Οι «σύμμαχοί» μας δολοφόνησαν με εντολή των τοκογλύφων τον Καποδίστρια

Άγγλοι και Γάλλοι με εντολή των τοκογλύφων Rothschild ευθύνονται για τη δολοφονία του Καποδίστρια, για να ιδρυθεί στην Ελλάδα δική τους (Ιδιωτική) Κεντρική Τράπεζα, αρχικά με την ονομασία Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος και αργότερα Τράπεζα της Ελλάδος...

Στα Γενικά Αρχεία του Κράτους των Αθηνών και της Κέρκυρας υπάρχουν πλήθος εγγράφων για τις συνωμοτικές ενέργειες του Άγγλου και του Γάλλου αντιπρέσβεων εναντίον του Κυβερνήτου Ιωάννη Καποδί­στρια και των πολλών άλλων ξένων προξένων, αξιωματικών και ναυάρχων και δύο αυτών χωρών, οι οποίοι υποκινούσαν τους αντικαποδιστριακούς Έλληνες αρχηγούς να στασιάσουν εναντίον του Κυβερνήτου.

1. Από το μεγάλο αυτό αριθμό των εγγράφων – πηγών που αποδει­κνύουν με τον πιο αδιαμφισβήτητο τρόπο την ενοχή των δύο αυτών ξέ­νων δυνάμεων, τόσο στα στασιαστικά κινήματα και τις ανταρσίες των Ελλήνων όσο και στην τραγική τελευταία πράξη της δολοφονίας του Καποδίστρια, αναφέρω στην παρούσα ανακοίνωσή μου μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα και πληροφορίες από τις αδιάψευστες αυ­τές ιστορικές πηγές που αφορούν αποκλειστικά στις ενέργειες των Άγγλων, για τους οποίους οι πάντες έγραφαν -κυρίως οι νεώτεροι- ότι δεν υπάρχουν στοιχεία αποδεικτικά. Καταβάλλεται δε προσπά­θεια να φανερώσουν τη χρονολογική εξέλιξη.

Μία από τις παλαιότερες ειδήσεις για την στάση των ξένων εκπρο­σώπων -κυρίως της Γαλλίας και Αγγλίας- που είχαν καταφθάσει στον Πόρο τον Ιούνιο του 1828 για την περιβόητη συνδιάσκεψη του Πόρου, είναι οι συζητήσεις που θα είχαν με τον Κυβερνήτη και τους άλλους Έλληνες αρμοδίους για το θέμα της διαμορφώσεως των συνόρων του ελληνικού κράτους.

Ο Γάλλος συνταγματάρχης Theophile Feburier, σε έκθεσή του, στις 28 Αυγούστου 1828, προς τον Γάλλο κόμη Rayneval, που αντικαθι­στούσε προσωρινά τον επίσημο αντιπρόσωπο της Γαλλίας στον Πόρο de la Ferronays, του έκανε σαφή λόγο για την αντίδραση που οργανωνόταν στα σκοτεινά από τους Άγγλους και Γάλλους εκπροσώπους εναντίον του Καποδίστρια.

Ο Γάλλος στρατηγός την προηγούμενη ημέρα μάλιστα είχε δεχθεί την επίσκεψη δύο μελών της οικογενείας Μαυρομιχάλη, οι οποίοι καταφέρθηκαν με πάθος εναντίον του Κυβερνήτη και έθεσαν τους εαυτούς τους στη διάθεση των Γάλλων και Άγγλων για κάθε τους αντικυβερνητική ενέργεια[1].

Ακόμη πιο σαφής και κατηγορηματικός για την στάση των Άγγλων εκπροσώπων στην συνδιάσκεψη του Πόρου εναντίον του Καποδί­στρια είναι ο Ρώσος εκπρόσωπος, ο διπλωμάτης J. Ribeaupierre, που ήταν παρών και αυτόπτης μάρτυς όλων αυτών των μακρών συζητήσεων και αντιδράσεων, που κράτησαν έξι ολόκληρους μήνες. Γράφει στα Ιστορικά Απομνημονεύματά του[2]:

«Η εποχή εκείνη υπήρξε λίαν κοπιώδης εις εμέ.

Η Αγγλία απηρνείτο το ίδιον αυτής δημιούργημα, ο δε Canning επισταμένως προσεπάθει να ελαττώσει τα όρια των συνό­ρων της δυστήνου Ελλάδος, ίνα μη δυνηθεί και αναπτύξει τας θαλασσί­ους αυτής δυνάμεις. Εζήτει πάσαν πρόφασιν να εγείρει εις τον κόμητα Καποδίστριαν προσκόμματα, να εξεγείρει τους εχθρούς της τάξεως και παρείχε εις τον Κυβερνήτην πάσαν δυσχέρειαν. Έχω δε πλήρη πεποίθησιν ότι η χειρ η οποία εφόνευσε τον Καποδίστριαν εξοπλίσθη πα­ρά πράκτορος της απεχθούς Αγγλίας!…».

2. Στον Πύργο της Ηλείας η Αγγλία είχε τοποθετήσει ως αντιπρόξενό της τον Αναστάσιο Πασχουάλη, όπως αναφέρεται στα έγγραφα, τα εξαιρετικώς πολλά, που σχετίζονται με την κατασκοπευτική του δράση και τις σκοτεινές ενέργειές του. Σε έγγραφο της Γραμματείας της Επικρατείας προς τον επί των Εξωτερικών Γραμματέα της Κυβερνήσεως, της 17 Ιουλίου 1829, από το Άργος[3], αναφέρεται ότι ο κατά την Ελλάδα έκτακτος Επίτροπος κατήγγελε «στασιώδεις τινάς πράξεις», που γίνονταν στον Πύργο της Ηλείας. Και βεβαίωνε ότι «οι πρωταίτιοι αυτών των πράξεων συγκρο­τούσαν νυκτερινός και μυστικός συνελεύσεις εις του Αναστασίου Πασχουάλη, Αγγλικού Αντιπροξένου την οικίαν, ήτις είναι εν γένει το καταφύγιον όλων, όσους καταδιώκει δι’ ατοπήματα η επιτόπιος αρ­χή»

Δεν εκρίθη όμως αυτό να τον συλλάβουν πριν από την ενημέρωση του Άγγλου αντιπρέσβη Dawkins. 

Το υπουργικό Συμβούλιο ανέθεσε στον επί των Εξωτερικών Γραμματέα να επισημάνει στον Άγγλο αντι­πρέσβη, ότι αν όντως ήταν υπάλληλός του «να τον σωφρονίσει μόνος του, ειδεμή να ειδοποιήσει περί του εναντίου την Κυβέρνησιν, ήτις τότε θέλει λάβει η ιδία περί αυτού τα ανήκοντα μέτρα».
Από την μέχρι τώρα έρευνά μου δεν μπόρεσα να εύρω πληροφορίες για την απάντηση ή τις ενέργειες του Dawkins. Το πιθανότερο είναι ότι δεν προέβη σε καμιά αποφασιστική ενέργεια. 

Στις 6 Δεκεμβρίου 1829 ο Γενικός Αστυνόμος της Ήλιδος Ιωάννης Μανιατόπουλος, σε αναφορά του προς την κυβέρνηση[4] ανέφερε ότι στην οικία του «αγγλι­κού προξένου» στον Πύργο, συνεχίζονταν οι συγκεντρώσεις των «κα­κοβούλων» και ανέφερε και τα ονόματα των Ελλήνων, που συμμετείχαν: «Λυκούργος Κρεστενίτης, Παπαγεωργίου, Γαλάνης, Παπασχοινάς, Α. Αχόλου, Α. Ξυλάρης, Αναγνώστης Τσιτσίκας, Διονύσιος Σκούφος, Νικίας, Σλαϊδής, και Α. Παπασταθόπουλος».

Ο Συνταγματάρχης, ιστορικός, φιλοτούρκος και πράκτορας των Άγγλων Thomas Gordon, έργο του Καρλ Κρατσάιζεν, Πόρος, 13 Απριλίου 1827

Ο έκτακτος επίτροπος Αργολίδος Ν. Καλλέργης, σε έγγραφό του προς τον Κυβερνήτη Καποδίστρια, από το Ναύπλιο, στις 2 Νοεμβρίου 1828, ανέφερε μια απίθανη και εξαιρετικά σημαντική πληροφορία για τον Άγγλο αντιπρέσβη Dawkins, ενδεικτική για την μετέπειτα αντικαποδιστριακή στάση του [5]: 

«Έφθασε ενταύθα (στο Ναύπλιο) εκ Ζακύνθου, προ της εχθές το εσπέρας επί του πλοίου του συνταγμα­τάρχου Κυρίου Θωμά Γόρδων, ο Κύριος Dawkins, Άγγλος, και σήμε­ρον προς το εσπέρας ή αύριον το πρωΐ εκκινεί δια ξηράς εις αντάμωσιν της Κυβερνήσεως. 
Μολονότι η ευγένειά του δεν εκοινοποίησε τί­ποτε, ούτε δια τον ερχομόν του, ούτε δια τον βαθμόν του υποκειμένου του, φημίζεται όμως ότι είναι πρέσβης απεσταλμένος προς την ελληνικήν Κυβέρνησιν…»

Ο Καλλέργης τον επισκέφθηκε στην οικία του Γόρδων όπου έμενε και του πρόσφερε τις υπηρεσίες του.
Για την συνεχή συνεργασία του Άγγλου αντιπροξένου Παχουάλη ή Πασχουαλίνου, όπως αναφέρεται, με τον Λυκούργο Κρεστενίτη υπάρχουν αρκετές επώνυμες καταθέσεις, όταν άρχισαν σχετικές ανα­κρίσεις. 

Σε κατάθεση ενός μάρτυρα με δυσανάγνωστη υπογραφή, από την Αγουλινίτσα του Πύργου, της 29 Νοεμβρίου 1829[6], αναφέρεται ότι ο Κρεστενίτης πληρωνόταν από τους «Ιγγλέζους» προκειμένου να «βγαίνει στο παζάρι και να λέγει, ότι οι Ιγγλέζοι είναι έθνος καλό και υπερασπίζονται τους φτωχούς Έλληνας και θα είδομεν το καλόν από αυτούς. 
Και λείποντες αυτοί είμεθα χαμένοι…».
Είχαν οργανώσει στον Πύργο και μυστική Εταιρεία. Και όταν ο μάρτυς, προσποιούμενος ζήτησε να γίνει «μέλος του φρονήματός της» του είπαν ότι ο Κρεστενίτης «μας είπεν ότι να παστρεύομεν τα τουφέκια μας και το περισσότερον τας μπιστόλες, διότι αυτές θα δουλεύουν καλιότερα διότι ο Καποδίστριας το παραχάλασε και εις ολίγας ημέρας έρχεται πρίγκυψ Ιγγλέζος, ο οποίος είναι και συγγενής του βασιλέως και είναι και πλούσιος άνθρωπος. 
Ο οποίος εις δέκα ημέρες έρχεται και ο Καποδίστριας πάει την στράτα του, διότι άλλα υποσχέθηκε και άλλα κάνει και τους απάτησεν όλους. 
Και οι πληρεξούσιοι άνοιξαν τα μάτια τους και εμετανόησαν και τόσον είναι προκομένοι οι Ιγγλέζοι, όπου δια 16 ημέρες ήλθεν Ιγγλέζος από την Λόνδραν και εκόνεψε σπίτι μου… κατ’ αίτησιν της Γε­νικής Αστυνομίας του τμήματος της Ήλιδος δίδω την παρούσαν μου μαρτυρίαν και υπογράφομαι…».

Παρόμοια κατάθεση έκαναν την άλλη ημέρα, στις 30 Νοεμβρίου 1829, στο ίδιο αστυνομικό τμήμα και ο Αθανάσιος Φωτόπουλος και ο Αλέξης Κοτέρης(;)[7].
Στις 6 Δεκεμβρίου 1829, ο Γενικός Αστυνόμος της Ήλιδος Ι. Μανιατόπουλος, σε αναφορά του προς τον έκτακτον επίτροπον της ίδιας επαρχίας, έδινε ακόμη πιο συγκεκριμένες πληροφορίες για τη δράση του «κονσόλου της Βρεταννίας» στον Πύργο Αν. Πασχαλινού. 
Στην οικία του «εσυστήθη εταιρεία, η οποία σκοπόν έχουσα να αρχεύσουν οι Άγγλοι εις την Ελλάδα και ο αρχηγός αυτής είναι ο διαληφθείς κονσό­λας, όστις υπόσχεται εις εκείνους οίτινες καταχηθώσιν μεγάλας υπο­σχέσεις και ότι θέλουν χαίρονται ευδαιμονίαν» οικονομικήν. 

Τις πλη­ροφορίες αυτές τις είχε από τον Νικόλ. Πατρώνα, που είχε στενή φιλία με τον Άγγλο πρόξενο και οσάκις τον επισκεπτόταν του «επαινούσε τους Άγγλους και κατηγορούσε τον έξοχον Κυβερνήτην και να υπόσχεται μεγάλα πράγματα εις εκείνους οι οποίοι φρονούν δια τους Άγγλους».
Ο Πατρώνας ανέφερε ακόμη ότι ο Άγγλος πρόξενος είχε κατατάξει και «τους αποστόλους όπου έχει κατηχημένους ως έπεται: 
Αη κλάσις: Λυκούργον Κρεστενίτην, ένθερμος ζηλωτής και κορυφαίος των αποστόλων. Βα: παπά Γεώργιος Οικονόμου, Γαλάνης, Παπασχινάς, Αλέξανδρος Άχολος, γαμβρός του κονσόλου. 
Γη: Αναστάσιος Ζηλάρας(;), Αναγνώστης Τζίτζικας, Διονύσιος Σκούφος, Νικίας, Πιλαΐδης, επιστήθιος του Λυκούργου, Αθανάσιος Παπασταθόπουλος, ωσαύτως»
Όλοι αυτοί «ομιλούν πλαγίως εις τους σχετικούς τους», προκειμένου να αυξήσουν τα μέλη της μυστικής αντικαποδιστριακής εταιρείας. 
Και όλοι προσπαθούσαν «να κινήσουν τον λαόν εις οχλαγωγίαν», εναντίον της κυβερνήσεως του Καποδίστρια. 

Ο Μανιατόπουλος προέτρεψε τον Πατρώνα «να υπάγει να κατηχηθεί εις αυτήν την εταιρείαν, με ό,τι μέσα ημπορέσει, όπου να ανακαλύψωμεν αυτήν», έγραφε στην αναφορά του. 

Μετά τρεις ημέρες, στις 9 Δεκεμβρίου 1829, ο Μανιατόπουλος πλη­ροφορούσε τον έκτακτον Επίτροπον Ήλιδος ότι ένας φίλος του – που δεν τον ονομάζει – του είπε ότι η εταιρεία αυτή είχε επεκταθεί και στα χωριά και ένας κάτοικος του χωριού Καραμελέα Λακωνίας «ενεργεί δια την γνωστήν σας Εταιρείαν και υπόσχεται μισθούς και βαθμόν εις εκείνους, οι οποίοι ήθελον τον ακολουθήσει»[8].

Ιωάννης Καποδίστριας. Εικόνα από λιθογραφία του Μύλλερ, σχέδιο εκ του φυσικού. Φέρει την υπογραφή του Καποδίστρια με τη φράση: «Αυτό που με κολακεύει περισσότερον είναι να ζήσω εις την ανάμνησιν των ανθρώπων ». Η λιθογραφία επανεκτυπώθηκε στην Καρλσρούη με σκοπό τα έσοδα από τις πωλήσεις να διατεθούν υπέρ του Αγώνα των Ελλήνων.

Τα γεγονότα αυτά ανησύχησαν την κυβέρνηση, η οποία ανέθεσε στον Παναγ. Αναγνωστόπουλο να ερευνήσει με κάθε προφύλαξη την υπόθεση του Άγγλου προξένου στον Πύργο. Ο Αναγνωστόπουλος, σε μακρά αναφορά του προς τον Κυβερνήτην, από τον Πύργον, στις 15 Δεκεμβρίου 1829[9] τον ενημέρωνε λεπτομερώς για την ανησυχητική κατάσταση που επικρατούσε στην πόλη αυτή, λόγω των συνωμοτικών ενεργειών του Πασχαλινού. «Η πόλις αυτή, έγραφε, είναι η εστία όλων των κακών ανεξαιρέτως- είναι συστημένη υπό των εγωιστών εχθρών της Ελλάδος, φωλεά τις δι’ ενός υπουργού του Πασχαλίγκου κονσό­λου… αυτός έχει όνομα και μορφήν άλλην αλλά καρδίαν εγωϊστού και τίγρεως. Το σπίτι του είναι ως μία λέσχη, όπου συναθροίζοναι συνεχώς οι προσήλυτοι και εταίροι και συνομιλούν και σχεδιάζουν κινήματα τινά δεικνύουν το πράγμα εναργέστατα ως μίαν εταιρείαν…».

Και σε άλλο σημείο αναφέρει: «Ο Πασχαλίγκος έλαβε πρό τινων ημερών επιστολήν τινά αξιωματι­κών εξ Αγγλίας, ειδοποιητικήν των πιστών του και πολυειδών εκδουλεύσεων. Του προσδιορίζονται εκ της (βασιλικής) Αυλής του δια μισθόν ενιαύσιον δίστηλα χίλια και διακοσίας λίρας στερλίνας δι’ αποζημίωσιν εξόδων του… Λέγει πολλά και μαινόμενος κατά καθεστώτων και κατά της Σ(εβαστής) Κυβερνήσεως…».

Ο Αναγνωστόπουλος αναφέρει ακόμη ότι «πέντε άνθρωποι διορισμένοι από την ενταύθα φωλεάν των εταίρων θέλει υπάγουν τρεις ώρας μακράν της Αγουλινίτσας, εις το χωρίον Ανεμοχώρι, δια να φυλάξουν εκεί και πάρουν εκ του ταχυδρομείου τα γράμματα της Κυβερνήσεως». Και ζητούσε άμεση αποστολή στρατιωτικής ενισχύσεως. Πιστεύει ότι βασικός σκοπός όλων αυτών των ενεργειών του Άγγλου προξένου – σύμφωνα με τις εντολές που έχει πάρει από τις αρμόδιες αρχές της χώρας του – είναι να πείσει τις ευρωπαϊκές χώρες ότι ο ελληνικός λαός δεν θέλει τον Κυβερνήτη «ως μη φυλάξαντα όσα υπεσχέθη». Γι’ αυτό και σκοπεύουν να «εκδιώξωσι τας αρχάς (τις κρατικές) και να φέρουν την αναρχίαν και των μαχαιροφόρων την επικράτησιν», όπως και στο πρόσφατο παρελθόν[10].

Ο προσωρινός Διοικητής Λεβαδείας και Θηβών Αθανάσιος Λιδωρίκης, σε αναφορά του προς τον Πληρεξούσιο Τοποτηρητή της Κυ­βερνήσεως, στις επαρχίες της Στερεάς Ελλάδος, Αυγουστίνο Καποδί­στρια, από την Αράχοβα, στις 7 Σεπτεμβρίου 1829, μεταξύ των άλλων πληροφοριών, που του έδινε για τις μάχες στην Στερεά Ελλάδα του ανέφερε ότι «οι Τούρκοι εις Εύριπον τρέφουν μεγάλας ελπίδας ότι αγγλικά πλοία μέλλουν να τους φέρουν τροφάς και να τους βοηθήσωσι» ποικιλοτρόπως[11].

Σε μακρά καταγραφή, κατά χρονολογική σειρά, των συνωμοτικών γεγονότων, ξένων και Ελλήνων, από τις αστυνομικές αρχές, στις 22 Μαρτίου 1831, ο Β. Μπουντούρης, αναφέρει[12]:

«Οι κακόβουλοι περι­μένουν ανυπομόνως τον Μιαούλην. Συνήλθαν εις το κατάστημα της Τυπογραφίας (στην ‘Υδρα) και ομίλησαν τι να κάμουν, αν ιδούν τινά ανά­γκην. Εσυμβουλεύθησαν και τους Κουντουριώτας, οίτινες τους ενεθάρ­ρυναν, υποσχόμενοι:

1ον: Ν’ ανοίξουν το θησαυροφυλάκιόν των δια το γενικόν καλόν της Πατρίδος.
2ον: Είπαν εις τους πλοιάχους να μην απελπίζονται ότι έχουν εξωτερικούς βοηθούς (Άγγλους και Γάλλους).
3ον: Προς τον Δώκινς και Ρουάν[13], πέμπουν ανά 15 φύλλα του Απόλ­λωνος- και αυτοί ευχαριστηθέστες υπεσχέθησαν να δώσουν βοήθειαν, εν χρεία και ναυτιλιακά έγγραφα.
4ον: Ότι κατά τας ειδήσεις Μαυρο­κορδάτου και Τρικούπη, τα της Δυτικής Ελλάδος και Αιγαίου Πελά­γους υπάγουν καλά εις τον σκοπόν τους[14].
5ον: Ότι οι αντιπρέσβεις (Dawkins και Rouen) έπιασαν γράμματα του Κυβερνήτου προς την Ρωσίαν, διαλαμβάνοντα ότι προσπαθεί να φέρει τα πράγματα της Ελλάδος εις τον σκοπόν της Ρωσίας και επρόσθετε να μην επικυρώσει την έκτασιν των ορίων της Ελλάδος[15].
6ον: Ότι οι αυτοί αντιπρέσβεις τους υπόσχονται δάνειον διανεμηθησόμενον εις τους αντικυβερνήτας. Και δι’ όλα αυτά κηρύττουν θάνατον (του Κυβερνήτου) αλλ’ ουχί παύσιν της εφημερίδος» (του Απόλλωνος).

Ο ίδιος ο Βασίλειος Μπουντούρης, σε άλλο σημείωμά του στην ίδια αναφορά, γράφει, στις 3 Ιανουαρίου 1830, ότι «το πλοίον του Σ. Μπουντούρη ύψωσε την τρίχρουν σημαίαν (την γαλλική) με κανονιοβολισμούς»

Ο έκτακτος επίτροπος Αργολίδος Γ. Ράδος, στις 22 Δεκεμβρίου 1829, στο ίδιο έγγραφο, αναφέρει ότι «πολλοί ραδιούργοι φλυαρούν ασυστόλως κατά της Κυβερνήσεως. 

Η περιοδεία τον Γόρδων (του Άγγλου στρατηγού) εις την Πελοπόννησον δίδει υποψίας ταραχής. 

Η υπόσχεσις του Λη (Georges Lee, Άγγλος πράκτορας) και του Μάσσων δια μερικόν δάνειον (στους αντικυβερνητικούς) αγνοείται εις τι απο­βλέπει». Επίσης ο Ράδος έστελνε στην αστυνομία «ονόματα Άγγλων εχόντων σχέσεις με τους Δεληγιάννηδες, Παπαλεξόπουλον, Σπηλιωτόπουλον κ.λ.π.»[16].

Στις 30 Απριλίου 1831, ο ναύαρχος Κων. Κανάρης, σε επιστολή του προς τον αδελφό του Κυβερνήτη Βιάρο Καποδίστρια, μεταξύ άλλων πληροφοριών για την τραγική κατάσταση της Ελλάδος, γράφει[17]: 

«… Η πρόοδος του καιρού δίδει αιτίας εμψυχώσεως εις την ραδιουργίαν και τα ποικιλόχρωμα χρώματα των ξένων συνοπαδών της[18], δια των οποίων παριστάνουσιν εις τους μωρούς την αθανασίαν, έκαμαν τους ανόητους να λατρεύουν ως ημιθέους τους αρχηγούς της. Κατάσκοποι πληροφορίαι αναφέρουν και περί της αλώσεως του Ιω. Γρηγορακόγκονα· ήδη ούτε και τους πιστούς Σπαρτιάτας, ούτε εις τινα εξ αυτών εμπορεί τινάς να πιστεύσει ή να επιχειρισθεί φιλανθρωπικάς ενεργείας. Όλοι διε­φθαρμένοι (από τους ξένους)

Άλλος από τας ανεξαλήπτους καταχρή­σεις τον άλλος από την αλλαγή της τύχης του (εννοεί με τα χρήματα που έλαβε), την οποίαν κολακεύεται να ελπίσει από την ανωμαλίαν και άλλος να πραγματεύεται την Σ. Κυβέρνησιν και να καταχράται το επιχεόμενον εις την αχαριστίαν άφθονον έλεός της, και άλλος άλλως. 

Δεν μένει πλέον ίχνος ελπίδος δια να θεραπευθεί η πληγή με έμπλαστρα μαλακτικά· αυτά ίσως επαπειλούν εις την γάγκρεναν!»

Ο προσωρινός Διοικητής των επαρχιών Νησίου, Ανδρούσης, Εμπλακίων και Λεονταρίου Σταμάτης Σεραφείμ, σε επιστολή του προς τον Κυβερνήτη, από το Νησί της Καλαμάτας, στις 20 Μαΐου 1829, ανέφερε μεταξύ άλλων[19]: Κατά την περιοδεία που έκανε στις επαρ­χίες που διοικούσε, διεπίστωσε ότι τα πνεύματα των κατοίκων ήταν πολύ ταραγμένα εξαιτίας «λόγων διασπαρέντων… από Ναύπλιον και Τριπολιτσάν… Οι λόγοι αυτοί είναι ότι εκ των συμμαχικών δυνάμεων απεφασίσθη ηγεμών τις δια την διοίκησιν της Ελλάδος εκ των εν Γερ­μανία πριγκίπων, και ότι δια να έλθει δεν μένει παρά να δείξουν κά­ποιον θέλησιν κατά τούτο οι Έλληνες. Τοιούτους λόγους… διεκήρυξεν, ως πληροφορούμαι, εις Τριπολιτζάν ο Άγγλος Γ. Λις… όστις φοβηθείς από ενδεχόμενα εναντίον του των κατοίκων κινήματα έφυγεν δια νυ­κτός εκείθεν, ως γράφει η Δημογεροντία της επαρχίας Τριπολιτζάς».

Ο Καποδίστριας του απάντησε, από το Άργος, στις 7 Ιουλίου 1829, ότι του εστάλθηκε ήδη «εικοσιπενταρχία της εκτελεστικής δυνάμεως από τον προσωρινόν Διοικητήν των Μεσσηνιακών φρουρίων», προκει­μένου να ηρεμήσουν τους κατοίκους της επαρχίας του «από την απάτην εις την οποίαν τους έρριψεν η κακόνοια και η ραδιουργία τινών…»[20].

Ο διοικητής Σταμάτης Σεραφείμ, σε μεταγενέστερη επιστολή του προς την Γραμματείαν της Επικρατείας, από το Νησί, στις 18 Δεκεμ­βρίου 1829, έδινε συγκλονιστικές πληροφορίες για την αναταραχή που επικρατούσε στην επαρχία του, από τις διαδόσεις που διέσπειραν «ραδιούργοι», παρακινούμενοι από ξένους και κυρίως Άγγλους πράκτορες[21]:

«Κατ’ αυτάς ελθόντες τινές από Τριπολιτζάν, ετάραξαν την κοινήν ησυχίαν των πολιτών διασπείραντες… ότι ο Γρίβας εισπήδησεν νυκτός εις Ναύπλιον, με δώδεκα χιλιάδας στρατιώτας, εκυρίευσεν το φρούριον, τα δε μέλη της Κυβερνήσεως και τον Αρχηγόν (τον Κυβερνήτην) επέρασεν εν στόματι μαχαίρας ότι εις το Άργος εσκόρπισεν και επέρασεν εις Σπέτζας και άλλους τοιούτους λόγους, οι οποίοι επροξένησαν τόσην ταραχήν, ώστε ολίγον έλειψεν οι ήσυχοι κάτοικοι των χω­ρίων να απαρατήσουν τας κατοικίας των και να καταφύγουν εις τα όρη…».

Ο έκτακτος επίτροπος Αργολίδος Κων. Ράδος, σε αναφορά του προς τον Κυβερνήτη, από το Ναύπλιο, στις 30 Δεκεμβρίου 1829[22], του έδινε ακόμη πιο σαφείς πληροφορίες για τις συνωμοτικές ενέργειες των ξένων και κυρίως του Άγγλου στρατηγού Γκόρντων:

«Διάφοροι ξένοι περιφερόμενοι εις τας διαφόρους επαρχίας του κράτους και συ­χνά μεταβαίνοντες από Αίγιναν εις Άργος και Ναύπλιον και ενταύθα εις τα εκείσε, κοινολογούν ακαταπαύστως τόσους δημεγερτικούς λόγους και πλαστάς ειδήσεις, ώστε είναι απορίας άξιον, πώς μέχρι τούδε το αποτέλεσμά των δεν διέγειρε τους λαούς εις παντελή απειθαρχίαν διότι σιμά εις τας αποτροπαίους φλυαρίας των κατά των καθεστώτων, ότι είναι παράνομα, κηρύττουν, υπό το πρόσχημα θετικών ειδήσεων εις τας συναναστροφάς των, και δια των ομοφρονούντων των προς απαντάς, ότι η Κυβέρνησίς μας είναι αποδεδοκιμασμένη από τας τρεις συμμάχους δυνάμεις και ότι τούτου ένεκα εδιώρισαν (οι ξένες δυνά­μεις) άλλην αρχήν δια να δώσει και σύνταγμα εις την Ελλάδα, το οποί­ον της αφαίρεσεν η καθεστώτα αρχή και άλλα παρόμοια ανατρεπτικά της ησυχίας κακοβούλως διασπέρνουν και τα οποία, μ’ όλην την αφοσίωσιν των λαών και ευχαρίστησίν των, εις την καθεστώσαν Κυβέρνησιν, κατά φυσικόν λόγον, είναι αδύνατον, αν δεν περισταλεί η τόλμη των μέχρι τέλους, να μη κατασπαραχθεί, η μετά τοσούτους κόπους και ιδρώτας ευτυχής εισαχθείσα πειθαρχία και αρμονία».

Ο Ράδος στη συ­νέχεια αναφέρει τις αντικαποδιστριακές ενέργειες του Άγγλου πρά­κτορα Thomas Gordon, τον οποίον ξένοι συγγραφείς τον χαρακτηρί­ζουν ως θαυμαστή του Metternich και τουρκόφιλο, ο οποίος μαζί με άλλους Άγγλους τον G. Lee, τον Finlay και τον Church, αποτελούσαν τους πιο σημαντικούς πράκτορες της Αγγλίας στην Ελλάδα, και παρακινούσαν τους αντικαποδιστριακούς Έλληνες, που είχαν ιδρύσει το «πατριωτικόν κόμμα», όπως το ονόμαζαν, σε αντιδραστικές ενέργειες εναντίον του Κυβερνήτη[23]:

«Μ’ όλον ότι παρασιωπώ ήδη τα ονόματα των όσοι ανεδέχθησαν το ολέθρων τούτο έργον δια να μας φέρουν εις την φρικτήν ανωμαλίαν, εκ της οποίας μόλις ηρχίσαμεν να ανασάνωμεν πώς, (και εννοεί τα ονό­ματα των Άγγλων πρακτόρων) ημπορεί κανείς να εκλάβει με αδιαφορίαν την εις Πελοπόννησον περιοδείαν του κυρίου Γόρδωνος, και τι εζήτει εις Πάτρας και μάλιστα εις Καλάβρυτα; 

Διατί όλοι οι τοιούτοι (εννοεί τους Έλληνες) έχουν σχέσεις και συναναστροφάς με τους εγνωσμένους δυσαρέστους; Και διατί οι τελευταίοι, μετά την αντάμωσίν των (με τον Gordon) διασπείρουν μυρίας απευκταίας ψευδολογήσεις; Και τι δηλοί το μερικόν δάνειον, το οποίον εδοκίμασαν να προ­βάλλουν κρυφίως εις μερικούς πολίτας οι κύριοι Λι και Μάσσων, και περί του οποίου εγκαίρως ειδοποιηθεί η Σεβαστή Κυβέρνησις; 

Αναμφι­βόλως εκ τούτων μόνον δύναται έκαστος να γνωρίσει, ότι υποκρύ­πτουν (οι Άγγλοι) ραδιουργικόν πνεύμα, επισκοπώ να δυνηθούν υπό διάφορα προσχήματα να εφελκύουν ει δυνατόν κόμμα του Έθνους και τελευταίον να ενεργήσουν την σκοπουμένην ανατροπήν των καθεστώ­των, δια να μας καταστήσουν και αύθις έρμαιον και παρανάλωμα της τρομερός αναρχίας…».

Ο πρώην προεστός της Λεβαδείας Νικόλαος Νάκος, σε αναφορά του προς τον Αυγουστίνο Καποδίστρια, από το Μεσολόγγι, στις 15 Ια­νουαρίου 1830[24], του έγραφε ποιος ήταν ο λόγος των επωνύμων Ελλή­νων, που ήσαν αντικυβερνητικοί: «… τον πειρασμόν τον έχουσιν εν όσω δεν απολαμβάνουν τα βεζιριέτια[25] τους, δηλαδή τας μακαρίτισας αυ­θαιρέτους εξουσίας των…». Και στη συνέχεια αναφέρεται στην περί­πτωση του Άγγλου Gordon: «Ο κύριος Παύλος Πονσιέρ, όστις έγινε προσήλυτος της ευθυδρομίας μου, αυθόρμητος ελθών μυστικώς μ’ είπεν ότι ο παγκάκιστος Γόρδων και ο Ρόμπινσον, προλαβόντως είχαν γράψει προς τους οπλαρχηγούς της Στερεάς Ελλάδος ερεθιστικός επιστολάς, πλήρεις αισχρολογιών και δημηγερσιών δια να μη δεχθούν τον νέο διοργανισμόν, ως αντιβαίνοντα την ελευθερίαν και την λαμπρότη­τα των θυσιών των αλλ’ όπως δύνανται να επιμένουσιν εις τα δίκαιά των και εις τας απαιτήσεις των, διότι εντός ολίγου τα πράγματα λαμβάνουσι μορφήν και ότι μετ’ ολίγον θέλει διαβώσιν ενταύθα (στο Ναύ­πλιο) και συνομιλήσωσιν… 

Αλλ’ όταν ήκουσαν ότι εδώ βασιλεύει ευνο­μία, ησυχία κ.τ.λ. φαίνεται να ήλλαξαν σχέδιον και ούτω μελετούν να απεράσουν εις Μύτικα και Δραγομέστον, όπου προσκαλέσαντες τους αποδοκιμασμένους αρχηγούς και στρατιώτας», τους παρακινούσαν να «κάμουν και αυτοί τας μυαράς συνδιαλέξεις των».

Μαυρομιχάλης Κωνσταντίνος, ελαιογραφία, Ελένη Προσαλέντη, 1899, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.
Στις 25 Μαρτίου του 1831 ο Ν. Παγκαλάκης, σε επιστολή του, από το Μαραθονήσι της Μάνης, προς τον Κυβερνήτη, του έγραφε ότι από πληροφορίες που του έδωσαν, τις οποίες όμως δεν μπόρεσε να εξα­κριβώσει, η οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων συνέχιζε την συνωμο­σία της[26], «… η φιλαργυρία και η φιλαρχία έκαμε τους μικρούς Μαυρομιχάλας να επιμείνωσι μέχρι τάδε εις τον ολέθριον σκοπόν των… Η εντεύθεν απελπισία των τους ηνάγκασε να προσφύγουν εις το σύνηθες καταφύγιόν των, τη νηπιότητα του εν Λιμένι όχλου και ακολουθούντες τα διαγεγραμμένα ίχνη της περισινής γενικής συνωμοσίας, ύψωσαν τας σημαίας των, διέσπειραν βοηθήματα Άγγλων, χρήματα εκ ζακύνθου, συνενόησιν με την ’Υδραν και Σπέτσας και άλλα παρόμοια».

Ο Ιωάννης Μελάς, σε επιστολή του προς τον Αυγουστίνο Καποδί­στρια, από την Πάτρα, στις 4 Ιουλίου 1831, μεταξύ άλλων του έγραφε ότι η φοβερή αντικυβερνητική εφημερίδα του Πολυζωίδη «ο Απόλλων, με την ταραχοποιόν του λύραν, ταράττει και τας ενταύθα ακοάς και την λύραν αυτήν την χρεωστούμεν του ενταύθα προξένου της Μ. Βρετανίας. 

Μολονότι αυτή η βρομολύρα δεν αμφιβάλλω ότι κινείται από εξωτερικούς εχθρούς της Ελλάδος ελπίζω εις την θείαν Πρόνοιαν… να την συντρίψω…».

Ο Δ. Χοϊδάς, σε επιστολή του προς τον Αυγουστίνο Καποδίστρια[27], από την Τρίπολη, στις 10 Αυγούστου 1831, ανάμεσα σε πολλές άλλες σημαντικές πληροφορίες για την τραγική κατάσταση που επικρατούσε σε όλη τη χώρα, του έγραφε ότι οι Υδραίοι έλεγαν ότι «την φρεγάδαν (Ελλάς)[28] την έκαυσαν δι‘ αδείας του πρέσβεως της Αγγλίας, όστις τους υπεσχέθη ότι τους δίδει άλλην» και η αστυνομία του Ναυπλίου είχε πλη­ροφορίες «ότι οι δύο πρέσβεις (Αγγλίας και Γαλλίας) έλαβαν μέρος με τους Υδραίους και ότι έγραψαν εις τον Ρίκορδ[29] να παύσει από τας κατ’ αυτών εχθροπραξίας του έως ότου να έλθει ο παρά των τριών δυνάμεων απεστελλόμενος πληρεξούσιος, όστις είναι ο ναύαρχος Άγγλος, της μοί­ρας τον Αιγαίον πελάγους…»

Και πρόσθετε ότι στην ‘Υδρα είχαν κα­ταφθάσει «δύο πλοία γαλλικόν και αγγλικόν… και οι δύο ναύαρχοι (ο Άγγλος και ο Γάλλος) με τρόπον προσφέρουσι βοηθήματα εις την Ύδραν και τους λέγουσι να επιμένουν εις τον σκοπόν των και να μη φοβώνται διόλου, διότι επιτυγχάνουσι το ποθούμενον…»[29α].

Ιωάννης Καποδίστριας, πίνακας του Σερ Thomas Lawrence (1769-1830). Ο πίνακας φιλοτεχνήθηκε στη Βιέννη, ανήκει στη Βασίλισσα της Αγγλίας Ελισάβετ Β΄ και είναι εκτεθειμένος στον Πύργο του Windsor στην αίθουσα του Βατερλώ.

Ο διοικητής του Πόρου, σε αναφορά του προς τον Κυβερνήτην, της 22 Ιουλίου 1831, τον πληροφορούσε για την κατάσταση που επικρα­τούσε στο νησί, από τις ενέργειες του Μιαούλη, για την ετοιμαζομένη ανατίναξη των ελληνικών πολεμικών πλοίων και κυρίως της ναυαρχίδος «Ελλάς»[30]. 

Ο Ρώσος ναύαρχος Ρίκορδ προσπάθησε ματαίως να πείσει τον Μιαούλη να μην ανατινάξει το ιστορικό δίκροτο[31]. Και πρό­σθετε: «Ο Μιαούλης συνέρχεται συνεχώς μετά των προκρίτων του Πό­ρου και τους διδάσκει εις την γλώσσαν των. Κηρύττεται δε αναφανδόν ότι αι δύο άλλαι δυνάμεις – Αγγλία, Γαλλία – υπερασπίζονται τους επαναστάτας και η Κυβέρνησις κοπιάζει εις μάτην με τους Ρώσους». Ο Λάζαρος Κουντουριώτης, σε επιστολή του προς τους αντικαποδιστριακούς Ν. Γκίκα και Χ. Μέξη – τον Ιούλιον 1831, χωρίς ημερομη­νία – τους έγραφε ότι οι δυο αντιπρέσβεις της Αγγλίας και της Γαλλίας «εδέχθησαν τον αδελφόν του (Γεώργιον) και τους λοιπούς (αντικαποδιστριακούς) με φιλικά αισθήματα και εδικαίωσαν τα εύλογα ζητήμα­τά των… 

Η Κυβέρνησις εδυσαρεστήθη και εσκληρύνθη έτι μάλλον από τας προς αυτούς δεξιώσεις των αντιπρέσβεων, των υπερασπιστών τον Απόλλωνος…»[32].

Ο Λεόντιος Καμπάνης, σε επιστολή του προς τον πρόεδρον του Ορφανοτροφείου, από την Αίγινα στις 31 Ιουλίου 1831, του έγραφε ότι όταν πήγε στη Σύρο[33], ο Αμβρόσιος Σκαραμαγκάς τον «προσκάλε­σε κατ’ ιδίαν και του είπεν ότι ο Κυβερνήτης είναι πεσμένος εντός του μηνός… και ότι και αν ακόμη δεν τον βλέπεις πεσμένον, ημείς εκλέγομε ιδικούς μας πληρεξουσίους και εις την πρώτην συνεδρίασιν της Συνε­λεύσεως πίπτει… 

Ο Λεοπόλδος όστις δεν εδέχθη τον θρόνον του Βελγί­ου θέλει έλθει εις την Ελλάδα και έως ου φθάσει, οι πρέσβεις των Δυνά­μεων (Αγγλίας-Γαλλίας) οίτινες επρότρεψαν τούτο το κίνημα θα λά­βουν τας ηνίας της Κυβερνήσεως εωσού φθάσει ο Λεοπόλδος!… 
Οι Υδραίοι χωρίς την σύμπραξίν των δεν ήθελαν κινηθεί…».

Ο αστυνόμος Αίγινας Γ. Φωτόπουλος, στις 4 Αυγούστου 1831, γράφει στον Κυβερνήτη, ότι αμέσως μετά την ανατίναξη των πολεμικών πλοίων από τον Μιαούλη στον Πόρο «υπήγαν έξω της Ύδρας δύο φρεγάται, αγγλική και γαλλική και εν βρίκιον και υπήγαν εις αυτάς οι πρό­κριτοι (της Ύδρας) και εκ των Ψαριανών ο Ν. Αποστόλου και Μοναρχίδης, ο Κοντόσταυλος και οι Ποριώτες και έμειναν μέσα πολλήν ώρα…».

Στις 5 Αυγούστου 1831, ο Θεόδωρος Ξένος, γράφει από τη Σύρο ότι «οι Υδραίοι έλαβαν αρκετάς ώρας συνδιάλεξιν εις Πόρον με τους ναυ­άρχους Άγγλον και Γάλλον…».

Στις 8 Αυγούστου 1831, ο Διοικητής Τήνου προς τον Κυβερνήτην, του έγραφε ότι μόλις έφθασε στο λιμάνι του νησιού ένα υδραίικο πλοίο και οι αντιπρόξενοι της Αγγλίας, Γαλλίας και Ολλανδίας το χαιρέ­τισαν «δια της υψώσεως της σημαίας των, την οποίαν είχον υψωμένην μέχρις εσπέρας…»

Πρόσθετε δε ότι είχε ακριβείς πληροφορίες «πως οι αντιπρόξενοι ούτοι συνήργουν όσα μυστικώς ηδύναντο, εις το να πείθωσι τον λαόν ότι το κίνημα των Υδραίων είναι ενεργούμενον δι‘ άλ­λον δακτύλον…»[34].

Οι μαρτυρίες για την συνενοχή και των Άγγλων – εκτός από τους Γάλλους – δεν τελειώνουν εδώ. Αυτές που αναφέρθηκαν, όλες από τις ανέκδοτες πρωτογενείς πηγές, είναι τόσο σαφείς και κατηγορηματι­κές, ώστε δεν αφήνουν κενά και αμφιβολίες. Σαν επίλογο και επισφράγισμα, σε όσα αναφέρθηκαν καταγράφω μια επιγραμματική φράση του Λεοπόλδου, όπου κατηγορηματικά δήλωσε γιατί δεν αποδέχθηκε τον θρόνο της Ελλάδος. 

Όταν το 1863 ο νεοεκλεγμένος βασιλιάς της Ελλάδος Γεώργιος ταξίδευε για την Ελλάδα σταμάτησε στις Βρυξέλλες και επισκέφθηκε τον Λεοπόλδο.  Ο Λεοπόλδος αποτεινόμενος στους Έλληνες, που αποτελούσαν τη συ­νοδεία του νέου βασιλέως, τους είπε: «Μία των κυριωτέρων αιτιών, δια τας οποίας απεποιήθην το στέμμα της Ελλάδος ήτο η πεποίθησίς μου ότι δεν θα ημπορούσα να πράξω ό,τι σκεπτόμουν αγαθόν εις τον τόπον σας… 
Η Αγγλία τότε δεν είχε απολύτως καμμίαν αγαθήν προαίρεσιν δια την Ελλάδα. Ακριβώς η τοιαύτη της Αγγλίας δυσμένεια με ηνάγκασε να αποποιηθώ της Ελλάδος»[35]!

Ελένη Ε. Κούκου
Ομ. Καθηγήτρια του Εθνικού & Καποδιστριακού
Πανεπιστημίου Αθηνών

Υποσημειώσεις

[1] D. Fleming, John Capodistrias and the Conference of London, 1828-1831, Thessaloniki 1970, o. 195 κ.ε.
[2] ΓΑΚ, Βλαχογιάννη, Καποδιστριακά, φάκ. Δ. 58, Ελληνική μετάφραση βλ. και στον «Παρνασσό», τ. Ζ’ (1883), σ. 686.
[3] ΓΑΚ, Αρχείον Βλαχογιάννη, Καποδιστριακά, φάκ. ΚΔ 58.
[4] ΓΑΚ, Έκτακτοι Επίτροποι – Γενικοί Διοικηταί, φάκ. 95.
[5] ΓΑΚ, Γενική Γραμματεία, φάκ. 148, αριθ. 2255.
[6] ΓΑΚ, Έκτακτοι Επίτροποι – Γενικοί Διοικηταί, φάκ. 95.
[7] ΓΑΚ, Έκτακτοι Επίτροποι – Γενικοί Διοικηταί, φάκ. 95.
[8] Στον ίδιο φάκελο του ΓΑΚ, ό.π.
[9] ΓΑΚ, στον ίδιο φάκελο αριθ. 95, ό.π.
[10] Βλ. και ΓΑΚ, Έκτακτοι Επίτροποι – Γενικοί Διοικηταί, φάκ. 95 και 93 και άλλες αναφορές για το ίδιο θέμα του Π. Αναγνωστοπούλου, στις 3 και 6 Σεπτεμβρίου 1830, στις 9 Απριλίου 1831 κ.ά.
[11] ΓΑΚ, Αρχείον Βλαχογιάννη, Πληρεξούσιοι Τοποτηρηταί, φάκ. 118.
[12] ΓΑΚ, Έκτακτοι Επίτροποι, φάκ. 97.
[13] Ο Άγγλος και ο Γάλλος αντιπρέσβεις.
[14] Εννοούσε τις κατά του Κυβερνήτου ενέργειές τους.
[15] Επειδή Αγγλία και Γαλλία ήθελαν να περιορίσουν την Ελλάδα, ως τον Ισθμό της Κορίνθου.
[16] Δυστυχώς δεν βρέθηκε αυτό το έγγραφο.
[17] ΓΑΚ, Ιστορικό Αρχείο Βλαχογιάννη, φάκ. 221.
[18] Εννοεί τους Άγγλους και Γάλλους, όπως αναφέρει σε άλλο έγγραφο.
[19] ΓΑΚ, Γενική Γραμματεία, φάκ. 202.
[20] ΓΑΚ, Γενική Γραμματεία, φάκ. 208. Σκόπιμα δεν αναφέρει ποιοι ήταν οι ραδιούργοι», που τους γνώριζε όμως πολύ καλά, όπως ο ίδιος γράφει σε πολλές άλλες επιστολές του.
[21] ΓΑΚ, Γενική Γραμματεία, φάκ. 228.
[22] ΓΑΚ, Γενική Γραμματεία, φάκ. 228, αριθ. εγγράφου 4421.
[23] D. Fleming, John Capodistrias and the Conference of London 1828-1831, Thessaloniki 1970, α 82 κ.ε’. – Douglas Dakin, British and American Philhellenes during the War of Greek independence, 1823-1833, Thessaloniki 1955, σ. 188 κ.ε’. – Ν. Σπηλιάδου, Απομνημονεύματα, 4, μέρος 1, σ. 127 κ.έ., έκδ. Κ. Διαμαντή.
[24] ΓΑΚ, Πληρεξούσιοι Τοποτηρηταί, φάκ. 16Α.
[25] Τα προνόμια του βεζίρη.
[26] ΓΑΚ, Έκτακτοι Επίτροποι – Γενικοί Διοικηταί, φάκ. 95.
[27] ΓΑΚ, Πληρεξούσιοι Τοποτηρηταί, φάκ. 19.
[28] Η ναυαρχίδα του ελληνικού στόλου, που ανατίναξε στον Πόρο ο Μιαούλης.
[29] Τον Ρώσο ναύαρχο.
[29]α Τη δολοφονία του Καποδίστρια.
[30] ΓΑΚ, Ιστορικό Αρχείο Βλαχογιάννη, φάκ. 222.
[31] Η ανατίναξη των πλοίων έγινε την 1η Αυγούστου 1831.
[32], [33] Όλες αυτές οι επιστολές στον ίδιο «φάκελο Α’ Περί των εξ Ύδρας κινημάτων», ΓΑΚ, Ιστορικόν Αρχείον Βλαχογιάννη, φάκ. 222.
[34] Στον ίδιο φάκελλο των ΓΑΚ.
[35] «Εθνικόν Ημερολόγιον», 1869, σ. 254 σημ. του Μαρίνου Π. Βρετού.

_____________________________


Δολοφονήθηκε για να ιδρυθεί η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, αργότερα Τράπεζα της Ελλάδος (Κεντρική Τράπεζα) των Rothschild.

Τράπεζα που στο καταστατικό της και συγκεκριμένα στο άρθρο 48 ρητά ορίζεται ότι «Ούτε εν τω Κεντρικώ Καταστήματι, ούτε εν τοις Υποκαταστήμασιν αυτής, δικαιούται Αντιπρόσωπος του Δημοσίου να ερευνά τα βιβλία της Τραπέζης…» 

Σημείωση: οι Ρότσιλντ, συμμετείχαν στο κονσόρτσιουμ που χορήγησε τα δύο δάνεια στην επαναστατημένη Ελλάδα το 1824.


Του Κυριάκου Τόμπρα

Δολοφονήθηκε γιατί έφτιαξε το Πραγματικό Ελληνικό Εθνικό Νόμισμα, τον «ΦΟΙΝΙΚΑ».

Το πρώτο και μοναδικό, πραγματικό ελληνικό εθνικό νόμισμα, ήταν ο «Φοίνικας», που κυκλοφόρησε επί Ιωάννη Καποδίστρια, την 1η Ιουλίου 1831. Ήταν τυπωμένο στην μια μόνον όψη και έφερε χειρόγραφες υπογραφές και αρίθμηση από την ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Εκδότης ήταν το κράτος, αλλά η εκτύπωση και ο έλεγχος της κυκλοφορίας ανατέθηκε στην Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα, χωρίς όμως να της παραχωρηθεί το εκδοτικό προνόμιο! 




Την 27η Σεπτεμβρίου 1831 ο Ιωάννης Καποδίστριας δολοφονήθηκε!

Η διαφορά:

ΧΑΡΤΟΝΟΜΙΣΜΑ: ΕΚΔΟΤΙΚΟ ΠΡΟΝΟΜΙΟ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ
ΤΡΑΠΕΖΟΓΡΑΜΜΑΤΙΟ: ΕΚΔΟΤΙΚΟ ΠΡΟΝΟΜΙΟ ΣΕ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, ΚΕΝΤΡΙΚΗ ή ΕΜΠΟΡΙΚΗ

Αυτή η διαφορά δεν έφαγε μόνο τον Καποδίστρια. Με απόσταση 100 χρόνων μεταξύ τους, έφαγε και τους δύο μεγαλύτερους προέδρους των ΗΠΑ. Τον Αμπραάμ Λίνκολν και τον Τζον Κέννεντυ!

Η εκτύπωση των Φοινίκων έγινε στην Αίγινα και σύντομα απαγορεύτηκαν οι συναλλαγές μεταξύ των πολιτών και γίνονταν δεκτά μόνο στα δημόσια ταμεία. Κατά την περίοδο της Επανάστασης οι συναλλαγές γινόταν σε ξένα νομίσματα. Ο Καποδίστριας καθόρισε τις τιμές των ξένων νομισμάτων με βάση το γρόσι. Η Δ' Συνέλευση στο Άργος ψήφισε την δημιουργία του αργυρού ελληνικού νομίσματος του ΦΟΙΝΙΚΑ που κυκλοφόρησε την 1/10/1829. Την 2/2/1828 ιδρύθηκε η δημόσια «Χρηματιστική Τράπεζα», που εξέδωσε 3.000.000 φοίνικες.

Η Δραχμή δεν υπήρξε ποτέ Εθνικό Νόμισμα, αφού ήταν εκ της γεννέσεώς της Γερμανική!

Την δραχμή την δημιούργησε η αντιβασιλεία του Όθωνα, εξ αρχής ως ΤΡΑΠΕΖΟΓΡΑΜΜΑΤΙΟ, αφού πρώτα κατάργησε την Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα και το Νομισματοκοπείο της Αίγινας του Καποδίστρια, απέσυρε από την κυκλοφορία το υπάρχον ΕΘΝΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ του Φοίνικα και πραγματοποίησε την πρώτη εκτύπωση δραχμών στην Βαυαρία!

Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα

Η πρώτη τράπεζα του νεοελληνικού κράτους. Ιδρύθηκε στην Αίγινα στις 2 Φεβρουαρίου 1828, με ψήφισμα του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια.

Στα πρώτα του βήματα, το νέο κράτος είχε να αντιμετωπίσει μια χαοτική κατάσταση στον οικονομικό τομέα. Η χώρα ήταν ένας σωρός ερειπίων, τα ταμεία άδεια, οι δανειακές υποχρεώσεις έτρεχαν.

Η τραπεζική πίστη ήταν στα χέρια των σαράφηδων και των τοκογλύφων, που δάνειζαν με τόκο έως και 50%. Νόμισμα δεν υπήρχε και οι συναλλαγές γίνονταν με τα οθωμανικά γρόσια και τους παράδες.

Ένα μήνα κιόλας μετά την άφιξή του στην Ελλάδα, ο Ιωάννης Καποδίστριας είχε έτοιμο το σχέδιό του για την ίδρυση τράπεζας, που θα αναλάμβανε την ανασυγκρότηση της χώρας. Με τη βοήθεια του Ελβετού φιλέλληνα Ιωάννη Εϋνάρδου, προχώρησε στη σύσταση της Εθνικής Χρηματιστικής Τράπεζας, σε μια προσπάθειά του να εκλογικεύσει την τραπεζική πίστη.

Το πρώτο πιστωτικό ίδρυμα του νεοελληνικού κράτους είχε την έδρα του στην Αίγινα και παράλληλα με τις τραπεζικές εργασίες ασκούσε και αρμοδιότητες του Υπουργείου Οικονομικών. Επικεφαλής της τράπεζας τέθηκε ο ηπειρώτης έμπορος Γεώργιος Σταύρου, μετέπειτα πρώτος διοικητής της Εθνικής Τράπεζας.



Ο Καποδίστριας επεδίωξε την άμεση κινητοποίηση των λίγων κεφαλαίων του εσωτερικού, αλλά και την προσέλευση κεφαλαίων του εξωτερικού, με το δέλεαρ της επικερδούς τοποθετήσεώς τους, που προσέφερε ο ετήσιος τόκος του 8%. 

Η νέα τράπεζα άρχισε τις εργασίες της με καλούς οιωνούς, παρά την αντίδραση σημαντικών ντόπιων κεφαλαιούχων, που αντιπολιτεύονταν τον Κυβερνήτη. 

Μέτοχοί της έγιναν επιφανείς Έλληνες και φιλέλληνες (Εϋνάρδος, Λουδοβίκος της Βαυαρίας κ.ά.), ενώ ένα ποσό από την περιουσία του συνεισέφερε και ο Καποδίστριας. Στις 28 Ιουλίου 1828 ο Καποδίστριας προχώρησε ένα ακόμη βήμα μπροστά, με την υιοθέτηση του Φοίνικα ως του πρώτου νομίσματος του κράτους.

Η νέα τράπεζα δεν μπόρεσε να ευδοκιμήσει επί μακρόν, επειδή το κράτος απορροφούσε όλα τα διαθέσιμά της, λόγω των ανυπέρβλητων ταμειακών του αναγκών ή -όπως θα λέγαμε σήμερα- για να καλύψει τα απύθμενα ελλείμματα του προϋπολογισμού. Έτσι, αναγκάστηκε να βάλει λουκέτο το 1834, χωρίς να έχει κατορθώσει σε όλη την εξαετή της ζωή να προβεί σε οποιαδήποτε τραπεζιτική πράξη, από εκείνες που προέβλεπε το καταστατικό της. Περιττό να τονισθεί ότι οι μέτοχοι της τράπεζας υπέστησαν σημαντικές ζημίες.

Πάντως, η Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα συνεισέφερε σημαντικά στην ανασυγκρότηση του στρατού, στην κίνηση του στόλου και την καταστολή της πειρατείας, στην πρώτη οργάνωση της διοίκησης, στη συντήρηση πλήθους φτωχών οικογενειών, καθώς και σε έργα γεωπονικά και ανοικοδομήσεως.

Το Ψήφισμα της 2/2/1828 περί «Συστάσεως της Εθνικής Χρηματιστικής Τραπέζης»

Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Ακούσας και την γνώμην του Πανελληνίου
Ψηφίζει

Άρθρον 1. Συσταίνεται Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα (Banque).
Άρθρον 2. Τα κεφάλαια της Εθνικής Χρηματιστικής ταύτης Τραπέζης σύγκεινται από τας διαφόρους ποσότητας, τας οποίας οι μέτοχοί της (actionnaires) θέλουν καταθέσει εις αυτήν, δια να λαμβάνουν τους τόκους ανά οκτώ τα εκατόν κατ’ έτος.
Άρθρον 3. Όσοι εκ των πολιτών μέτοχοι δεν δύνανται άλλως να συμμεθέξουν εις την Εθνικήν Χρηματιστικήν Τράπεζαν, ειμή προσφέροντες εις αυτήν προϊόντα, τα οποία ημπορούν να πωληθούν εις ξένους τόπους, θέλουν τα παραδίδει εις τους διευθυντάς της Τραπέζης και ούτοι θέλουν δίδει τα πιστά εις τους μετόχους δι’ αποδεικτικών ποσότητος αναλογούσης με την τιμήν των προϊόντων.
Άρθρον 4. Αι εις την Εθνικήν Χρηματιστικήν Τράπεζαν εμπιστευόμεναι ποσότητες δίδονται δι’ εν ολόκληρον έτος.
Άρθρον 5. Μετά την προθεσμίαν ταύτην οι θέλοντες έχουν το δικαίωμα να λάβουν οπίσω τα κεφάλαιά των ή ολικώς ή εν μέρει. Αλλ’ οφείλουν να διευθύνουν την περί τούτου αίτησίν των εις τους διευθυντάς ένα μήνα πρότερον.
Άρθρον 6. Μετά την συμπλήρωσιν της αυτής προθεσμίας τα αποδεικτικά, τα οποία οι διευθυνταί αυτής ήθελαν δώσει εις τους μετόχους, θέλουν είσθαι δεκτά χωρίς ξεπεσμόν εις αγοράν προσόδων της Επικρατείας, εις λήψιν εθνικών κτημάτων εις υποθήκην, κατά το περί υποθήκης εκδοθησόμενον ψήφισμα, βάσιν έχον τον υπ’ αριθμ. ΝΑνόμον, και προσέτι εις αγοράν εθνικών γαιών, εάν η προσεχώς συγκαλεσθησομένη Συνέλευσις αποφασίση την εκποίησιν μέρους αυτών.
Άρθρον 7. Ο Πρόβουλος του επί της Οικονομίας τμήματος του Πανελληνίου με δύο συνεργάτας διωρισμένους από τον Κυβερνήτην, είναι οι διευθυνταί της Εθνικής Χρηματιστικής Τραπέζης.
Άρθρον 8. Χωριστόν διάταγμα διορίζει τον οργανισμόν της Εθνικής Χρηματιστικής Τραπέζης και όλων των κλάδων της διευθύνσεως αυτής.

Ο Κυβερνήτης
Ι. Α. ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ

Tα νομίσματα είχαν τεθεί ήδη σε κυκλοφορία, από τον Οκτώβριο του 1829, ενώ τον επόμενο Ιανουάριο γνωστοποιήθηκε ότι από «1 Mαρτίου τα κατάστιχα πάσης δημοσίου υπηρεσίας θέλουν κρατείσθαι εις φοίνικας και λεπτά (1 φοίνικας=100 λεπτά). Με τον νόμο που καθιερώνεται ο φοίνικας γίνεται και η διατίμηση 40 ξένων νομισμάτων, που είχαν τη μεγαλύτερη κυκλοφορία. Απαγορευόταν η κυκλοφορία των τουρκικών, που είχαν κοπεί μετά το 1826 (ήταν δραματικά υποτιμημένα), όπως και των ξένων χάλκινων κερμάτων. Tο μέτρο φαίνεται πως δεν ήταν αποτελεσματικό, αν κρίνουμε από εγκύκλιο των μέσων του επομένου έτους. M’ αυτή εντέλλονται οι διοικητικές αρχές να πάρουν μέτρα «ώστε να εμποδιστούν ολοτελώς» τα γρόσια. 

Ελλιποβαρές 

Σύμφωνα με υπολογισμούς, κόπηκαν μέχρι το 1832 κάπου 607.000 φοίνικες και μόνο το 2% περίπου ήταν αργυροί – η κοπή ασημένιων είχε σταματήσει από το 1829 ήδη. Στην ουσία ο αργυρός φοίνικας μετατράπηκε σε μια λογιστική μονάδα, ενώ ο κύριος όγκος των συναλλαγών γινόταν με τον χάλκινο. Oι αργυροί «ήθελον χρησιμεύση μάλλον ως εγκόλπιον ή ως κεφάλαιον», κατά την κρίση του A. Kοντόσταυλου.
Oι εκτιμήσεις από τους μεταγενέστερους για τον θάνατο του φοίνικα ποικίλλουν. Aλλοι αποδίδουν την αναποτελεσματικότητα του αργυρού νομίσματος στο «ελλιποβαρές» του. Aποτελούνταν από 9 μέρη αργύρου και το υπόλοιπο κράμα χαλκού. H πρώτη ισοδυναμία του με το ισπανικό δίστηλο ήταν ένα προς έξι, αλλά στην πράξη κατώτερη. Eπειδή περιείχε 3,47 γραμμάρια αργύρου αντί για 4,029. 

Τα πληθωριστικά νομίσματα

Άλλοι δεν δέχονται ότι αυτή ήταν η βασική αιτία, αλλά το γεγονός ότι κόπηκαν λίγα νομίσματα, σε αντίθεση με τα πληθωριστικά χάλκινα νομίσματα που είχαν συνδεθεί με το γρόσι. 

Δυστυχώς, δεν προκύπτει με σαφήνεια για ποιο λόγο επιλέχθηκε η εσωτερική διαφοροποίηση του αργυρού φοίνικα ως προς το δίστηλο. Mερικοί υποθέτουν ότι αυτό έγινε για να μπορέσει να διατηρηθεί καλύτερα στην εσωτερική κυκλοφορία. Άλλοι ότι απλώς το γεγονός δείχνει την απειρία των νομισματικών αρχών ή ίσως κι απάτη από καταχραστές. 

Ένας άλλος ακόμη λόγος για την αποτυχία του αργυρού φοίνικα που προστίθεται συνήθως είναι πως στις κοπές του δεν υπολογίστηκαν εκτυπωτικά έξοδα. Έτσι το νόμισμα υπερτιμήθηκε. Αυτός ήταν κι ένας από τους λόγους απόσυρσης από την κυκλοφορία (τα «κακά» δίστηλα, εκτόπισαν τους «καλούς» φοίνικες, κατά τον νόμο του Greasman). Αποσυρρόμενοι διοχετεύονταν στο εξωτερικό, αποθησαυρίζονταν ή ακόμη λιώνονταν και οι επιτήδειοι καρπώνονταν τη διαφορά. 

Κάτω, λοιπόν, από τις πιεστικές ανάγκες για χρήμα, η κυβέρνηση προχωρά τον Ιούνιο του 1831 στην εκτύπωση των πρώτων πραγματικών χαρτονομισμάτων. H συνολική τους αξία ορίστηκε σε 3 εκατ. φοίνικες. Κατανέμονταν σε χαρτονομίσματα των 5, 10, 50 και 100 φοινίκων. 

Εκδότης ήταν το κράτος, αλλά η εκτύπωση και ο έλεγχος της κυκλοφορίας ανατέθηκε στη Χρηματιστηριακή Εθνική Τράπεζα, χωρίς όμως να της παραχωρηθεί το εκδοτικό δικαίωμα. 

O κυβερνήτης με διάταγμα όριζε «όπως τα χαρτονομίσματα τυπώνονται εφ’ ενός μόνον προσώπου και δένονται εις βιβλία έχοντα έκαστον 100 σελίδας». Κάθε σελίδα περιλάμβανε τρία χαρτονομίσματα. Αυτά είχαν διαφορετικό χρώμα για να ξεχωρίζουν αναλόγως με την αξία τους (οι αριθμοί αναγράφονταν με κόκκινα και γαλάζια γράμματα) και υπογράφονταν από δυο μέλη της EXT. Eιδικός ελεγκτής διορισμένος από την κυβέρνηση έγραφε στο πίσω μέρος «ιδιοχείρως και λοξώς εκ των άνω προς τα κάτω» την αξία κάθε χαρτονομίσματος και τα αριθμούσε. 

Εξαργύρωση

H εξαργύρωση με μεταλλικά νομίσματα «ωρίζετο ότι θα διετάσσετο υπό της Kυβερνήσεως ευθύς ως το εθνικόν ταμείον ήθελεν ευρεθή εις χρηματικήν κατάστασιν καλλιτέραν». Δηλαδή τότε αναστέλλονταν για πρώτη φορά η εξαργύρωση των νομισμάτων. Αρχικώς οι πολίτες ήταν υποχρεωμένοι να κάνουν κάθε πληρωμή τους προς το δημόσιο ταμείο κατά το 1/3 με χαρτονομίσματα. Tο ίδιο και το κράτος. H Τράπεζα θα έστελνε κάθε φορά το ένα τριακοστό των εκτυπωθέντων χαρτονομισμάτων στο υπουργείο Οικονομικών «φυλάττουσα ίσην αντιστοιχίαν εις τα ήδη»

Tελικά, τέθηκαν στην κυκλοφορία χαρτονομίσματα αξίας 1 εκατ., αφού όπως κρίθηκε από την Εθνική Συνέλευση του Ναυπλίου (Ιανουάριος 1832) η τιμή των χαρτονομισμάτων τούτων δεν «επέτυχε την κοινήν υπόληψιν επειδή το προμνησθέν ψήφισμα (της έκδοσης) δεν προσδιώριζε την εποχήν εξαργυρώσεώς των, ούτε ειδικάς τινάς εγγυήσεις»

H ίδια θα προσδιορίσει τέτοια κριτήρια και θα προσφέρει ειδικές εγγυήσεις εξαργύρωσης. Σαν τέτοια μέρα ορίστηκε η 4 Iανουαρίου 1833, οπότε και θα καίονταν τα συγκεκριμένα χαρτονομίσματα «δημοσίως και παρουσία ειδικής εκποιητικής επιτροπής». Μέσα σε αυτές τις συνθήκες με τη δολοφονία του Καποδίστρια, την έλευση του Όθωνα και την έκδοση των βαυαρικών ρυθμίσεων για το νομισματικό σύστημα, ήρθε η αντικατάσταση του Φοίνικα από τη Δραχμή (Φεβρουάριος 1833). O φοίνικας, όπως και η Χρηματιστική Εθνική Τράπεζα, είχαν μια σύντομη ζωή. Αλλά σε αυτό δεν έφταιγε η οικονομική πολιτική του Καποδίστρια, ο οποίος στον τομέα τούτο τουλάχιστον πήρε αρκετά ρηξικέλευθα μέτρα. Άλλωστε και η δική του θητεία ήταν τόσο σύντομη… 

Το μηχάνημα κοπής των νομισμάτων αρνήθηκε… τις επαναλήψεις

Mε την έλευσή του ο κυβερνήτης ανέθεσε στο «Πανελλήνιο», τη Bουλή θα λέγαμε σήμερα, τη μελέτη της κοπής νομίσματος. H Δ’ Συνέλευση μάλιστα του Άργους υπέβαλε σχέδιο για έγκριση. Σύμφωνα μ’ αυτό βάση ήταν ο αργυρός φοίνικας (=100 λεπτά), χρυσά πολλαπλάσιά του η Αθηνά (=20 φοίνικες) ημίσεια Αθηνά (=10). Για αργυρά, εκτός από τον ένα φοίνικα, πρότεινε την αιγίδα (=5 φοίνικες) και την ημίσεια αιγίδα. Επίσης τις χάλκινες υποδιαιρέσεις, δεύτερον (=μισός φοίνικας των 50 λεπτών), και το πεντάριον (= 5 λεπτά). 

Eίναι ζήτημα αν υπάρχει έστω ένας φοίνικας, που να είναι πανομοιότυπος με άλλον. Tο παμπάλαιο χειροκίνητο μηχάνημα κοπής… αρνούνταν να επαναλαμβάνεται. 

Tα μηχανήματα κοπής ανήκαν στο τάγμα των Ιωαννιτών Ιπποτών. Παλιότερα μέχρι το 1530 βρίσκονταν στη Ρόδο και από εκεί μεταφέρθηκαν στη Μάλτα. Hταν πεταμένα… στα σκουπίδια. T’ αγόρασε για λογαριασμό του ελληνικού δημοσίου, αντί 100 λιρών Αγγλίας, ο A. Κοντόσταυλος, επί των Οικονομικών υπεύθυνος του I. Καποδίστρια. 

Tο 1830 ο μεγαλέμπορος (και Φιλικός) A. Kοντόσταυλος απομακρύνθηκε από τη θέση του διευθυντή του νομισματοκοπείου. Kατηγορήθηκε για οικονομικές ατασθαλίες… 

Tα πρώτα ελληνικά νομίσματα, κόπηκαν με… γρόσια. H Ρωσία πρόσφερε 1,5 εκατ. για την κοπή των φοινίκων σε συναλλαγματικές πληρωτέες στο Λονδίνο. 

Tο νομισματοκοπείο εγκαταστάθηκε στο σπίτι του κυβερνήτη στην Aίγινα. Στο ισόγειο του κυβερνείου για να ελέγχεται και ν’ αποφευχθούν… παρατράγουδα. 

Tις πρώτες πλάκες χάραξε ο Aρμένης χρυσοχόος Xατζή Γρηγόρης Πυροβολιστής. M’ αυτές κόπηκαν οι αργυροί. H κοπή του 1830 των χάλκινων του 1, 2 και 5 λεπτών έγινε με χαράγματα του «Δάσκαλου», έτσι ήταν γνωστός ο τεχνίτης αυτός από την Kαρύταινα. H κοπή του 1831 βασίστηκε σε σχέδια του Δημ. Κόντου από το Καρπενήσι. 

Tους πρώτους φοίνικες μοίρασε στις 29 Ιουλίου 1829 στους αντιπροσώπους του έθνους ο γραμματέας της επικρατείας Σ. Τρικούπης. Ένα στον καθένα (αργυρό και χάλκινο των 1, 5 και 10 λεπτών). 

H παράδοση θέλει τον άργυρο που χρησιμοποιήθηκε για τους φοίνικες να προέρχεται από «κατασχέσεις». Aπό τις νηοψίες που έκαναν τα ελληνικά πλοία. Tον χαλκό να προέρχεται από τουρκικά τηλεβόλα και άλλα χάλκινα λάφυρα. 

Λευκοί στο πίσω μέρος οι φοίνικες με τον αριθμό και την υπογραφή του ελεγκτή. Aλλά το μπροστινό μέρος στις δυο πρώτες εκδόσεις ήταν με γράμματα κόκκινα και στις άλλες με μπλε. 

Συνολικά εκτυπώθηκαν 41.670 χαρτονομίσματα αξίας 500.000 φοινίκων (τέσσερις εκδόσεις). Εκτυπώθηκαν στο Ναύπλιο. Όταν αποσύρθηκαν βρέθηκαν χαρτονομίσματα αξίας 300.000, λόγω φθοράς ή καταστροφής των υπολοίπων. 

Σύμβολο της αναγέννησης της ζωής

O φοίνικας ήταν ιερό πτηνό που «πετούσε» καταρχήν στην Αίγυπτο. Μοιάζει με τον ελληνικό αετό, αλλά έχει και διαφορές. O Ηρόδοτος και ο ιστορικός Πλίνιος που τον αναφέρουν τον περιγράφουν έχοντας φτερά με χρώμα χρυσαφένιο και κόκκινο (φοινό). Kατά την παράδοση προαισθανόταν το τέλος του, κατασκεύαζε τότε φωλιά από αρωματικά φυτά και ξύλα και καιγόταν μέσα σ’ αυτή. Από την τέφρα του, όμως, (ανα)γεννιόταν ένας νέος φοίνικας. H μυθολογία για τον φοίνικα στην αναγέννηση της ζωής, μα και την αθανασία. Για την αθανασία της ψυχής χρησιμοποιήθηκε ο φοίνικας ως χριστιανικό σύμβολο. Αλλά και για το αναγεννητικό μήνυμα χρησιμοποιήθηκε από τη Φιλική Εταιρεία. 

Έτσι βρέθηκε και στη μια όψη της επαναστατικής απελευθερωτικής ελληνικής σημαίας που ύψωσε ο Υψηλάντης στο Ιάσιο. 

O φοίνικας, λοιπόν, με το φορτίο αυτό ήταν μια επιτυχής επιλογή για να εκφράσει την αναγέννηση της Ελλάδας. 

Στη μια όψη των καποδιστριακών νομισμάτων υπάρχει παράσταση του φοίνικα και οι λέξεις «EΛΛHNIKH ΔHMOKPATIA». 

Στην άλλη η αξία του, η χρονολογία κοπής και αναγράφεται «Kυβερνήτης I. Kαποδίστριας». Μερικές κοπές φέρουν και στεφάνη. 

Στα χαρτονομίσματα εμφανίζεται η Aθηνά που κάθεται κρατώντας δόρυ. Kάτω δεξιά με οβάλ σφραγίδα υπάρχει «η επί της οικονομίας Eπιτροπή». 

Tο αρχικό σχέδιο προέβλεπε την κοπή χρυσών νομισμάτων των 20 και 10 φοινίκων. Αργυρών των 5, 2,5 και 0,5 του φοίνικα. Λόγω έλλειψης πόρων, χρυσοί ποτέ δεν κυκλοφόρησαν. Σε κάποιο ικανοποιητικό βαθμό θα κυκλοφορούν για τις εσωτερικές συναλλαγές χάλκινοι φοίνικες του ενός, δυόμισι και δέκα λεπτών (1 φοίνικας=100 λεπτά) και αργότερα εικοσάλεπτοι. 

Συνολικά κυκλοφόρησαν 11.978 αργυροί φοίνικες κατά την πρώτη και μοναδική κοπή τους. Μερικοί ανεβάζουν αυτόν τον αριθμό κάνοντας λόγο για για 13.612. Κόπηκαν το 1829, αλλά κυκλοφόρησαν με χρονολογία 1828.

Στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους διαβάζουμε ότι, το γενναιότερο όμως μέτρο, που εξασφάλισε κατά κύριο λόγο τα μέσα για τη ζωή της χώρας τότε και γι’ αυτό ανήκει στη δημοσιονομική πολιτική του Καποδίστρια, ήταν η ίδρυση στις 2 Φεβρουαρίου 1828 της Εθνικής Χρηματιστικής Τραπέζης. Με την Τράπεζα επιδιώχθηκε η άμεση κινητοποίηση των λίγων έστω κεφαλαίων του εσωτερικού, ένα είδος έκτακτης πολεμικής εισφοράς εκείνων πού μπορούσαν να εισφέρουν, με τη μορφή όμως επικερδούς τοποθετήσεως χρημάτων, με τόκο 8%.

Ένα εσωτερικό δάνειο ουσιαστικά, χωρίς όμως τη μορφή δανείου για λόγους και καλύτερης επιτυχίας και πολιτικής σκοπιμότητας.

Με την Τράπεζα εξ άλλου επιδιώχθηκε και η προσέλευση κεφαλαίων από το εξωτερικό, Ελλήνων και ξένων, με τη μορφή καταθέσεων.

Σύμφωνα με την ίδια πηγή, η επιτυχία της υπήρξε περιορισμένη. Ως τα μέσα Μαρτίου 1828 η Τράπεζα είχε δανείσει στο δημόσιο ταμείο 40.000 δίστηλα, δηλαδή το δημοσιονομικά μάλλον ασήμαντο ποσό των 200.000 φράγκων.

Η επιτυχία της Τραπέζης υπήρξε περιορισμένη.

Παρά τις αρχικές προβλέψεις και τις υποσχέσεις, δεν κατέθεσαν ό,τι αναμενόταν οι κυριότεροι τότε κεφαλαιούχοι της χώρας, οδηγούμενοι και από πνεύμα αντιπολιτεύσεως. 

Και με την περιορισμένη όμως επιτυχία, ο σκοπός που επιδιωκόταν πραγματοποιήθηκε σε ικανοποιητικό βαθμό. Η πρώτη ανασυγκρότηση του στρατού και οι πρώτες πολεμικές επιχειρήσεις, η κίνηση του στόλου και η καταστολή της πειρατείας, η πρώτη οργάνωση της Διοικήσεως και η συντήρηση πλήθους «ανέστιων» οικογενειών και τα πρώτα γεωπονικά και λοιπά έργα ανοικοδομήσεως χρηματοδοτήθηκαν κυρίως από την Τράπεζα.

Η αμηχανία των συντακτών της εποχής είναι προφανής, καθώς γράφουν ότι η επιτυχία ήταν μεν περιορισμένη, αλλά ο σκοπός επιτεύχθηκε σε ικανοποιητικό βαθμό: «Και με την περιορισμένη όμως επιτυχία, ο σκοπός που επιδιωκόταν πραγματοποιήθηκε σε ικανοποιητικό βαθμό

Τα αποτελέσματα της κίνησης αυτής ήταν άμεσα: Η κινητοποίηση των κεφαλαίων του εσωτερικού δίνοντας τόκο 8% και η πάταξη της τοκογλυφίας!

«Ευθύς εκ τούτου εξέλειπεν η τοκογλυφία, η σήμερον προς 12, 20 και 25 τοις εκατόν δανείζουσα επί ενεχύροις, και διαφθείρουσα τον τόπον» καθώς και η προσέλκυση κεφαλαίων από Έλληνες του εξωτερικού και ξένους, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο ίδιος ο Καποδίστριας, ο οποίος προσέφερε 25.000 τάλληρα. Προκειμένου να βρει πόρους δεν δίστασε να υποθηκεύσει υπέρ της Τράπεζας εθνικά κτήματα, όπως ο αμπελώνας της Κορίνθου, ο αμπελώνας της Βοστίτσης, ο ελαιώνας των Σαλώνων και η Σμύριδα και η Αλυκή της Νάξου. Το μέτρο αυτό ενίσχυσε τη χρηματιστική πίστη της Ελλάδος στο εξωτερικό.

Επιπρόσθετα, ο Καποδίστριας στις 28 Ιουλίου 1828, ίδρυσε στην Αίγινα το Εθνικό Νομισματοκοπείο!

Η Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα – όπως ήταν η επίσημη ονομασία της – ήταν λοιπόν η πρώτη «τράπεζα» που δημιουργήθηκε στο νεοσύστατο κράτος. Στην πραγματικότητα λειτούργησε ως δανειστικός οργανισμός για λογαριασμό του Δημοσίου και το βασικό έργο της ήταν να συγκεντρώσει δανειακά κεφάλαια και να εκδώσει έντοκες ομολογίες με επιτόκιο 8%. Μέχρι το Μάιο του 1829, συγκέντρωσε και δάνεισε στο δημόσιο ταμείο 153.644 ισπανικά τάλληρα ή 2.034.660 γρόσια. Για την κάλυψη των κυβερνητικών οικονομικών υποχρεώσεων, το ίδρυμα προχώρησε το 1831 στην έκδοση χαρτονομίσματος 3 εκατ. φοινίκων, η κυκλοφορία του οποίου έγινε αναγκαστική στις αρχές του 1832.

Ο αυτόπτης και ιστορικός Γεώργιος Φίνλεϋ υπήρξε αυστηρός με τον Καποδίστρια.
Έγραψε ότι: Ο τίτλος της τράπεζας σκοπόν είχε ν’ απατήση την Δυτικήν Ευρώπην, όχι να διευκολύνη τραπεζιτικάς επιχειρήσεις εν Ελλάδι και η κατάχρησις του ονόματος εγέννησε δυσπιστίαν στον εμπορικό κόσμο της χώρας.

«Εθνική Τράπεζα επίσης ιδρύθη κατ’ όνομα, αλλ’ ο τίτλος σκοπόν είχε ν’ απατήση την Δυτικήν Ευρώπην, όχι να διευκολύνη τραπεζιτικάς επιχειρήσεις εν Ελλάδι. Η ούτω κληθείσα Εθνική Τράπεζα ήτο μόνον εν δάνειον, ανοιχθέν κατ’ αρχάς δι’ εκουσίων εισφορών. Η κατάχρησις του ονόματος εγέννησε δυσπιστίαν παρ’ εμπορική κοινωνία, οποία η της Ελλάδος· και ο Πρόεδρος, βλέπων ότι δεν ήρκει η πειθώ του να έλκυση πολλούς πλουσίους Έλληνας προς απόθεσιν χρημάτων εις την Εθνικήν Τράπεζαν, μετήλθε την πολιτικήν δύναμίν του όπως τους βιάση να προκαταβάλωσιν.»

Υπολογίζεται ότι το συνολικό ποσό όλων των νομισμάτων που κυκλοφορούσαν ή βρίσκονταν αποθησαυρισμένα στην απελευθερωμένη χώρα δεν ξεπερνούσε τα 130 εκατ. δρχ. Ο Σκώτος ιστορικός – υπηρέτησε ως εθελοντής ναύτης στο πλοίο του Άστιγξ – παραθέτει και την προσωπική του μαρτυρία: 

«Η κυβέρνησις έλαβε κατοχήν όλων των ληφθέντων ποσών και πριν παρέλθωσι δύο μήνες, αυτός ο Καποδίστριας αφελώς ωμολόγησε προς τον πλοίαρχον Άστιγξ ότι προς το παρόν η Εθνική Τράπεζα ήτο μόνον αναγκαστικόν δάνειον».

Ξέρουμε ότι ο ίδιος ο Καποδίστριας έδωσε πρώτος το προσωπικό παράδειγμα και υποθήκευσε τα κτήματά του στην Κέρκυρα για να εγγυηθεί τις καταθέσεις των κεφαλαιούχων. Οι Υδραίοι Κουντουριώτες, η ισχυρότερη ίσως οικογένεια στην Ελλάδα, κράτησαν από την αρχή επιφυλακτική στάση απέναντι στον κυβερνήτη. Δεν είχαν υποστηρίξει την εκλογή του, ενώ ο αντιπρόσωπος (παραστάτης) της Ύδρας Δημήτριος Κριεζής ήταν ο μόνος που αντιτάχθηκε στη διάλυση της Βουλής και την εγκαθίδρυση του νέου καθεστώτος. Παρ’ όλα αυτά, ο Γ. Κουντουριώτης, με προτροπή του αδελφού του Λάζαρου, δέχθηκε να ονομασθεί πρόβουλος της Οικονομίας στο Πανελλήνιο. Γρήγορα φάνηκε ότι ο Κυβερνήτης δεν είχε εξασφαλίσει σημαντική οικονομική ενίσχυση για την Χρηματιστική Τράπεζα και οι Κουντουριώτες έγιναν πιο επιφυλακτικοί. Οι σχέσεις τους με τον Ιω. Καποδίστρια επιδεινώθηκαν, όταν ο τελευταίος δεν θεώρησε ικανοποιητικό το ποσό των 3.000 ταλλήρων ως συνεισφορά της οικογένειάς τους στην Εθνική Τράπεζα και δεν πίστεψε στις δικαιολογίες για οικονομικές δυσχέρειες. Ζήτησε να καταβάλουν τουλάχιστον 10.000 τάλληρα, αλλά ο Λάζαρος Κουντουριώτης («οργισμένος») αύξησε μόλις κατά 2.000 μόνο τάλληρα το ποσό, παρά τις αντίθετες απόψεις του ταλαντευόμενου αδελφού του. 

Η οικογένεια δεν υποχώρησε, ακόμη και όταν ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας την απείλησε ανοιχτά με τη χρήση βίας.

Εκτός των άλλων δυσχερειών που συνεπάγονται ανάλογα εγχειρήματα, ο καποδιστριακός φοίνιξ παρέμεινε ανυπόληπτος και η Χρηματιστική Τράπεζα, έχοντας μείνει δίχως κεφάλαια, διαλύθηκε από την Αντιβασιλεία το 1834.  

Λίγες ημέρες μετά την άφιξη του Όθωνα, εκδόθηκε Διάταγμα με το οποίο σταματούσε η κοπή των Φοινίκων, με αποτέλεσμα την 1 Φεβρουαρίου 1833 το Νομισματοκοπείο της Αίγινας να σταματήσει τις εργασίες του. Το νομισματοκοπείο έκλεισε και ο Όθωνας έκοψε τα νομίσματα του Κράτους στη Βαυαρία, καταργώντας το Φοίνικα ως εθνικό έμβλημα και αντικαθιστώντας τον με ρόμβους των Βίττελσμπαχ!

«Εκρίναμεν αναγκαίον να αποφασίσωμεν να παύση παρευθύς η κατά τους μέχρι τούδε τύπους εκτύπωσις Ελληνικών νομισμάτων. Τα παρόντα μέταλλα, καθώς και τα παρόντα νομίσματα, πρέπει να σημειωθούν αμέσως κατά τας ποσότητας των και να βαλθώσι προσωρινώς εις ασφαλή φυλακήν».

Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (ETE) ιδρύθηκε το 1841 στη θέση της από τον Γεώργιο Σταύρου, ο οποίος υπήρξε και ο πρώτος διευθυντής της. Από τους ιδρυτικούς μετόχους της Εθνικής Τράπεζας το 1841, ήταν το ελληνικό κράτος με 1.000 μετοχές, ο Νικόλαος Ζωσιμάς με 500 μετοχές, ο Ιωάννης-Γαβριήλ Εϋνάρδος με 300, ο βασιλιάς Λουδοβίκος Β‘ της Βαυαρίας με 200, ο Κωνσταντίνος Βράνης με 150, ο Θεόδωρος Ράλλης με 100, ο Ιούλιος Έσσλιν, κ.ά.

Πιστεύεις ακόμη στον αστικό μύθο των Rothschild, που τον επινόησαν οι ίδιοι οι τοκογλύφοι και οι σαράφηδες της Ελλάδος, προκειμένου να σε αποπροσανατολίζουν από τον πραγματικό στόχο που είναι αυτοί οι ίδιοι και, μάλιστα, από την εποχή του Καποδίστρια, τον οποίο δολοφόνησαν;

Διάβασε λοιπόν την ιδρυτική μετοχική σύνθεση της ΕΤΕ:
  1. Α. Πεξάλης αντιπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης με 1.000 μετοχές και 5 δικές του (ψήφοιII)
  2. Φάβερ αντιπρόσωπος του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου με 200 μετοχές (ψήφοι 8).
  3. Γ. Σταύρου αντιπρόσωπος του Ελβετού τραπεζίτη Ευνάρδου με 100 μετοχές, του Ρότσιλντ με 50 μετοχές και 10 δικές του (ψήφοι 10),
  4. Εμ. Μεστενές πληρεξούσιος των Αφών Τζιιτζίνια με 50 μετοχές, των Αφών Τοσίτσα με 50 μετοχές, του Κούρτη με 10 μετοχές και 10 δικές του (ψήφοι 10).
  5. Θ. Ράλλης με 100 δικές του μετοχές και αντιπρόσωπος 23 μικρομετόχων κατόχων συνολικά 226 μετοχών (ψήφοι 15),
  6. Σ. Σπηλιωτάκης πληρεξούσιος των Αφών Ζωσιμάδων με 250 μετοχές (ψήφοι 9),
  7. Κ. Βράνης με 150 δικές τους μετοχές (ψήφοι 7).
  8. Α. Ρούξιου αντιπρόσωπος του Λαγράνε με 30 μετοχές, του Σαβατιέρ με 5 μετοχές και 10 δικές του (ψήφοι 5).
  9. Λ. Κυργούσιος αντιπρόσωπος του Τοσίτσα με 80 μετοχές και 10 δικές του (ψήφοι 6).
  10. Γ. Αντωνόπουλος με 45 δικές του και του αδελφού του και με 18 μετοχές άλλων (ψήφοι 7). 
Υπήρχαν ακόμα 34 μέτοχοι ή πληρεξούσιοι άλλων μετόχων οι οποίοι κατείχαν συνολικά 233 μετοχές (ψήφοι 38). Από αυτά τα ιδρυτικά μέλη μετόχους τα περισσότερα ήταν πλούσιοι Έλληνες του εξωτερικού. Ο Γεώργιος Σταύρου λ.χ. ήταν παλιός πάροικος της Βιέννης, η οικογένεια Σίνα πάροικοι της Αυστρίας, ο Γ. Αντωνόπουλος, πάροικος της Τεργέστης, ο Νικ. Ζωσιμάς πάροικος της Ρωσίας, ο Τοσίτσας πάροικος της Αλεξάνδρειας, ο Τζιτζίνιας πάροικος της Αιγύπτου και επίτιμος πρόξενος της Γαλλίας εκεί, ο I. Αθανασιάδης πάροικος της Αιγύπτου. 

Έτσι, το 1841, με την ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος και την εκχώρηση σε αυτή του εκδοτικού προνομίου, η δραχμή εκδίδεται και κυκλοφορεί από την ιδιωτική ΕΤΕ ως τραπεζογραμμάτιο, αντί ως χαρτονόμισμα (δηλαδή αντί ως εθνικό νόμισμα)! 


Kατά την διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου η δραχμή εκμηδενίστηκε, ο τιμάριθμος κόστους ζωής από τιμή 1 τον Απρίλιο του 1941 ανέβηκε στο 156 τον Δεκέμβριο του 1942, στο 1522 τον Δεκέμβριο του 1943 και στο 2.305.984,911 τον Οκτώβριο του 1945. Χρειάστηκαν να γίνουν τρεις γενναίες νομισματικές ρυθμίσεις σε διάστημα 15 μηνών.

Με το τέλος του εμφυλίου στις 21/9/1949 έγινε νέα ισοτιμία που αντιστοιχούσε 1 δολάριο = 10.000 δραχμές και μετά ανέβηκε στις 15.000 δραχμές ενώ η λίρα = 32.000 δραχμές και μετά 42.000 δραχμές.

Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Διοικητής της Τράπεζας ακολούθησε την Ελληνική Κυβέρνηση στην εξορία. Το απόθεμα σε χρυσό της Τράπεζας μεταφέρθηκε πρώτα στη Νότια Αφρική και ύστερα στο Λονδίνο. Μετά το τέλος του Πολέμου, η οικονομία εν γένει και ιδιαίτερα το χρηματοπιστωτικό σύστημα βρίσκονταν σε έντονα αποδιοργανωμένη κατάσταση. 

Η κατάσταση αυτή, υπό τις συνθήκες κρίσης της εποχής, κρίθηκε ότι απαιτούσε στενή συνεργασία μεταξύ της Κεντρικής Τράπεζας και των Κυβερνήσεων. Τη συνεργασία αυτή θεσμοποίησε η δημιουργία, το 1946, της Νομισματικής Επιτροπής. 

Η Επιτροπή περιλάμβανε τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας ως πρόεδρο, τέσσερεις άλλους Υπουργούς και τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Η θέση της Τράπεζας της Ελλάδος παρέμενε σημαντική, καθώς είχε την ευθύνη σχεδιασμού και πρότασης μέτρων πολιτικής που, κατά κανόνα, υιοθετούνταν από την Επιτροπή. Το 1982 η Νομισματική Επιτροπή καταργήθηκε και οι περισσότερες των αρμοδιοτήτων της μεταβιβάστηκαν στην Τράπεζα της Ελλάδος (Νόμος 1266/1982).

Έτσι, εκδόθηκε ένα ενδιάμεσο, υβριδικό εθνικό χαρτονόμισμα, το χιλιάρικο, που κυκλοφόρησε σε δύο εκδόσεις, την 10η Ιουλίου 1950 και την 1η Νοεμβρίου 1953, με την ένδειξη «Βασίλειον της Ελλάδος» και όχι «Τράπεζα της Ελλάδος».



Μετά ήρθε η υποτίμηση της δραχμής κατά 50% από τον Υπουργό Συντονισμού Σπύρο Μαρκεζίνη, την 9η Απριλίου 1953, και τη νομισματική μεταρρύθμιση του νόμου 2824 της 20ής Ιουνίου 1954, κατά την οποία ορίστηκε η ισοτιμία της νέας δραχμής προς χίλιες παλαιές και περικόπηκαν τρία μηδενικά από την ονομαστική αξία των τραπεζογραμματίων, το χάρτινο χιλιάρικο αντικαταστάθηκε από το χαλκονικέλινο νόμισμα της μίας δραχμής με την απεικόνιση του Βασιλέως Παύλου, το πρώτο νόμισμα που κόπηκε μετά τον πόλεμο.


Έκτοτε, η δραχμή, ήταν πάντα ιδιωτικό τραπεζογραμμάτιο και όχι ΕΘΝΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ (Χαρτονόμισμα), αφού τα χαρτονομίσματα της δραχμής του Βασιλείου της Ελλάδος αντικαταστάθηκαν και πάλι με τραπεζογραμμάτια, επειδή το εκδοτικό προνόμιο επέστρεψε στην Τράπεζα της Ελλάδος, δηλαδή εκχωρήθηκε ξανά, από το κράτος, σε μια ιδιωτική, ανώνυμη τραπεζική εταιρεία και, μάλιστα, εισηγμένη στο Χρηματιστήριο!


Από το 1897, στα οικονομικά τής χώρας κάνει κουμάντο ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος, ο οποίος επιβλήθηκε ως απόρροια του «δυστυχώς, επτωχεύσαμεν» του 1893 και του ατυχούς ελληνοτουρκικού πολέμου εκείνης της χρονιάς. 

Ο έλεγχος αυτός ασκείται από μια Διεθνή Οικονομική Επιτροπή (μια τρόικα της εποχής, σαν να λέμε), η οποία εγκαθίσταται μόνιμα στην Αθήνα από το 1897 μέχρι το 1978, ήτοι επί 81 συναπτά έτη και φροντίζει να πληρώνουμε τα χρέη μας. Για να το εξασφαλίσει αυτό, ο ΔΟΕ παρακρατεί τα έσοδα του κράτους από το μονοπώλιο διαφόρων ειδών (σπίρτα, αλάτι, τσιγαρόχαρτα, πετρέλαιο, σμύριδα και τράπουλες διακινούνταν αποκλειστικά από το κρατικό μονοπώλιο μέχρι την μεταπολίτευση), από το χαρτόσημο ως κινητό επίσημα (αυτό που κολλάγαμε κάποτε σαν γραμματόσημο στα διάφορα έγγραφα), από τον φόρο καπνού, από τα τέλη τού λιμανιού του Πειραιά κλπ.

Κατάλαβες τώρα ότι τα ΜΟΝΟΠΩΛΙΑ δεν δημιουργήθηκαν στην Ελλάδα, ούτε από την εθνικιστική, ούτε από την κομμουνιστική ιδεοληψία και συνείδηση των Ελλήνων; 

Όταν το 1927 η Ελλάδα χρειάστηκε χρήματα (τί πρωτότυπο!), ο ΔΟΕ κανόνισε να βγούμε στις αγορές για ένα δάνειο γύρω στα εννέα εκατομμύρια στερλίνες, με την εγγύηση της Κοινωνίας των Εθνών. Απαραίτητη προϋπόθεση (προαπαιτούμενο, σαν να λέμε) ήταν να υπογράψουμε το Πρωτόκολλο της Γενεύης (ένα μνημόνιο της εποχής), το οποίο κυρώθηκε από την ελληνική βουλή και έγινε νόμος του κράτους. 

Ήταν ο Ν.3423/1927, ο οποίος δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Α/298/7-12-1927! 

Το στήσιμο της νέας τράπεζας ανατέθηκε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Οι επενδυτές που αναφέραμε πρωτύτερα (όποιοι κι αν ήσαν αυτοί, τέλος πάντων), θα κατέθεταν τα κεφάλαιά τους σε ειδικό λογαριασμό του δημοσίου στην ΕτΕ. Η ΕτΕ θα κάλυπτε 100% το κεφάλαιο της ΤτΕ, βγάζοντας σε δημόσια εγγραφή (για την ακρίβεια, σε τρεις ισόποσες δόσεις) τις μετοχές. Μ’ αυτόν τον τρόπο, η νέα τράπεζα θα έμπαινε στο χρηματιστήριο πριν καλά-καλά σταθεί στα πόδια της. Στη νέα, κεντρική, τράπεζα μεταβιβάστηκαν από την Εθνική Τράπεζα στοιχεία ενεργητικού (κυρίως χρυσός και ομόλογα του Δημοσίου) και παθητικού (το εκδοθέν χαρτονόμισμα και ιδίως οι καταθέσεις του Δημοσίου). Έτσι, στις 15 Μαΐου 1928, η Τράπεζα της Ελλάδος άρχισε να λειτουργεί και, στις 12 Ιουνίου 1930, μπήκε στο Χρηματιστήριο!

Το δάνειο είχε την επίσημη ονομασία "Σταθεροποιητικό και Προσφυγικό Δάνειο", επειδή το πού θα πήγαιναν τα εννιά εκατομμύρια είχε ήδη αποφασιστεί. 

Το ένα τρίτο θα το έπαιρναν οι δανειστές. 

Άλλο ένα τρίτο θα πήγαινε στην ενίσχυση και αποκατάσταση των προσφύγων τής μικρασιατικής καταστροφής. 

Τα υπόλοιπα θα χρησιμοποιούνταν για την δημιουργία μιας τράπεζας, της Τράπεζας της Ελλάδος, η ίδρυση της οποίας ήταν υποχρεωτική από το πρωτόκολλο και προβλεπόταν σαφώς στο παράρτημά του. Η κύρωση της ίδρυσης έγινε από την βουλή, με τον Ν.3424/1927, ο οποίος δημοσιεύθηκε στο ίδιο ΦΕΚ με τον προηγούμενο νόμο.

Tο δάνειο των εννιά εκατομμυρίων στερλινών ήταν ομολογιακό, είχε διάρκεια 40 χρόνια, επιτόκιο 6% και εκδόθηκε στο 91% της ονομαστικής του αξίας. 

Ποιοί ήσαν οι επενδυτές που έσπευσαν; Σύμφωνα με την έκθεση του συμβουλίου ξένων ομολογιούχων του Λονδίνου, οι ομολογίες αναλήφθηκαν (α) από τους επενδυτικούς οίκους Hambro's Bank και Erlanger, μέσω των χρηματιστηρίων Λονδίνου, Στοκχόλμης και Μιλάνου κατά 4.070.960 στερλίνες, (β) από τον οίκο Speyer and Co και την νεοϋρκέζικη National City Co (κατοπινή Citibank), μέσω των χρηματιστηρίων Νέας Υόρκης και Ζυρίχης κατά 17.000.000 δολλάρια (Wall Street Journal της 31/1/1928) ή 3.400.000 στερλίνες (ισοτιμία 5 προς 1) και (γ) τα υπόλοιπα από διαφόρους επενδυτές.


(Η Hambro's Bank της Δανίας είναι παλιά γνώριμη αυτού του τόπου, αφού δάνειζε την Ελλάδα από τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια, πριν καλά-καλά υπάρξει επίσημα ως Ελλάδα. Φαίνεται πως από τότε τό 'χαμε απωθημένο να γίνουμε "Δανία του Νότου").

Ποιοί ήσαν αυτοί που αγόρασαν τότε τις μετοχές της; 

Ούτε αυτούς τους μάθαμε ποτέ!

Είπαμε πρωτύτερα ότι το ελληνικό κράτος δανείστηκε εννιά εκατομμύρια στερλίνες, με την υποχρέωση να διαθέσει τα τρία για την ίδρυση της ΤτΕ. Βάσει του Πρωτοκόλλου της Γενεύης (και του νόμου), το κράτος ήταν υποχρεωμένο να καταθέσει αυτό το ποσό στην ΤτΕ σε χρυσό! 

Δηλαδή: δανειστήκαμε ως κράτος χαρτονομίσματα (στερλίνες και δολλάρια) και δώσαμε στην τράπεζα χρυσάφι, σε μια εποχή που οι αγορές κατρακυλούσαν σε όλον τον κόσμο (μη ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στην εποχή του "μεγάλου κραχ") και η αξία των αποθεματικών πολύτιμων μετάλλων (όπως ο χρυσός και ο άργυρος) ανέβαινε καθημερινά. 

Στο σημείο αυτό, πρέπει να κάνουμε μια στάση για να ξεκαθαρίσουμε τους λόγους για τους οποίους αποφασίστηκε η ίδρυση της Τράπεζας της Ελλάδος. Φυσικά, μιας και δεν φτιάχνονται τράπεζες προς εξυπηρέτηση του απλού λαού, οι λόγοι αυτοί πρέπει να αναζητηθούν στις ανάγκες του εγχώριου και του διεθνούς κεφαλαίου αλλά και στις ανάμεσά τους κόντρες.

Επιστρέφουμε στο 1927. Η παρατημένη στην μοίρα της Ελλάδα αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, κυρίως λόγω των δυο εκατομμυρίων προσφύγων της μικρασιατικής καταστροφής, για τους οποίους απαιτούνται μεγάλες δαπάνες προκειμένου να ενταχθούν κανονικά στην ελληνική καθημερινότητα. Η δραχμή υποτιμάται διαρκώς (το 1925 η στερλίνα ξεπέρασε τις 350 δραχμές, ενώ η λήξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου την βρήκε στις 25 δραχμές μόλις), με αποτέλεσμα το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών να επιδεινώνεται με ραγδαίους ρυθμούς. Οι οικονομολόγοι πρότειναν διάφορους τρόπους για ενίσχυση του νομίσματος (ανατίμηση στα επίπεδα του 1918, κλείδωμα της τρέχουσας ισοτιμίας κλπ) αλλά, τελικά, επικράτησε η άποψη που διατύπωσαν οι καθηγητές Ανδρέας Ανδρεάδης και Ξονοφών Ζολώτας: πρώτα ισοσκελισμός του προϋπολογισμού και μετά νομισματική σταθεροποίηση σε τρέχοντα επίπεδα.

Ποιός είπε ότι ο Λουκάς Παπαδήμος ήταν ο πρώτος τραπεζίτης που έγινε πρωθυπουργός της Ελλάδας;


Στην φωτογραφία, το υπουργικό συμβούλιο της κυβέρνησης του 74χρονου τραπεζίτη Αλ. Διομήδη (1949). Δεύτερος από αριστερά (μισοκρυμμένος) ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, αριστερά του ο Γεώργιος Μαύρος και πίσω, ανάμεσά τους, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος (ο πιο κοντός της παρέας).

Τότε ήταν που ξέσπασε πόλεμος μεταξύ των λονδρέζικων Times και του διοικητή τής Εθνικής Αλέξανδρου Διομήδη. 

Μέχρι την ίδρυση της ΤτΕ, το κράτος ασκούσε νομισματική πολιτική μέσω ΕτΕ. 

Οι Times, λοιπόν, κατηγόρησαν την Εθνική ότι μοίραζε άκριτα δάνεια και "έκοβε" χρήμα κατά το δοκούν, οδηγώντας την δραχμή στην απαξίωση. 

Ο Διομήδης απάντησε ότι η βοήθεια της τράπεζας προς τους έλληνες κεφαλαιούχους είχε ως γνώμονα το εθνικό συμφέρον και όχι την συμμόρφωση προς τους διεθνείς κανόνες νομισματικής διαχείρισης. 

Δηλαδή, ο Διομήδης απάντησε περίπου ότι "δεν μας νοιάζει η δραχμή, αρκεί να εξυπηρετηθούν οι βιομήχανοι"

Μόνο που ο Διομήδης είχε ξεχάσει κάτι βασικό: η Μεγάλη Βρεττανία ήταν ο κυριώτερος δανειστής της χώρας μας και τα δάνεια που μας είχε χορηγήσει δεν ήσαν εκφρασμένα σε λίρες αλλά σε δραχμές, πράγμα που σήμαινε πως, έτσι όπως έπεφτε η δραχμή, όταν θα ερχόταν η ώρα να πληρώσουμε, εκείνοι θα έπαιρναν τις λίρες τους σε... ρούβλια. 

Έτσι, η βρεττανική κυβέρνηση έβαλε ευθέως πλέον το ζήτημα της υποχρέωσης του ελληνικού δημοσίου να μετατρέψει τις οφειλές του σε λίρες.

Μετά από μια σειρά δανείων που είχε πάρει τα προηγούμενα χρόνια και κάτω από την ασφυκτική πίεση του προσφυγικού προβλήματος, η Ελλάδα έχει και πάλι ανάγκη από χρήματα. 

Τον Ιούλιο, ο υπουργός οικονομικών Γεώργιος Καφαντάρης βρίσκεται στην Γενεύη, ψάχνοντας για λεφτά. 

Στις 14 του μηνός, ο απογοητευμένος Καφαντάρης στέλνει από την Γενεύη μια επιστολή στην Κοινωνία των Εθνών, όπου αναφέρει ότι η αποκατάσταση των προσφύγων είναι αδύνατον να επιτευχθεί χωρίς επιπρόσθετο δανεισμό και παρακαλεί την ΚτΕ να μεσολαβήσει ώστε η χώρα να πάρει ένα γενναίο δάνειο ύψους εννέα εκατομμυρίων στερλινών. 

Η ΚτΕ υποσχέθηκε να βοηθήσει, σε συνεννόηση με τον ΔΟΕ 

Προς τούτο, έστειλε στην Αθήνα μια επιτροπή εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι θα μελετούσαν τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και θα συνιστούσαν τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις.

Αφού μέχρι τότε, το κράτος έκανε την δουλειά του μέσω της Εθνικής Τράπεζας, σ' αυτή την τράπεζα είχε εκχωρήσει το αποκλειστικό προνόμιο έκδοσης χρήματος. 

Η επιτροπή τής ΚτΕ, σε συνεργασία με τον ΔΟΕ (στον οποίο είχαν βαρύνοντα λόγο οιΒρετανοί), απαίτησε την πλήρη ανεξαρτησία τής ΕτΕ από το κράτος και την άμεση διακοπή εκ μέρους της οποιασδήποτε εμπορικής τραπεζικής δραστηριότητας. 

Ήταν σαφές: μια τράπεζα που μπορεί να εκδίδει χρήμα, δεν μπορούσε παράλληλα να δίνει και δάνεια. Στην πρόταση αντέδρασε (για ευνόητους λόγους) ο τότε αντιπρόεδρος της ΕτΕ Εμμανουήλ Τσουδερός, ο οποίος πρότεινε να αφήσουν την Εθνική στην ησυχία της και να φτιάξουν άλλη τράπεζα, καθαρά εκδοτική. 

Η πρόταση Τσουδερού έγινε δεκτή με ευχαρίστηση από όλες τις πλευρές, διότι η μεν κυβέρνηση θα εξακολουθούσε να ελέγχει μια τράπεζα (ΕτΕ), οι δε ξένοι θα είχαν μια άλλη τράπεζα (ΤτΕ) που θα λειτουργούσε σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες

Στην τελική συμφωνία περί ίδρυσης της ΤτΕ αντέδρασε το Λαϊκό Κόμμα 

Ο Παναγής Τσαλδάρης υποστήριζε ότι η δημιουργία κεντρικής τράπεζας και η εκχώρηση σ' αυτήν του προνομίου έκδοσης χρήματος θα έβλαπταν το εθνικό συμφέρον και θα στερούσαν την χώρα από την δυνατότητα άσκησης ανεξάρτητης οικονομικής πολιτικής. Θεωρητικά, ο Τσαλδάρης είχε δίκιο, αφού η ΕτΕ ελεγχόταν από το κράτος ενώ η ΤτΕ θα ήταν ανεξάρτητη και δεν θα υπάκουε σε κυβερνητικές εντολές. 

Στην πράξη, όμως, απεδείχθη ότι τα πράγματα δεν ήσαν τόσο άσχημα. 

Σε βάθος χρόνου, σπάνια η κεντρική τράπεζα θα έπαιρνε αποφάσεις αντίθετες προς την κυβερνητική βούληση κι ακόμη πιο σπάνια οι ελληνικές κυβερνήσεις θα εκδήλωναν βούληση αντίθετη προς τις επιθυμίες των μεγάλων οικονομικών κέντρων του εξωτερικού.

ΦΕΚ Α/28/26-2-1898: Ο Νόμος 2519/1898, με τον οποίο κυρώνεται η επιβολή Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου.



Η επιβολή τού ΔΟΕ μοιάζει πολλαπλώς με την επιβολή των μνημονίων που ξέρουμε. Στις 26 Φεβρουαρίου 1898, δημοσιεύεται στο ΦΕΚ Α/28 ο Νόμος 2519 "Περί διεθνούς ελέγχου", σύμφωνα με τον οποίον "η είσπραξις και η διάθεσις προσόδων επαρκών εις την υπηρεσίαν του διά την πολεμικήν αποζημίωσιν δανείου (ενν. τον πόλεμο του 1897) και των άλλων εθνικών χρεών τίθενται υπό τον απόλυτον έλεγχον Διεθνούς Επιτροπής Αντιπροσώπων των μεσολαβησών Δυνάμεων, εδρευούσης εν Αθήναις". Η επιτροπή αυτή θα λειτουργούσε "μέχρις εντελούς αποσβέσεως των από του έτους 1881 εν τω εξωτερικώ συνομολογηθέντων εις χρυσόν δανείων, περιλαμβανομένων και των διά του παρόντος νόμου προβλεπομένων νέων δανείων".

Τελικά, η επιτροπή τού Ν.2519 εξελίχθηκε σε εταιρεία με την επωνυμία "Εταιρεία Διαχειρίσεως Υπεγγύων Προσόδων - ΕΔΥΠ" και, σχεδόν αμέσως, μετονομάστηκε σε "Εταιρεία Διαχειρίσεως Ειδών Μονοπωλίου Ελληνικού Δημοσίου - ΕΔΕΜΕΔ". Αν αυτό το "ΕΔΕΜΕΔ", σας θυμίζει "ΤΑΙΠΕΔ", δεν θα σας κατηγορήσει κανείς, αφού το ίδιο πράγμα κάνουν και τα δυο: πουλάνε την κρατική περιουσία και μαζεύουν τα λεφτά για να τα δώσουν στους ξένους δανειστές.


Η ΕΔΕΜΕΔ έμελλε να φτάσει σε ηλικία 87 ετών, αφού διαλύθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 1985, αν και ο ΔΟΕ έφυγε από την χώρα το 1978. Με το Προεδρικό Διάταγμα 976/3-9-1981 (επί προεδρίας Κων. Καραμανλή) παρατάθηκε η λειτουργία της, "διά την προσαρμογήν των κρατικών μονοπωλίων προς τας διατάξεις της προσχωρήσεως της Ελλάδος εις την Ευρωπαϊκήν Οικονομικήν Κοινότητα".

Από τα τραπεζογραμμάτια που ακολουθούν, σου μοιάζει κανένα με ΕΘΝΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ, όταν εκδότης τους είναι μονίμως η ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ;






Συνδεθείτε στη σελίδα μας στο Facebook, Twitter και Linkedin


Οι απόψεις του ιστολογίου δεν συμπίπτουν απαραίτητα με το περιεχόμενο του άρθρου


Κοινοποιήστε το:

 
Copyright © ANTIZITRO. Designed by OddThemes