Ο Trump ζάλισε τους «δημοσιογράφους» της ΕΦΣΥΝ


Η Εφημερίδα των αναρχο-πρακτόρων έχει ζαλιστεί. Από τη μία πρέπει να επιτεθεί στον Trump ...από την άλλη δύσκολα να βρει κουράγιο να εκθειάσει τις Συμφωνίες όπως η NAFTA που επινόησαν τοκογλύφοι και πολυεθνικές... χωρίς να ξεβρακωθεί... Σε άλλο άρθρο της προσπαθεί να δημιουργήσει αρνητικό κλίμα για την ακύρωση της ΤΤΙP από τον Trump.

Βλέπετε ο προστατευτισμός είναι τρισκατάρατη έννοια και για τον Soros, και για τον Μητσοτάκη και για την Εφ.Συν.


Παρακάτω το σχετικό με την NAFTA άρθρο της "ΕΦΣΥΝ":


Από τα πρώτα εικοσιτετράωρα της προεδρικής θητείας του ο Ντόναλντ Τραμπ δείχνει ότι όσα είπε στην προεκλογική εκστρατεία του τα εννοούσε.
Οι πρώτες κινήσεις του δείχνουν μάλιστα ότι δεν θέλει να χάσει χρόνο, τουλάχιστον για όσα υποσχέθηκε ότι θα κάνει στο διεθνές εμπόριο.
Χθες μόνο ανακοίνωσε ότι:
α. θα επιβάλει μεγάλους φόρους στις αμερικανικές επιχειρήσεις που μεταφέρουν δραστηριότητες στο εξωτερικό,
β. θα υπογράψει την αποχώρηση των ΗΠΑ από την εμπορική συμφωνία των χωρών του Ειρηνικού (TTP), γ. προγραμματίζει άμεσα την επαναδιαπραγμάτευση της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής (NAFTA).
Το ερώτημα είναι πόσο εύκολα μπορεί να τα υλοποιήσει όλα αυτά, ειδικά την επαναδιαπραγμάτευση της NAFTA, μιας συμφωνίας-πρότυπο για όλες τις διεθνικές εμπορικές συμφωνίες που μαγειρεύουν οι πολυεθνικές στον 21ο αιώνα.
H Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής (NAFTA) μεταξύ ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικού υπογράφηκε το 1992 από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους, τον πρωθυπουργό του Καναδά, Μπράιαν Μαλρόνεϊ, και τον πρόεδρο του Μεξικού Κάρλος Σαλίνας.
Τέθηκε σε εφαρμογή δύο χρόνια αργότερα, καταργώντας τους δασμούς μεταξύ των τριών χωρών, δημιουργώντας ειδικό νομικό καθεστώς για την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων, των ευρεσιτεχνιών και των εμπορικών επωνυμιών.
Επί της ουσίας η NAFTA ήταν το πρώτο πείραμα που οδήγησε στο νέο ριζοσπαστικό μοντέλο διεθνικών συμφωνιών.
Θεμελιώδης διαφορά της NAFTA έναντι των προηγούμενων εμπορικών συμφωνιών είναι ότι αυτή μόνο εν μέρει αφορά το εμπόριο.
Στον πυρήνα της η NAFTA δημιούργησε νέα προνόμια και δικαιώματα για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις.
Τους έδωσε κίνητρα προκειμένου να μεταφέρουν επενδύσεις και θέσεις εργασίας στο εξωτερικό ελαχιστοποιώντας τους κινδύνους που απορρέουν από τη μετακίνηση της παραγωγής σε χώρες χαμηλού κόστους εργασίας.

Η δύναμη των πολυεθνικών
Η ΝAFTA έδωσε ακόμη τη δύναμη σε χιλιάδες πολυεθνικές να παρακάμψουν τα εγχώρια δικαστήρια και να ενάγουν ολόκληρες κυβερνήσεις σε διαιτητικά δικαστήρια ιδιωτών νομικών.
Τα δικαστήρια αυτά μπορούν να επιβραβεύουν τις επιχειρήσεις με απίστευτα ποσά, τα οποία πληρώνονται από τους φορολογούμενους πολίτες, μεταξύ άλλων και για την απώλεια των προβλεπόμενων κερδών τους.
Το μόνο που χρειάζονται αυτές οι επιχειρήσεις είναι να πείσουν τους ιδιώτες νομικούς των δικαστηρίων ότι η νομοθεσία μιας εκ των τριών χωρών -που μπορεί να αφορά, για παράδειγμα, την προστασία του περιβάλλοντος- παραβιάζει τα δικαιώματά τους που απορρέουν από τη NAFTA.
Οι αποφάσεις αυτών των ιδιωτικών δικαστηρίων δεν μπορούν να εφεσιβληθούν ενώ οι αποζημιώσεις που επιβάλλουν δεν έχουν όριο.
Την τελευταία εικοσαετία οι φορολογούμενοι πολίτες έχουν καταβάλει πάνω από 370 εκατ. δολάρια σε πολυεθνικές εταιρείες που οδήγησαν στα δικαστήρια της NAFTA κυβερνήσεις για απαγορεύσεις τοξικών ουσιών, πολιτικές που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, την ασφάλεια των τροφίμων κ.λπ.
Οι επιχειρήσεις διεκδικούν περισσότερα από 50 δισ. δολάρια σε υποθέσεις που δεν έχουν ακόμη εκδικαστεί.
Η NAFTA περιλαμβάνει όμως και άλλες διατάξεις οι οποίες υποχρεώνουν μεταξύ άλλων τις κυβερνήσεις των τριών χωρών:
α. να περιορίσουν τον έλεγχο υπηρεσιών όπως η τραπεζική και οι μεταφορές,
β. να επεκτείνουν τα μονοπώλια των ευρεσιτεχνιών των φαρμακευτικών εταιρειών,
γ. να περιορίσουν τα πρότυπα ασφαλείας που ισχύουν για τρόφιμα και άλλα αγαθά όπως και τους σχετικούς ελέγχους στα σύνορα,
δ. να παραιτηθούν από πολιτικές προτίμησης των εγχώριων προϊόντων στις προμήθειες του Δημοσίου.

Τους έμειναν οι υποσχέσεις
Είκοσι χρόνια αργότερα οι υποσχέσεις των οπαδών της NAFTA για οικονομικά οφέλη στο σύνολο της κοινωνίας δεν υλοποιήθηκαν.
Τα αποτελέσματα της NAFTA ήταν χρυσοφόρα για τις ελίτ και τις μεγάλες επιχειρήσεις, καταστροφικά για τους απλούς εργαζόμενους.
Εκατομμύρια εργαζόμενοι έχασαν τη δουλειά τους ή είδαν τους μισθούς τους να παραμένουν στάσιμοι, βίωσαν την οικονομική αστάθεια, την ανασφάλεια και βούτηξαν στη φτώχεια.
Στις ΗΠΑ η οικονομική ανισότητα χτύπησε πρόσφατα τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 90 ετών.
Το Μεξικό, νοτιότερα, οδηγήθηκε σε τραγωδία. Οι μικρές του επιχειρήσεις δεν άντεξαν στον ανταγωνισμό των αμερικανικών πολυεθνικών και πολλές χρεοκόπησαν.
Εκατομμύρια Μεξικανοί εργάτες αναγκάστηκαν να αναζητήσουν δουλειά στις ΗΠΑ. Αυτούς δεν τους θέλει σήμερα ο Τραμπ.
Αλλά και οι εργάτες που έσπευσαν να δουλέψουν στα εργοστάσια των πολυεθνικών τα οποία μετεγκαταστάθηκαν στις ειδικές οικονομικές ζώνες (maquiladoras) των μεξικανικών συνόρων με τις ΗΠΑ δεν τα βγάζουν πέρα λόγω των πενιχρών μισθών και της ακρίβειας σε αυτές.
Η ανάδυση και η κυριαρχία των γνωστών ναρκω-συμμοριών, που λυμαίνονται όχι μόνο αυτές τις περιοχές, αλλά το σύνολο σχεδόν της επικράτειας του Μεξικού, είναι η περαιτέρω επίπτωση της εξαθλίωσης που δημιούργησε η NAFTA.

Ακολουθεί το δεύτερο άρθρο της "ΕΦΣΥΝ":


Με μια υπογραφή ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ έκλεισε μια για πάντα τον δρόμο για την εφαρμογή της Σύμπραξης της Περιοχής του Ειρηνικού (TPP), της συνθήκης ελευθέρου εμπορίου που διαπραγματευόταν επί σειρά ετών η κυβέρνηση Ομπάμα.
Η συμφωνία αυτή, που υπογράφτηκε το 2015 και δεν είχε τεθεί ακόμη σε ισχύ, είχε θεωρηθεί ότι θα λειτουργούσε ως αντίβαρο στην αυξανόμενη επιρροή της Κίνας.
Στη συμφωνία μετείχαν 12 χώρες της Ασίας και του Ειρηνικού, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 40% της παγκόσμιας οικονομίας: Αυστραλία, Μπρουνέι, Καναδά, Χιλή, Ιαπωνία, Μαλαισία, Μεξικό, Νέα Ζηλανδία, Περού, Σιγκαπούρη, ΗΠΑ και Βιετνάμ.
Ο Τραμπ, υλοποιώντας μια προεκλογική του υπόσχεση, δήλωσε στους δημοσιογράφους:
«Το είχαμε πει από καιρό. Αυτό είναι καλό πράγμα για τον εργαζόμενο Αμερικανό».
Άλλωστε προεκλογικά είχε χαρακτηρίσει «φρικτή» τη συμφωνία.
Επί της ουσίας, η υπογραφή του νέου προέδρου των ΗΠΑ ήταν και η χαριστική βολή στη συμφωνία, δεδομένου ότι δεν είχε επικυρωθεί από τη Γερουσία, ενώ ήδη από το 2016 ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Σίνζο Άμπε, εκ των υποστηρικτών της συμφωνίας, είχε αναγνωρίσει ότι χωρίς τη συμμετοχή των ΗΠΑ η εφαρμογή της TPP «δεν έχει νόημα».
Η TPP είχε ως στόχο να ενισχύσει τους οικονομικούς δεσμούς μεταξύ των χωρών, την οικονομική μεγέθυνση και τη μείωση των δασμών, κάτι αντίστοιχο της κοινής αγορά της Ε.Ε.
Επιπλέον θα ενίσχυε τις θέσεις εργασίας, εξασφαλίζοντας πατέντες και πνευματικά δικαιώματα και άλλα στοιχεία νομικής προστασίας.
Ωστόσο, στις ΗΠΑ ακούγονταν πολλές φωνές, οι οποίες εξέφραζαν τον φόβο ότι με την TPP θα χάνονταν πολλές θέσεις εργασίας μέσα στις ΗΠΑ.
Με τη θέση αυτή είχε συνταχθεί και ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος μεταξύ άλλων πιέζει τις επιχειρήσεις να αυξήσουν θέσεις εργασίας μέσα στις ΗΠΑ, απειλώντας με εισαγωγικούς δασμούς όσες δημιουργήσουν ή μεταφέρουν παραγωγικές μονάδες στο Μεξικό ή αλλού στο εξωτερικό.
Ωστόσο, πολλοί εκτιμούν ότι ίσως κρυφός στόχος πίσω από την υπογραφή του Ντόναλντ Τραμπ είναι η επιθυμία του να επιτύχει διμερείς συμφωνίες με τις χώρες που μετείχαν στην TPP, με ευνοϊκότερους όρους για τις ΗΠΑ.

«Αν μείνετε, λιγότεροι φόροι»
Ο Ντόναλντ Τραμπ επίσης, επί τη ευκαιρία της συνάντησής του με εκπροσώπους μεγάλων επιχειρήσεων στον Λευκό Οίκο, όπως οι Lockheed Martin, Under Armour, Whirlpool, Tesla και Johnson & Johnson, κάλεσε τους επιχειρηματίες των ΗΠΑ να επενδύσουν στην ενδοχώρα, υποσχόμενος μείωση δασμών και εταιρικών φόρων από 35% στο 20% ή ακόμη και 15%.
«Εσείς το μόνο που πρέπει να κάνετε είναι να μείνετε εδώ» τους είπε και τους κάλεσε να βοηθήσουν για να ενισχυθεί ο κατασκευαστικός τομέας στις ΗΠΑ.
Στην περίπτωση που δεν το πράξουν όμως και επιλέξουν να μεταφέρουν τις εργασίες τους αλλού στο εξωτερικό ή να δημιουργήσουν αλλού μονάδες, τους προειδοποίησε ότι τους περιμένουν «μέγιστοι εισαγωγικοί δασμοί».
Μεταξύ άλλων, υπέγραψε διάταγμα με το οποίο παγώνουν οι προσλήψεις δημοσίων υπαλλήλων σε ομοσπονδιακό επίπεδο, ενώ αναμένεται να έχει συνάντηση και με εκπροσώπους των μεγάλων συνδικάτων των ΗΠΑ.
Το πάγωμα των προσλήψεων στο δημόσιο ήταν μια από τις υποσχέσεις που είχε δώσει ο Τραμπ κατά την προεκλογική του εκστρατεία.
Είχε διευκρινίσει ωστόσο ότι το μέτρο αυτό δεν θα αφορούσε τους τομείς της υγείας, της δημόσιας ασφάλειας και του στρατού.
Στο προεκλογικό «συμβόλαιό του με τους Αμερικανούς ψηφοφόρους», ο Ντόναλντ Τραμπ είχε θέσει ψηλά στην ατζέντα του το πάγωμα των προσλήψεων, που το είχε εντάξει στο κεφάλαιο που αφορούσε «την εξάλειψη της διαφθοράς και της διαπλοκής» με τα λόμπι, αλλά όπως υποστηρίζουν και οι συνεργάτες του θα βοηθήσει στην εξάλειψη της γραφειοκρατίας της Ουάσινγκτον.

Κλίνατε επί συντηρητικά
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν ξέφυγε από την παράδοση των άλλων συντηρητικών Ρεπουμπλικάνων προκατόχων του και μεταξύ άλλων υπέγραψε οδηγία που απαγορεύει την ομοσπονδιακή χρηματοδότηση σε διεθνείς, μη κυβερνητικές οργανώσεις οι οποίες τάσσονται υπέρ των αμβλώσεων.
Η απόφαση αναμένεται ότι θα προκαλέσει την έντονη αντίδραση των αμερικανικών οργανώσεων οικογενειακού προγραμματισμού και εκείνων που προασπίζονται τα δικαιώματα των γυναικών, ωστόσο στην κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, όπως και στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα είναι αυτοί οι οποίοι έχουν ταχθεί ανοιχτά εναντίον του δικαιώματος στην άμβλωση.
Το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση και στον οικογενειακό προγραμματισμό είναι θέμα που ταλανίζει την αμερικανική πολιτική ζωή.
Παρόμοιους περιορισμούς στη χρηματοδότηση σχετικών προγραμμάτων είχε επιβάλει για πρώτη φορά ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος Ρόναλντ Ρίγκαν, τη δεκαετία του 1980, απόφαση που ήρε Δημοκρατικός Μπιλ Κλίντον, και επανέφερε κατόπιν ο Ρεπουμπλικάνος Τζορτζ Μπους ο νεότερος. Με τη σειρά του, ο Μπαράκ Ομπάμα ακύρωσε την απόφαση του Τζορτζ Μπους το 2009.

Γερμανία: Ευκαιρία...
Η γερμανική βιομηχανία θα μπορούσε να επωφεληθεί από τυχόν εμπορικές ευκαιρίες στην Ασία και τη Νότια Αμερική, που άφησαν οι ΗΠΑ, δήλωσε ο αντικαγκελάριος της Γερμανίας και υπουργός Οικονομίας, Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, λίγη ώρα μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Σύμπραξη της Περιοχής του Ειρηνικού (TPP).
Σε συνέντευξή του που αναμένεται να δημοσιευτεί στο αυριανό φύλλο της εφημερίδας Handelsblatt ο Γκάμπριελ φαίνεται να είπε ότι αν ο Ντόναλντ Τραμπ «ξεκινήσει εμπορικό πόλεμο με την Ασία και τη Νότια Αμερική, θα ανοιχθούν ευκαιρίες για εμάς».
Και απαντώντας στις επικρίσεις του Αμερικανού προέδρου ενάντια στην Ε.Ε. και τη Γερμανία ειδικότερα, ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ τονίζει:
«Ο Τραμπ πρέπει απλώς να αναγνωρίσει ότι η αμερικανική οικονομία συχνά δεν είναι ανταγωνιστική, ενώ η γερμανική είναι».
Και επικρίνοντας την απειλή του Αμερικανού προέδρου να επιβάλει δασμούς 35% στα γερμανικά οχήματα που εισάγονται στις ΗΠΑ από το Μεξικό, αναφέρει: «Κάτι τέτοιο, συνέχισε, θα ήταν αντιπαραγωγικό για τις ΗΠΑ».
Ο Γκάμπριελ, που είναι και ηγέτης του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), υπενθύμισε ότι μόλις το 10% των γερμανικών εξαγωγών πηγαίνουν στις ΗΠΑ ενώ το 60% των γερμανικών προϊόντων εξάγονται σε άλλες χώρες της Ευρώπης.
«Βλέπετε το βάρος των οικονομικών συμφερόντων μας. Η Γερμανία θα πρέπει να ενεργεί με αυτοπεποίθηση και όχι με φόβο ή δουλοπρέπεια. Είμαστε μια πολύ επιτυχημένη, τεχνολογικά ανεπτυγμένη, εξαγωγική χώρα με πολλούς σκληρά εργαζόμενους ανθρώπους και έξυπνες εταιρείες», κατέληξε.


Συνδεθείτε στη σελίδα μας στο Facebook

Οι απόψεις του ιστολογίου δεν συμπίπτουν απαραίτητα με το περιεχόμενο του άρθρου

Κοινοποιήστε το:

 
Copyright © ANTIZITRO. Designed by OddThemes