Friedlander, “Jüdische Theologie nach Auschwitz“· Reinhold Oberlercher, “Über Adorno, das Judentum und die Deutschen“, Sleipnir 2/1995· η τελευταία αναφερόμενη έκθεση αποτέλεσε μέρος του κατηγορητηρίου για «δημαγωγία» εναντίον του εκδοτικού οίκου και της σύνταξης του Sleipnir.
[2] Βλ. J.W. Wise, “Swastika, the Nazi Terror”, New York, 1933, σελ. 104-107.
[3] Βλ. Norman Bentwich, “The Refugees from Germany”, London, 1936, σελ. 30.
[4] Βλ. Norman Bentwich, ό.π., σελ. 30.
[5] Βλ. Jacob Boas, “A Nazi Travels to Palestine”, History Today, London, January 1980, σελ. 38.
[6] Kibbutz, ελληνιστή Κιμπούτς (πληθυντικός Κιμπούτσιμ) είναι ισραηλινή συλλογική συνειδητή κοινότητα. Αν και άλλες χώρες είχαν παρόμοιες κοινοτικές επιχειρήσεις, σε καμία άλλη χώρα οι εθελοντικές συλλογικές κοινότητες δεν έχουν διαδραματίσει έναν τόσο σημαντικό ρόλο όσο τα Κιμπούτς του Ισραήλ. Η σημασία τους μπορεί να επισημανθεί στη δημιουργία του ισραηλινού κράτους, και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Συνδυάζοντας τον σοσιαλισμό και τον σιωνισμό σε μια μορφή πρακτικής εργασίας, τα Κιμπούτσιμ είναι ένα μοναδικό ισραηλινό φαινόμενο, και μέρος μιας από τις μεγαλύτερες κοινοτικές μετακινήσεις στην ιστορία. Τα Κιμπούτς ιδρύθηκαν σε μια εποχή όπου η ανεξάρτητη καλλιέργεια δεν ήταν πρακτική. Αναγκασμένοι να ακολουθήσουν κοινοτική ζωή και εμπνευσμένοι από τη σοσιαλιστική ιδεολογία τους, τα μέλη του κιμπούτς ανέπτυξαν έναν καθαρό κοινοτικό τρόπο που προσέλκυσε το ενδιαφέρον από ολόκληρο τον κόσμο. Πηγή: http://el.wikipedia.org/wiki/Κιμπούτς
[7] Βλ. Yf’aat Weiss, “The Transfer Agreement and the Boycott Movement: A Jewish Dilemma on the Eve of the Holocaust”, Yad Vashem – Shoah Resource Center, Τόμος 26ος, Ιερουσαλήμ, 1998, σελ. 129-172· Udo Walendy, “The Transfer Agreement and the Boycott Fever 1933”, Verlag für Volkstum und Zeitgeschichtsforschung, Weser, 1987· Edwin Black, “The Transfer Agreement”, Carroll & Graf Publishers Inc., New York, 1999· Lenni Brenner, “Zionism in the Age of the Dictators. A Reapparaisal”, Croom Helm, London & Canberra, Lawrence Hill, Westport, Connecticut, 1983.
[9] Βλ. Norman Bentwich, ό.π., σελ. 30.
[10] Βλ. Hannah Arendt, „Eichmann in Jerusalem“, New York, 1963, σελ. 53-54.
[11] Βλ. Hannah Arendt, ό.π., σελ. 54-55.
[12] Βλ. Faris Yahya, „Die Zionisten und Nazi-Deutschland“, Neue Einheit (Hartmut Dicke Verlag), 1982, σελ. 10· J.W. Wise, ό.π., σελ. 45.
[13] Βλ. Eliahu Ben Elissar, „La Diplomatie du IIIe Reich et les Juifs”, Julliard, 1969, σελ. 86-87.
[14] Βλ. Knesset Members, “Yitzhak Shamir”, https://www.knesset.gov.il/mk/eng/mk_eng.asp?mk_ individual_id_t=175
[15] Βλ. Yitzhak Shamir, “Looking back, looking ahead”, 1987, σελ. 574
[16] Βλ. Chaim Weizmann, “Statement to Zionist convention in London”, August 1937.
[17] Βλ. Yitzhak Greenbaum, Ομιλία: “The Diaspora and the Redemption“, Tel-Aviv, February 1943.
[18] Βλ. Reb. Moshe Shonfeld, “The Holocaust Victims Accuse”, Part I, Bnei Yeshivos, New York, 1977, σελ. 21· Ka-Tzetnik, “They called him Piepel”, 1961· Faris Yahya, ό.π., σελ. 38.
[19] Βλ. Chaim Michael Dov Weissmandl, “Min HaMeitzar”, Jerusalem, 1960, σελ. 92.
[20] Βλ. Shabtai Teveth, “Ben-Gurion and the Palestinian Arabs: From Peace to War”, Oxford University Press, 1985, σελ. 66.

* Ο Βασίλειος Ι. Κετσεκιουλάφης είναι Πολιτικός Επιστήμονας - Διεθνολόγος και το παραπάνω κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλίο του: "Σιωνιστικός Ιμπεριαλισμός - Τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών: Η αλήθεια πίσω από το μύθο".

Οι απόψεις του ιστολογίου δεν συμπίπτουν απαραίτητα με το περιεχόμενο του άρθρου



Κοινοποιήστε το:

 
Copyright © ANTIZITRO. Designed by OddThemes