Κατά καιρούς γράφονται διάφορα για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τους Έλληνες. Αληθεύουν όμως τα «επίσημα» ιστορικά γεγονότα; Σήμερα θα σας παρουσιάσουμε με ακλόνητα στοιχεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού (Βενιζελική έκδοση) την πραγματικότητα, την αστείρευτη παραχάραξη της ελληνικής ιστορίας και τον διπρόσωπο ρόλο του Ελευθερίου Βενιζέλου!
Επιμέλεια Βασίλειος Ι. Κετσεκιουλάφης
Πολιτικός Επιστήμων - Διεθνολόγος
«Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, από μια
συγκυρία της ιστορίας, συνέπεσε με τη μέρα της γιορτής του Αγίου Δημητρίου.
Ήταν 26 Οκτωβρίου του 1912, γύρω στις 11 το βράδυ, όταν ο διοικητής της
Θεσσαλονίκης Χασάν Ταξίν Πασάς υπέγραψε
το πρωτόκολλο παράδοσης της πόλης στους Έλληνες. Το γεγονός ήταν ακόμη μία
σελίδα της ιστορίας του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, στον οποίο Βουλγαρία, Σερβία,
Ελλάδα και Μαυροβούνιο συνασπίστηκαν εναντίον της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Το επόμενο πρωί απόσπασμα ευζώνων και τμήμα
ιππικού μπήκε στην πόλη και κατέλαβε το Διοικητήριο. Λίγο αργότερα μπήκε στην πόλη
ο αρχιστράτηγος διάδοχος Κωνσταντίνος με το επιτελείο του και την 1η
μεραρχία και το μεσημέρι έγινε δοξολογία στο ναό του Αγίου Μηνά. Στις 29
Οκτωβρίου έφθασε στην πόλη και ο βασιλιάς Γεώργιος Α’.
Η παραμονή του βασιλιά στην πόλη έληξε με βίαιο
τρόπο το Μάρτιο του 1913, όταν ο Αλέξανδρος Σχινάς
τον δολοφόνησε την ώρα που έκανε τον περίπατό του. Τα κίνητρα της δολοφονίας
δεν διαλευκάνθηκαν, γιατί ο Σχινάς
αυτοκτόνησε. Ωστόσο ήταν διάχυτες οι υποψίες ότι υπήρχε ανάμιξη της Γερμανίας.
Αντίθετα, ο διάδοχος Κωνσταντίνος ήταν γερμανόφιλος και η άνοδός του στο θρόνο
εξυπηρετούσε τα γερμανικά συμφέροντα στην περιοχή. Αυτός ο προσανατολισμός του
Κωνσταντίνου θα τον έφερνε σε σύγκρουση με τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο,
οδηγώντας στα αμέσως επόμενα χρόνια την Ελλάδα σε διχασμό»[1].
Κατά καιρούς γράφονται διάφορα για την
απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τους Έλληνες. Ένας ανυπόγραφος σύνδεσμος στο
διαδίκτυο[2] θεμελιώνει με ακλόνητα
στοιχεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού (Βενιζελική μάλιστα έκδοση) την
αλήθεια, αλλά δείχνει και κάτι άλλο: Τη συνεχή και αστείρευτη παραχάραξη της ελληνικής
ιστορίας και τον διπρόσωπο ρόλο του Ελευθερίου Βενιζέλου!
Η ιστορία της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης
έχει τόσο παραχαραχτεί που σήμερα, παρ’ όλα τα χρόνια που έχουν περάσει, η
ιστορική αλήθεια δεν έχει αποκατασταθεί.
«Επίσημη Ιστορία: Α΄ Βαλκανικός. Μετά τη μάχη των Γιαννιτσών όπου
35.000 Τούρκοι στρατιώτες διαλύθηκαν σε χρόνο ρεκόρ από τα ασυγκράτητα Ελληνικά
στρατεύματα, ο Ελληνικός στρατός περνώντας από τα (τότε) έλη της Δυτικής
Μακεδονίας πλησιάζει στη Θεσσαλονίκη. Ο Αρχιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού
(τότε) διάδοχος Κωνσταντίνος θέλει να αφήσει τη Θεσσαλονίκη και να κατευθυνθεί
προς Φλώρινα. Ο Βενιζέλος του στέλνει τηλεγράφημα απειλώντας τον ότι θα του αφαιρέσει
την Αρχιστρατηγία αν δεν στραφεί προς την Θεσσαλονίκη. Κατόπιν αυτών των
πιέσεων ο διάδοχος στρέφεται προς Θεσσαλονίκη και η Θεσσαλονίκη ελευθερώνεται.
Αληθινή Ιστορία: Α΄ Βαλκανικός. Μετά τη μάχη των Γιαννιτσών όπου
35.000 Τούρκοι στρατιώτες διαλύθηκαν σε χρόνο ρεκόρ από τα ασυγκράτητα Ελληνικά
στρατεύματα, ο Ελληνικός στρατός περνώντας από τα (τότε) έλη της Δυτικής
Μακεδονίας πλησιάζει στη Θεσσαλονίκη χωρίς ο Βενιζέλος να δώσει καμιά διαταγή.
Η απόφαση είναι κατά 100% του αρχιστρατήγου διαδόχου Κωνσταντίνου.
Κατά την πολιορκία της Θεσσαλονίκης ο Βενιζέλος
δίνει διαταγή στον διάδοχο, να στείλει μια μεραρχία προς την κατεύθυνση των Σερβίων. Ο διάδοχος την αγνοεί. Οι Βούλγαροι
πλησιάζουν ολοταχώς την Θεσσαλονίκη, δεν είναι ώρα οι Ελληνικές δυνάμεις να
εξασθενήσουν.
Η Θεσσαλονίκη γίνεται Ελληνική, χωρίς ο
Βενιζέλος να κάνει μέχρι τότε τίποτα. Αντίθετα στέλνει τηλεγράφημα μετά την
απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης διατάσσοντας τον Κωνσταντίνο να την... καταλάβει».
Εύλογο το ερώτημα, γιατί το έκανε αυτό ο
Βενιζέλος; Ο ερευνητής “sfoulidis” προχωρά στις παρακάτω εικασίες: Το έκανε «για να δείξει ότι
βοήθησε στην απελευθέρωσή της; Για να πάρει μερίδιο από την δόξα του Διαδόχου,
έχοντας υπόψιν του τον επερχόμενο διχασμό; Άγνωστο. Πάντως προσπαθεί εκ των υστέρων
το τηλεγράφημα που έστειλε να μην δοθεί στον διάδοχο. Οι Βούλγαροι φτάνουν
δεύτεροι και καταϊδρωμένοι στη Θεσσαλονίκη. Αργότερα δεν θα θέλουνε να φύγουν
και θα ζητάνε κυριαρχικά δικαιώματα».
Η απάντηση στα ερωτήματα που προκύπτουν
βρίσκεται στο βιβλίο του Γενικού Επιτελείου Στρατού «Ο Ελληνικός Στρατός κατά
τους Βαλκανικούς Πολέμους». Μάλιστα δεν είναι οποιαδήποτε έκδοση, αλλά η
παμπάλαια του 1932, η οποία διαθέτει όλα τα ιστορικά αρχεία της περιόδου
εκείνης.
Είναι γνωστό ότι τα περισσότερα βιβλία εκείνης
της εποχής διαθέτουν παραχαραγμένα αρχεία. Και στο συγκεκριμένο βιβλίο συνέβη
το ίδιο σε «ορισμένα τουλάχιστον», σύμφωνα με τον ερευνητή. «Ο Ι. Μεταξάς
αργότερα σαν πρωθυπουργός, θα κάνει και μια επιτροπή με αρχηγό τον στρατηγό
Παπάγο να ‘διορθώσει’ και να ‘καθαρίσει’ τα στρατιωτικά αρχεία από
παραχαράξεις»[3]. Στη συγκεκριμένη
περίπτωση της έκδοσης του 1932 αναφερόμαστε σε μία έκδοση που κυκλοφόρησε από
Βενιζελικούς. «Ως γνωστόν οτιδήποτε γράφεται σε ένα βιβλίο υπέρ του
αντιπάλου πρέπει να θεωρείται σωστό […] Άρα οτιδήποτε υπέρ του βασιλιά είναι
σωστό και οτιδήποτε υπέρ του Βενιζέλου ελεγχόμενο. Ανάποδα σε Βασιλικές
εκδόσεις οτιδήποτε υπέρ του Βενιζέλου θεωρείται σωστό και υπέρ του Βασιλιά
ελεγχόμενο»[4].
Συγκεκριμένα υπό τον τίτλο Αριθμός 875
αναφέρει τα εξής:
Ο Βενιζέλος διατάσει μια μεραρχία να φύγει από
τη πολιορκία της Θεσσαλονίκης και να πάει στα Σέρβια.
Ευτυχώς η διαταγή δεν εφαρμόστηκε.
Αριθμός 892: Ο Βενιζέλος στέλνει τηλεγράφημα στις 26.10.1912 ώρα 16:05 μ.μ.
από το οποίο φαίνεται ότι γνωρίζει ανεπίσημα την κατάληψη της Θεσσαλονίκης.
Αριθμός 770: Ο Βενιζέλος ειδοποιείται επίσημα από το επιτελείο στις
27.10.1912 και ώρα 08:20 π.μ. με εντολή του διαδόχου Κωνσταντίνου ότι η Θεσσαλονίκη
είναι Ελεύθερη.
Ενώ λοιπόν στις 26.10.1912 ο Βενιζέλος γνώριζε
την κατάληψη της Θεσσαλονίκης και μάλιστα ανάφερε και αποστολή ενισχύσεων, την
επομένη 27.10.1912 στέλνει ένα τηλεγράφημα στον διάδοχο και τον παραγγέλλει να
μπει άμεσα στη Θεσσαλονίκη.
Η αποστολή του τηλεγραφήματος έγινε μάλλον για
να εμπλέξει και το δικό του όνομα στην απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και να
έχει «πόντους» εναντίον του διαδόχου αργότερα, εφόσον ο Εθνικός Διχασμός είχε
ήδη αρχίσει! Για το «γιατί» μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε. Όσον αφορά το
«πότε» το έστειλε, τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα. Σχετικοί με το περιστατικό
είναι οι Αριθμοί 768 και 769:
Όπως και να έχει το θέμα, στο επιτελείο του
Κωνσταντίνου οι αξιωματικοί μπερδεύονται. Πήραν ένα τηλεγράφημα που λέει να
μπουν σε μία πόλη που είχε ήδη απελευθερωθεί. Να δώσουν το τηλεγράφημα στο
διάδοχο; Τι να κάνουν; Ρωτούν την Αθήνα και παίρνουν απάντηση να μη το δώσουν. (Αριθμός
771).
Εφόσον το τηλεγράφημα δεν έπρεπε να επιδοθεί
στον Διάδοχο, διότι δεν ανταποκρινόταν στις περιστάσεις «της σήμερον», τότε
γιατί απεστάλη; Όπως αναφέρθηκε την προηγούμενη ημέρα (27.10.1912 το μεσημέρι
12:30 μ.μ.) τηλεγράφημα του προσωπάρχη του Βενιζέλου Νίδερ προσπαθεί να
«μπαλώσει» την κατάσταση. Λίγο αργότερα (στις 14:00 μ.μ.) στο Ελληνικό
επιτελείο έρχεται και δεύτερο τηλεγράφημα με την υπογραφή Βενιζέλου, αυτή τη
φορά ζητώντας να μην δοθεί το τηλεγράφημα.
Οι επιτελείς κάνουν όμως το αντίθετο. Μάλλον
υποψιάστηκαν ότι ο Βενιζέλος κινήθηκε ύπουλα προσπαθώντας να φανεί και το δικό
του όνομα στην συγκεκριμένη υπόθεση, έστειλε το πρώτο τηλεγράφημα για να έχει
αριθμό πρωτοκόλλου με τη συγκεκριμένη ημερομηνία. Δίνουν το τηλεγράφημα στον
Διάδοχο. Ο Κωνσταντίνος το διαβάζει και αντιδρά άμεσα. Του προτείνει στο εξής
να μη του κάνει υπενθυμίσεις για οιανδήποτε υπόθεση εφόσον είναι ο μόνος
αρμόδιος που βρίσκεται επί τόπου και επιβάλλει τους δικούς του όρους.
Φυσικά οι επιτελείς έδειξαν το τηλεγράφημα στο
διάδοχο, εφόσον η νίκη ήταν στρατιωτική, δηλαδή δική τους και του Διαδόχου, που
βρίσκονταν στο μέτωπο και όχι του πολιτικού που καθόταν πίσω από το γραφείο του
στην Αθήνα. Ήθελαν εν ολίγοις να του επιστήσουν την προσοχή, ασχέτως εάν ο
Πρωθυπουργός τους παρακάλεσε δύο φορές να μη το κάνουν. Ο Εθνικός Διχασμός
μόλις είχε αρχίσει για τα καλά. Μετά από λίγο καιρό ο Κωνσταντίνος, βασιλέας
πλέον, καθαιρείται και εξορίζεται. Ο Βενιζέλος διαλύει τη βουλή του 1917 και
επαναφέρει τους προηγούμενους βουλευτές του 1915. Στη βουλή αυτή την
ονομαζόμενη και βουλή των Λαζάρων, όπου είχε την πλειοψηφία βγάζει λόγο
λέγοντας στις 12 Αυγούστου 1917 αναφερόμενος σε ανύπαρκτο τηλεγράφημα του
Κωνσταντίνου: «Εγώ (έλεγε το τηλεγράφημα), έχω
καθήκον να στραφώ προς το Μοναστήριον, εκτός αν το απαγορεύσητε. Και του
απήντησα: ‘Σου το απαγορεύω’. Διότι εγνώριζα ότι, εάν επρόκειτο να πολεμήσωμεν
με τους Τούρκους μόνοι είχομεν καθήκον να συντρίψωμεν την δύναμιν του στρατού
του εχθρού. Διότι τα ζητήματα τα στρατιωτικά δεν είναι ζητήματα τα οποία
γνωρίζουν οι στρατιωτικοί, αλλά κατ’ εξοχήν οι πολιτικοί άνδρες. Τα στρατιωτικά
ζητήματα είναι κατ’ εξοχήν πολιτικά ζητήματα…», δηλαδή με λίγα λόγια
ο Βενιζέλος ελευθέρωσε την Θεσσαλονίκη, ενώ ο Κωνσταντίνος ήθελε να στραφεί
προς Μοναστήριο κάτι που του το
απαγόρεψε, εφόσον με τα στρατιωτικά ζητήματα πρέπει να ασχολούνται οι πολιτικοί
και όχι οι στρατιωτικοί. Από το παρακάτω υπ’ αρίθμ. 445 απόσπασμα των
Πρακτικών της Βουλής της συνεδριάσεως της 12ης Αυγούστου 1917
παραθέσαμε τη παραπάνω φράση του Βενιζέλου:
Η πραγματικότητα είναι ότι σε κανένα αρχείο δεν
υπάρχουν τα τηλεγραφήματα που επικαλείται ο Βενιζέλος στον λόγο που εκφώνησε.
Ούτε και στα Βενιζελικά. Και ακόμα
χειρότερα… Αυτός ο λόγος χρησιμοποιείται σήμερα σαν πειστήριο από τα σχολικά
βιβλία του Υπουργείου Παιδείας για να δείξει στις επερχόμενες γενεές των
Ελλήνων μαθητών ότι ο ελευθερωτής της Θεσσαλονίκης ήταν τελικά ο Βενιζέλος.
Το αυθεντικό οριστικό πρωτόκολλο παράδοσης του
τουρκικού στρατού στον ελληνικό (είχε υπογραφτεί και άλλο μία μέρα πριν), έχει
συνταχθεί στην γαλλική γλώσσα και είναι υπογεγραμμένα από τους Δούσμανη – Μεταξά και Hassan Pasha, με ημερομηνία τις 27.10.1912.
Ας δούμε τι γράφουν οι Βενιζελικοί συγγραφείς
της εποχής εκείνης:
Πάγκαλος: Τόμος Α Έκδοση 1950.
Στη σελίδα 181 του ως άνω τόμου, ο συγγραφέας
αναφέρει το πλαστό τηλεγράφημα αριθμός 415 του Βενιζέλου για να πάει ο στρατός
στην Θεσσαλονίκη! (Έτσι στα ξαφνικά και χωρίς συνοχή με το υπόλοιπο κείμενο)
πριν ο Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος κάνει γνωστές τις προθέσεις του. Ο Πάγκαλος
δεν αναφέρει την ημερομηνία του τηλεγραφήματος ενώ κατηγορεί τον Δούσμανη ότι δεν βάζει ημερομηνία! Στη σελίδα
186 μνημονεύει πάλι χωρίς ημερομηνία το τηλεγράφημα υπ’ αρίθμ. 768 (το
χειρόγραφο που παραθέσαμε παραπάνω) που εστάλη 10,5 ώρες μετά τη κατάληψη της
Θεσσαλονίκης και ότι ο Κωνσταντίνος την κατέλαβε χάρις στην επιμονή του
Βενιζέλου. Τον Πάγκαλο φυσικά τον διαψεύδουν τα επίσημα αρχεία, στα οποία όμως
μόνο λίγοι έχουν πρόσβαση.
Αλέξανδρος Μαζαράκης – Αινιάν, «Απομνημονεύματα», έκδοση του 1943.
Στη σελίδα 120 μνημονεύει απλά τους αριθμούς των
τηλεγραφημάτων 414, 415 και 443, χωρίς να αναφέρει τι γράφουν καθώς και το 768
και την απάντηση 774 του διαδόχου Αρχιστρατήγου.
Γεώργιος Βεντήρης στο έργο του «Η Ελλάς του 1910-1920», έκδοση
του 1931.
Πρόκειται για βενιζελικό δημοσιογράφο, διευθυντή
της εφημερίδας «Πατρίς», ιδιοκτησίας Σίμου. Το σχολικό βιβλίο στο κεφάλαιο των
Βαλκανικών Πολέμων μάλλον αυτό το βιβλίο πείρε ως πυγή. Βασίζεται στις
αναπόδεικτες δηλώσεις Βενιζέλου στη «Βουλή των Λαζάρων», τον Αύγουστο 1917 που
ήταν γεμάτες με εμπάθεια εναντίον του Κωνσταντίνου, γιατί είχε κορυφωθεί ο Εθνικός
Διχασμός. Ο Βεντήρης προχωρά και ένα βήμα
παραπέρα χρησιμοποιώντας το τηλεγράφημα υπ’ αριθ. 768 με παραποιημένη
ημερομηνία 25.10.1912 και ώρα απογευματινή.
Τα επίσημα αρχεία διαψεύδουν τον δημοσιογράφο.
Δυστυχώς το βιβλίο του Βεντήρη βασίζεται
σε αναξιόπιστες πηγές. Σύμφωνα με τα επίσημα αρχεία, το τηλεγράφημα για την
κατάληψη της Θεσσαλονίκης, εστάλη από τον Βενιζέλο 10,5 ώρες ΜΕΤΑ την κατάληψη
αυτής από τον Κωνσταντίνο. Ο δε Βενιζέλος είχε Ο ΙΔΙΟΣ ανακοινώσει στις 16:05
το απόγευμα 26-12-1912 με το υπ’ αριθ. 892 τηλεγράφημα του ότι η Θεσσαλονίκη
ΚΑΤΕΛΗΦΘΗ από τον Κωνσταντίνο. Υπάρχει και το ανακοινωθέν 767 του υπουργείου
στρατιωτικών της 26.10.1912 όπου αναφέρεται ρητά ότι η Θεσσαλονίκη κατελήφθη.
Σε άλλο σημείο και συγκεκριμένα στη σελίδα 74 του ίδιου βιβλίου υπάρχει
συνέντευξη με τον Βενιζέλο με ημερομηνία 15.06.1928, όπου ο Βενιζέλος τονίζει
ότι ο Κωνσταντίνος ήταν μεγάλος στρατιωτικός ηγέτης και ότι και σήμερα το 1928
πάλι αυτόν θα διόριζε Αρχιστράτηγο.[5]
Απίστευτη επίσης προσπάθεια ιστορικής
παραχάραξης αποτελεί και η ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Ελευθέριος Βενιζέλος»
που υπάρχει ελεύθερη και στο διαδίκτυο σε διάφορες ελληνικές κυρίως ιστοσελίδες.
Στην εν λόγω ταινία-φιάσκο, τα τηλεγραφήματα παρουσιάζονται με διαφορετική σειρά,
και η απάντηση του Κωνσταντίνου στον Βενιζέλο παρουσιάζεται ως ειρωνική
απάντηση σε άλλο (συγχαρητήριο) τηλεγράφημα. Ολόκληρη η ταινία είναι γεμάτη από
παρόμοιες πατέντες, τις οποίες με περισσή μαεστρία πλάσαρε ο κ. Βούλγαρης ώστε
να παρουσιάσει τον Βενιζέλο ως ήρωα! Εξάλλου, ποιός θεατής θα έχει στα χέρια
του τα στρατιωτικά αρχεία ώστε να καταλάβει τις σημαντικότατες ιστορικές ανακρίβειες
της ταινίας;
΄
Τα επίσημα αρχεία διαψεύδουν παντελώς και εξ
ολοκλήρου την εν λόγω ταινία, εκθέτοντας τον σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη και
δείχνοντας κρυστάλλινα τον τρόπο που πλασάρουν στο κοινό οι Έλληνες
"αριστεροί" σκηνοθέτες τα αλλοιωμένα και παραχαραγμένα ιστορικά
γεγονότα στις ταινίες-παρωδίες τους.[6]
Ο Στέφανος Σκουλούδης που υπήρξε Πρωθυπουργός της Ελλάδας το 1915-1916, είχε θητεύσει υπουργός και είχε εκλεγεί πολλές φορές βουλευτής, ένας πρώην βενιζελικός και αργότερα άσπονδος αντί-βενιζελικός, στο βιβλίο του «Συνδιαλέξεις μετά προσώπων υπευθύνων και μη» και συγκεκριμένα στη σελίδα 130 αναφέρει σχετικά με τον Βενιζέλο και την Θεσσαλονίκη:
«Εν Λονδίνω τη 10η Ιανουαρίου
1913.
Την εσπέραν της παρελθούσης
Τετάρτης, περί την 11ην μ.μ. ήλθεν εν τω Ξενοδοχείο Claridges εις το διαμέρισμα
μου ο εκ της αποστολής ημών αξιωματικός κ.* και αφού εζήτησε συγγνώμην, δια την
εις τοιαύτην προκεχωρηκυίαν ώραν επίσκεψίν του, και τήν άδειαν να με απασχόληση
έπ' ολίγον έκτος του κύκλου των καθηκόντων του, είπεν ότι οι της ημετέρας
αποστολής στρατιωτικοί διατελούσαν από τίνος εν μεγάλη ανησυχία, διότι, κατά
την μετά του Προέδρου (κ. Βενιζέλου) συνεργασίαν των, αντιλαμβάνονται πάντες
ότι ούτος κατέχεται υπό πνεύματος υπερβολικής προς τους Βουλγάρους
ενδοτικότητας εις το ζήτημα του κανονισμού των μετ' αυτών συνόρων, ιδίως εις το
της Θεσσαλονίκης, και φοβούνται μη διάπραξη ανεπανόρθωτόν τι κακόν κατά την
διανομήν των κατακτηθεισών χωρών. Και επειδή αφ' ενός ή στρατιωτική πειθαρχία
δεν επιτρέπει εις τους αξιωματικούς να εκφέρωσι προς ανώτερον γνώμην εάν δεν
τοις ζητηθή, άφ' έτερου δε θα έχουν τύψεις συνειδότος εάν ένεκα τής σιωπής των
δεν ήθελε προληφθή ενδεχόμενον κακόν, απεφάσισαν να μου ανακοινώσωσιν
εμπιστευτικώς τα συμβαίνοντα, όπως λάβω τα κατάλληλα μέτρα. Απήντησα ότι
τελείως αδυνατώ να πιστεύσω ότι ο Πρόεδρος είναι διατεθειμένος, ή καν
σκέπτεται να παραχώρηση την Θεσσαλονίκην εις τους Βουλγάρους, και μολονότι
ή ιδική μου αποστολή αφορά μόνον εις τας μετά των Τούρκων διαπραγματεύσεις περί
ειρήνης - διότι ηρνήθην κατηγορηματικώς ν' αναμιχθώ εις τάς μετά των Βουλγάρων,
ώς μοϊ έζήτησαν οί έν Αθήναις, - ούχ ήττον εκ των γενικών συνδιαλέξεων, αι
οποίαι λαμβάνουν χώραν καθ' εκάστην μεταξύ των μελών της αποστολής, δεν
αντελήφθην ότι υπάρχουσι παρά τω κ. Βενιζέλω αι τάσεις, αι οποίαι τόσο
ανησυχούν τους αξιωματικούς. Και ενόσω -είπον- δεν έχετε δεδομένα
δικαιολογούντα αναμφισβητήτως τους φόβους σας, συνιστώ να μη παραδίδεσθε εις
υπονοίας και να φθάνετε εις συμπεράσματα, τα όποια είναι όχι μόνον προσβλητικά
δια τον Πρόεδρον της Κυβερνήσεως αλλά θα ήσαν και επικινδύνως επιβλαβή εάν
περιήρχοντο εις τα ώτα της Βουλγαρικής αποστολής.
‘Έχομεν δεδομένα προκαλούντα
τους φόβους μας’, απήντησεν ο αξιωματικός, ‘όσα ανεπιφυλάκτως λέγει ο Πρόεδρος
κατά την μετ' αυτού συνεργασίαν των συναδέλφων μας, σχετικώς προς την μετά των
Συμμάχων μας διανομήν των κατακτηθέντων μερών και ιδίως ως προς την
Θεσσαλονίκην. Κατ' αρχάς μεν περιωρίζετο εις το να λέγη ότι δεν πρέπει να
είμεθα υπερβολικοί εις τας αξιώσεις μας, και δεν είναι πολιτικόν να τα θέλωμεν ‘όλα
ιδικά μας’- κατόπιν μας είπεν ότι ‘Πέραν του Αλιάκμονος δεν είναι Ελλάς’-
προχθές δε καθαρά και ξάστερα είπεν ότι η ‘Θεσσαλονίκη δεν είναι πόλις
Ελληνική, είναι Εβραιούπολις, διότι περιέχει εβδομήκοντα χιλιάδας Εβραίων
και μόνον δέκα χιλιάδας Ελλήνων, δεν εννοεί δε αυτήν την ψύχωσιν τον Ελληνισμού
δια την Θεσσαλονίκην’. Ταύτα μας ανησύχησαν και μας ανησυχούν εις ημάς δεν
επιτρέπεται να αντείπωμεν εις τον Πρόεδρον, αλλά γνωρίζοντες πόσον σέβεται την
γνώμην σας, πιθανόν δε και να σας φοβήται, ανέθηκαν οι συνάδελφοι εις εμέ να
σας τα καταστήσω γνωστά, όπως προληφθή ει δυνατόν η επαπειλούμενη εθνική ζημία’.
Έκπληξιν μοι επροξένησαν αι
ανακοινώσεις αύται, αλλά συγχρόνως επανέφερον εις την μνήμην μου εκείνο, το
όποιον δύο ημέρας προ της εξ Αθηνών αναχωρήσεως μου έλαβε χώραν εν τη οικία
μου, και τον οποίου δεν είχον έκτοτε ανεύρει ακριβώς τον λόγον. Το λαβόν χώραν
είναι τούτο: Είχον έλθει παρ' εμοί κ. Βενιζέλος μετά του κ. Κορομηλά. Όπως μου
ανακοίνωση ο πρώτος ότι τηλεγράφημα προ μικρόν ληφθέν εκ Σόφιας αναφέρει ότι ‘αν
επί τη ευκαιρία των περί ειρήνης διαπραγματεύσεων ο κ. Βενιζέλος μεταβή εις
Λονδίνον, προτίθεται να μεταβή προς συνάντησιν του εκεί και ο κ. Γκέσωφ,
ειδοποιών περί τούτου και τον κ. Πάσιτς’. Έσπευσα να προτρέψω τον κ. Βενιζέλον
να έλθη εις Λονδίνον, προσθείς ότι, και αν μη έλθη ο κ. Γκέσωφ, πάντως χρήσιμον
θά είναι να γνωρισθή ο Πρωθυπουργός τής Ελλάδος προσωπικώς μετά των κυβερνώντων
την Ευρώπην πολιτικών ανδρών. Μέχρι τής στιγμής εκείνης και ο κ. Βενιζέλος και
ο κ. Κορομηλάς κατείχοντο, φαίνεται, υπό της ιδέας ότι θα ηρνούμην να μετάσχω
της αποστολής εάν μετείχε ταύτης και ο Πρωθυπουργός, βλέποντες δε ότι ουδέ
νύξιν έκαμα περί τοιούτων μικροφιλοτιμιών με ηυχαρίστησαν ζωηρώς αμφότεροι ότι δεν
μετέβαλον γνώμην ως προς την εις Λονδίνον μεταβασίν μου. Επειδή δε και καθ' ην
στιγμήν εξήρχετο του γραφείου μου ο κ. Βενιζέλος επανελάμβανε τας ευχαριστίας
του τω είπον:
‘Άφετε τας ευχαριστίας, δεν
είναι καιρός δια προσωπικά ζητήματα, να εξασφαλίσετε μόνον την κατοχήν τής
Θεσσαλονίκης, διότι άνευ αυτής, προσέθηκα κάπως εντόνως, δεν θα δυνηθώμεν να
επανέλθωμεν εις την Ελλάδα’. Και ο μεν κ. Βενιζέλος προπορευόμενος ουδέν
απήντησεν, ο δε κ. Κορομηλάς, όστις εβάδιζεν όπισθεν του, εστράφη ταχύς προς
εμέ και δια εκφραστικωτάτων επινεύσεων της κεφαλής - αλλά σιωπών - εφαίνετο
παρότρυναν με να επιμείνω εις όσα περί Θεσσαλονίκης έλεγον. Και ότι μεν ήτο
σύμφωνος εις όσα περί Θεσσαλονίκης είπον ήτο ευνόητον, άλλα δεν ηδυνάμην να
εννοήσω διατί δεν εξέφραζε φανερά την γνώμην του ταύτην, άλλ' οιονεί θέλων να
την απόκρυψη από τον Πρωθυπουργόν κατέφυγεν εις άφωνον μιμικήν. Τίνα άρα γε
προς τούτο είχε λόγον;
Νυν, εκ των ανακοινώσεων του
αξιωματικού κ. *, ο λόγος προέκυπτε σαφής και εκτός πάσης αμφιβολίας- ο κ.
Κορομηλάς εγίνωσκεν έκτοτε τας υποχωρητικάς, απέναντι των Βουλγάρων διαθέσεις
τον κ. Βενιζέλου, και άκουσας την περί Θεσσαλονίκης γνώμην μου έσπευσε δια των
ζωηρών εκείνων επινεύσεων να μοι σημάνη ότι ήτο ανάγκη μεγάλη να επιμείνω εις
ταύτην παρά τω Πρωθυπουργώ.
Εν τούτοις προς τον
αποκαλύψαντά μοι την κατάστασιν αξιωματικόν είπον ότι ‘δέν είναι δυνατόν να έχη
πράγματι κατά νουν ο κ. Βενιζέλος όσα λέγει προς αυτούς περί Μακεδονίας και
Θεσσαλονίκης. Δεν γνωρίζω, είπον, τι ακριβώς συμβαίνει εν τω προκειμένω, αλλά
δεν μου φαίνεται απίθανον ν' ακούη παρά τίνων εξ υμών των στρατιωτικών
υπερφίαλους πατριωτικάς αξιώσεις, και δια τοιούτων ψυχρολουσιών επιδιώκει να
τας μετρίαση, θα προσπαθήσω να εξακριβώσω τί συμβαίνει, άλλ' εν πάση περιπτώσει
επαναλαμβάνω την σύστασιν μου να τηρήσητε ησυχίαν και άκραν σιγήν επί θέματος
τόσον λεπτού’.
Ο αξιωματικός απήντησεν ότι θα
διαβιβάση εις τους συναδέλφους του όσα είπον και ευχαριστήσας απήλθε.
Προχθές την πρωίαν, παρόντων
των κ.κ. Στρέιτ και Πολίτου εν τη αιθούση του κ. Βενιζέλου, ηρώτησα τούτον αν
κατορθώθη επί τέλους να ορισθή συνάντησις τον μετά του κ. Δάνεφ, όπως
κανονίσωσι τα της διανομής. Τω είχον δε επανειλημμένως ήδη συστήσει τούτο ως
επείγον, επί τω λόγω ότι, εάν ποτέ αναγκασθώμεν υπό των Δυνάμεων να συζητήσωμεν
περί αναλήψεως του αναλογούντος εις τας αποσπασθείσας χώρας δημοσίου τής
Τουρκίας χρέους, πρέπει εγκαίρως να γνωρίζωμεν τίνας ακριβώς χώρας ελάβομεν
ημείς και τίνας οι σύμμαχοι, όπως κανονίσωμεν την αναλογίαν μας. Ο κ. Βενιζέλος
απήντησεν ότι κατ' επανάληψιν εζήτησε προς τούτο συνέντευξιν παρά του κ. Δάνεφ,
όστις πότε υπό μίαν πρόφασιν και πότε υπό άλλην την απέφυγε μέχρι τούδε, άλλ'
ότι συνεφώνησαν επί τέλους οριστικώς να συναντηθώσιν εδώ εντός τής εβδομάδος. Η
συνομιλία επί του θέματος δεν προέβη περαιτέρω, εφαίνετο δε πράγματι δυσφορών ο
κ. Βενιζέλος επί τη εκκρεμότητι του σοβαρωτάτου τούτου ζητήματος, το όποιον
κατά την εμήν γνώμην ώφειλε προ πολλού -και μάλιστα προτού έλθωμεν έδώ -να
είναι λελυμένον.
Χθες το μεσονύκτιον, καθ' ήν
στιγμήν ητοιμαζόμην να μεταβώ εις το δωμάτιον του ύπνου, εισήλθον εις την
αιθουσάν μου οι κ.κ. Στρέιτ και Πολίτης.
‘Ερχόμεθα κατά τοιαύτην ώραν’,
είπεν μειδιών ο κ. Στρέιτ, ‘διότι πρόκειται περί συνωμοσίας, εις την οποίαν
είναι ανάγκη να λάβετε και υμείς μέρος, δεν έπρεπε δε να μας ιδεί ερχόμενους
κανείς εκ των του ξενοδοχείου’.
Και ήρχισαν τότε εναλλάξ να μοι
λέγωσιν αμφότεροι, ότι είχον από τίνος παρατηρήσει ότι ο κ. Βενιζέλος,
μετά την προ τίνος ομιλίαν του μετά του κ. Δάνεφ, εδείκνυε τάσεις εις άκρον
υποχωρητικάς ως προς τας αξιώσεις των Βουλγάρων, ότι έπ' εσχάτων εις τας
ιδιαιτέρας προς αυτούς (τουτέστιν τους Στρέιτ και Πολίτην) ομιλίας των, ου
μόνον αμφισβητεί την Ελληνικότητα αυτής ταύτης της Θεσσαλονίκης και δυσφορεί
όταν τις αντιλέγη είς τούτο, άλλ' ήρχισεν ανεπιφυλάκτως σχεδόν πλέον να
συζητή περί της αμφιβόλου χρησιμότητας, την οποίαν θα είχε δια την Ελλάδα ή
διατήρησις της. ‘Προσεπαθήσαμεν, είπον, αμφότεροι να τον εξαγάγωμεν της
πεπλανημένης ταύτης κατευθύνσεως, άλλ' ατυχώς τον βλέπομεν επιμένοντα εις τας
ιδέας του. Γνωρίζομεν ότι υμείς δεν εδέχθητε ν' αναμιχθήτε εις τας
διαπραγματεύσεις περί των συνόρων μας προς την Βουλγαρίαν, αλλά γνωρίζομεν
επίσης ότι ο κ. Βενιζέλος περί πολλού ποιείται και σέβεται την γνώμην σας, και
τούτου ένεκα ήλθομεν να σας καταστήσωμεν γνωστά τα συμβαίνοντα, και να σας
παρακαλέσωμεν να παρεμβήτε εις την υπόθεσιν, όπως προληφθή εν ολίσθημα ολέθριον
δια τα εθνικά μας συμφέροντα’.
Χωρίς να είπω τι περί τού
ταυτοσήμου διαβήματος των στρατιωτικών τής αποστολής, εξέφρασα μεν λύπην δι'
όσα μοι έκαμαν την τιμήν να μοι επιστευθώσιν, αλλά συνέστησα και προς τούτους
να μη χάσωσι το θάρρος των είπον ότι ‘δεν είναι δυνατόν νά τρέφη σοβαρώς
τοιαύτας ιδέας ο Πρόεδρος, ότι είμαι πεπεισμένος ότι τα πράγματα θέλουν τον
οδηγήσουν εις την ευθείαν οδόν, και ότι τέλος πάντων το έπ' εμοί ουδεμίαν
έχω ανησυχίαν περί Θεσσαλονίκης, ενόσω διαμένει εκεί ο Βασιλεύς Γεώργιος,
αναντιρρήτως δε ούτος μένει εκεί δια να μην αφήση να την καταλάβη άλλος. Εν
τούτοις εάν μοι δοθή ευκαιρία, θέλω προσπαθήσει ν' αντιληφθώ πώς τωόντι
σκέπτεται ο κ. Βενιζέλος περί των θεμάτων τούτων, και να είσθε βέβαιοι ότι θα
είπω ανεπιφυλάκτως την γνώμην μου’»[7].
[1]
Βλ. Έκθεση Λευκού Πύργου
[7]
Βλ. Στέφανος Σκουλούδης, «Συνδιαλέξεις
μετά προσώπων υπευθύνων και μη», σελ. 130· Πηγή: http://sfoulidis.my-webs.org/venizelos/skouloudis.htm
Συνδεθείτε στη σελίδα μας https://www.facebook.com/antizitro
Οι απόψεις του ιστολογίου δεν συμπίπτουν απαραίτητα με το περιεχόμενο του άρθρου
Δημοσίευση σχολίου